FtS50
υπό Γεωργίου Λ. Αστρακά
Με ιδιαίτερη χαρά φιλοξενούμε το παρακάτω γλαφυρό αφηγηματικό κείμενο του αγαπητού Γιώργου, που αν κρίνουμε από τις θετικές αντιδράσεις ενός παρόμοιου κειμένου στο προηγούμενο φύλλο, φαίνεται ότι επικυρώνεται με τον πλέον επίσημο τρόπο το σχόλιό μας πως ο Σκαμνός στο πρόσωπο του καλού συγχωριανού μας, έχει το δικό του Παπαδιαμάντη.
Στις 9 Αυγούστου εφέτος, περίπου στις 11:30, κατά λάθος επισκέφθηκε το χωριό μας ένα ζευγάρι, που ενδιαφερόταν, μέσω Λαμίας, να μεταβεί στο Καρπενήσι, προκειμένου να διέλθει τις υπόλοιπες θερινές διακοπές του. Κατά τύχην ήμουν ο άνθρωπος από τον οποίον ζήτησαν πληροφορίες, για το ποια διαδρομή έπρεπε να ακολουθήσουν ώστε να φτάσουν στον προορισμό τους. Βεβαίως προθύμως τους κατατόπισα και «εν τη ρύμη» της συζητήσεως τους πληροφόρησα και για το χωριό μας. Εντυπωσιάσθηκαν από τη γενική εικόνα, που παρουσιάζει ο Σκαμνός και πρέπει να πω, πως εκφράστηκαν με τα ποιο κολακευτικά λόγια για τα έργα που είδαν και παρατήρησαν. Κάτω από αυτό το ευμενές κλίμα, που διαμορφώθηκε από την εξέλιξη της συζητήσεως, τους πρότεινα να περάσουν από το σπίτι μου να τους κεράσω από ένα καφεδάκι, να πάρουν μιαν ανάσα και να τα πούμε καλύτερα. Δέχθηκαν ευχαρίστως την πρότασή μου.
Πίνοντας το καφεδάκι στη βεράντα, όπου είχαμε και αρκετή δροσιά, έγιναν βεβαίως και οι αναγκαίες συστάσεις εκατέρωθεν. Λοιπόν είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον κ. Κωνσταντίνο Κουτσόπουλο και την σύζυγό του (δυστυχώς δεν συγκράτησα το μικρό της όνομα). Και οι δύο εκπαιδευτικοί. Ο κ. Κουτσόπουλος Καθηγητής των Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον των Ηνωμένων Πολιτειών και η σύζυγός του φιλόλογος, που υπηρετεί στη Μέση εκπαίδευση. Μάλιστα ο κ. Κουτσόπουλος, πέρα των άλλων, είναι και ο εισηγητής του μαθηματικού αναλογισμού στη χώρα μας. Όπως μου εξήγησε ο ίδιος, ο μαθηματικός αναλογισμός χρησιμοποιείται ευρέως στα οικονομικά μαθηματικά και γενικότερα στις οικονομικές επιστήμες και από την άποψη αυτή η συμβολή του θεωρείται και είναι πράγματι για την Ελλάδα πάρα πολύ αξιόλογη και σημαντική. Εξ ίσου αξιόλογη στον τομέα της είναι και η κα Κουτσοπούλου. Όπως διαπίστωσα, προσωπικά εγώ ο ίδιος, η ενημέρωσή της, σε ό,τι αφορά την ιστορία της περιοχής μας, ήταν υπερεπαρκής. Συνομιλώντας και με τους δύο απόλαυσα μία πνευματική ευτυχία από τις λίγες που μπορεί να ζήσει κανείς κατά τη διάρκεια του βίου του. Όμως δεν στάθηκα σ’ αυτά. Ζήτησα να μάθω και από που κατάγονται. Άλλωστε σε τέτοιου είδους συναντήσεις, ερωτήσεις για τον τόπο καταγωγής θεωρώ, πως είναι πολύ φυσικό να γίνονται. Με έκπληξη μου άκουσα τον κ. Κουτσόπουλο να μου λέει, πως κατάγεται από την Κωστάρτσα, ένα ορεινό χωριό της Δωρίδας, αν δεν με απατά η μνήμη. Κ κα Κουτσοπούλου είναι μωραϊτισσα. Κατάγεται από την ορεινή Αρκαδία. Έγραψα προηγουμένως, πως άκουσα με έκπληξη τον τόπο καταγωγής του κ. Καθηγητή και ενδεχομένως ο αναγνώστης στο σημείο αυτό ελαφρώς να ξενισθεί, διότι, εκ πρώτης όψεως, δεν βλέπει το λόγο να εκπλήσσεται κανείς, ακούγοντας τον τόπο καταγωγής του συνομιλητή του. Κι όμως επιμένω, εγώ εξεπλάγην και ιδού για ποιο λόγο. Αλλά, καλύτερα ας επανέλθουμε στο σημείο, που διέκοψα τη ροή της διηγήσεώς μου. Λοιπόν, ο κ. Κουτσόπουλος με πληροφόρησε, πως κατάγεται από την Κωστάρτσα. Εγώ ακούγοντας την Κωστάρτσα ελαφρώς υπομειδίασα και η αντίδρασή μου αυτή δεν έμεινε απαρατήρητη, οπότε πολύ φυσικά και πολύ δικαιολογημένα ο κ. Κουτσόπουλος με ρώτησε:
Ο Μιχάλης, θες γιατί την κατάλαβε την πονηριά της αδερφής του, θες γιατί ήταν δασκαλεμένος απ’ την ίδια, απάντησε:
Οι γονείς και τ αδέρφια της νύφης πέσανε στην παγίδα. Με το που ακούσανε μύλους και αποθήκες, πίστεψαν οι φουκαράδες, πως άνοιξε η τύχη του παιδιού τους. Που να ξέρανε και που να μαντεύανε τι την περίμενε την κακομοίρα!!!
Αποφασίζουν λοιπόν και του τη δίνουν τη γυναίκα. Τους στεφάνωσαν μάνι-μάνι κι ο Μιχάλης, παντρεμένος πλέον, ξεκίνησε για το Σκαμνό (τότε το χωριό το λέγανε Προκοβενίκο). Τη φέρανε εδώ και την πρώτη βδομάδα τους φιλοξένησε ο Παπαγιώργης, ο Παπάς του χωριού. Αυτήν, μόλις πάτησε στο χωριό, τη ζώσανε τα φίδια. Ούτε αποθήκες έβλεπε, ούτε γιδοπρόβατα. Κατάλαβε σε τι λάκκο έπεσε, αλλά και τι να κάνει; Τότε οι γυναίκες άμα βάζανε στεφάνι, πάει μ αυτόν που παντρεύτηκαν, θα πέθαιναν. Διαζύγια και χωρισμοί ήταν εντελώς άγνωστα πράγματα. Μ άλλα λόγια υπέκυψε στη μοίρα της!! Γι αυτό κι ο Μιχάλης στην 6η και 7η ημέρα της είπε όλη την αλήθεια και την πήρε και την εγκατέστησε σε μία φτωχοκαλύβα που είχε φτιάξει στο μέρος, που αργότερα ο γιος του ο Γερο-Σπύρος έχτισε ένα επίσης φτωχό δίπατο σπίτι, χωρίς να το τελειώσει ποτέ.
Ο κ. Κουτσόπουλος με τη σύζυγό του την ιστορία αυτή την άκουσαν με προσοχή και πολύ ενδιαφέρον. Μάλιστα γέλασαν με την ψυχή τους, όταν άκουσαν το διάλογο που διαμείφθηκε μεταξύ των αδερφών. Τον βρήκαν πολύ έξυπνο και πολύ πειστικό!
Στο τέλος, όταν μας αποχαιρέτησαν για να φύγουν, ο Κ. Κουτσόπουλος μονολογώντας είπε:
Το ξαναλέγω: Το ζευγάρι έφυγε με τις καλύτερες εντυπώσεις για το χωριό. Αυτό εμένα μου άρεσε πολύ.
ΦτΣ Νο 50 Ιούλιος – Αύγουστος 1999