FtS91
1.- Εις την οικογένειαν Ταξίδες (Taxaceae) ανήκουν τρία (3) γένη, από τα οποία σημαντικότερον είναι η Τάξος (Taxus), το οποίον περιλαμβάνει επτά (7) είδη, τα οποία καλλιεργούνται ως διακοσμητικά.
2.- Εις την Ελλάδα απαντάται αυτοφυής μόνον ο ΄Ιταμος, ο οποίος είναι γνωστός με το επιστημονικόν όνομα Taxus baccata (= η Τάξος η ραγιώδης ή η Τάξος η ραγοφόρος ή η Τάξος η ρογοφόρος) . Επίσης η Τάξος είναι γνωστή εις την περιοχήν της Οίτης με το όνομα ΄Ιταμος (ο), εις τον Παρνασσόν ως μαυρέλατος, εις τον Πάρνωνα ως ήμερον έλατον, εις την Κέρκυραν ως δένδρον του θανάτου, ως καρκαριά σπανίως εις τον Παρνασσόν, ως φλομπερίτσα εις την περιοχήν του παλαιού Δήμου Δολόπων Ευρυτανίας [Theodor Heldreich (Θεόδωρος Χελντράϊχ): Λεξικόν των Δημωδών ονομάτων των φυτών της Ελλάδος. Αφοί Τολίδη, Αθήνα 1980 (επανέκδοσις), σελίς 107].
3.- Ο ΄Ιταμος είναι δένδρον, συνήθως δίοικον ύψους 20 μέτρων. Τα φύλλα του έχουν 1 – 3 εκατοστά μήκος, 2 – 3 χιλιοστά πλάτος και είναι οξύληκτα, («βαθυπράσινα βελονοειδή φύλλα», τα χαρακτηρίζει ο Νικόλαος Ζαλαώρας).
Το δένδρον ΄Ιταμος αναπτύσσεται πολύ αργά, αλλά ζει παρά πολλά χρόνια. Υπάρχουν δένδρα, των οποίων η ηλικία υπολογίζεται εις 2.000 – 3.000 χρόνια.
Φύεται, κατά προτίμησιν εις ασβεστολιθικά εδάφη εις τας ορεινάς περιοχάς της ηπειρωτικής κυρίως Ελλάδος. Συνήθως εμφανίζεται με σποραδικά άτομα εντός δασών άλλων δένδρων, κυρίως Ελάτης.
Ο ΄Ιταμος απαντάται και εξαπλώνεται εις τα δάση της Ευρώπης, της Βορείου Αφρικής και της Δυτικής Ασίας μέχρι των Ιμαλαΐων.
[Σκαμνιώτες εξερευνητές στη θέση Φτελιά, αναζητώντας τον Ίταμο. Από αριστερά: Περικλής Αστρακάς, Λουκάς Καραδήμας, Λουκάς Γ. Αστρακάς, Νικόλαος Ε. Μπαρδάκας]
4.- Ο ΄Ιταμος σχηματίζει έν είδος ψευδόκαρπου με σκληρόν σπέρμα, εις το κέντρον ενός κυπελλόμορφου σαρκώδους επιχιτωνίου με ζωηρόν κόκκινον χρώμα.
Οι βλαστοί, τα φύλλα και τα σπέρματα του Ιτάμου περιέχουν ισχυρήν δηλητηριώδη ουσίαν, την ταξίνην, η οποία δύναται να προκαλέση και επιφέρη τον θάνατον. Αντιθέτως το επιχιτώνιον του ψευδόρκαρπου δεν είναι δηλητηριώδες. Πεντακόσια (500) γραμμάρια από τα φύλλα του είναι ικανά να επιφέρουν τον θάνατο ενός αλόγου. Δι΄ αυτόν τον λόγον εις το χωρίον Σκαμνόν, οι ηλικιωμένοι μας συνεβούλευον να μη κόπτωμεν κλάδους και να μην τους δίνωμεν εις τα ζώα (μουλάρια, γαϊδούρια, άλογα, βόδια, αιγοπρόβατα).
5.- Το ξύλον του ιτάμου είναι καλής ποιότητος και χρησιμοποιείται εις την επιπλοποιΐαν και ξυλογλυπτικήν. Το φυσικόν χρώμα του ιτάμου είναι κοκκινωπόν, είναι σκληρόν και βαρύ, εάν δε υποστή κατάλληλον επεξεργασίαν, τότε ομοιάζει με το ξύλον του έβενου, ξύλον πολύτιμον, κατάμαυρον και βαρύ, το οποίον προέρχεται από ξενικά δένδρα της οικογένειας ΕΒΕΝΙΔΕΣ (EBENACEAE). (Επαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδια, τόμος 10, Φυτολογία. Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα, σελίδες 170 – 171).
6.- Υπάρχουν είδη της Τάξου, τα οποία καλλιεργούνται συχνά ως διακοσμητικά με διαφόρους μορφάς.
7.- Ο Helmut Baumann (Χέλμουτ Μπάουμαν) εις το κλασσικόν έργον του με τον τίτλον Die Griechische Pflanzenwelt in Mythos, Kunst und Literatur, München 1982, Ελληνική Μετάφρασις Πέτρου Μπρούσαλη: Η Ελληνική χλωρίδα στο μύθο, την τέχνη και τη λογοτεχνία, Β΄ ΄Εκδοσις 1999, σελίδες 50 – 51, εκθέτει περί του ΄Ιταμου τα ακόλουθα:
«… Ο ίταμος (Taxus baccata) ήταν πάλι αφιερωμένος στις Ερινύες, τις χθόνιες θεότητες της εκδίκησης, που τιμωρούσαν τις ανθρώπινες ασέβειες με το δηλητήριο αυτού του δέντρου. Η τοξικότητα αυτή ήταν γνωστή από πολύ παλιά. Πραγματικά, πεντακόσια γραμμάρια από τα φύλλα του μπορούν να σκοτώσουν ένα άλογο. Η ΄Αρτεμις χρησιμοποιούσε βέλη δηλητηριασμένα με ίταμο. Με εντολή της μητέρας της και με τέτοια βέλη σκότωσε τα παιδιά της Νιόβης, που καυχιόταν για την πολυτεκνία της, σε σύγκριση με τη Λητώ (΄Ομηρος Ιλ. 11.24.607). Η ΄Αρτεμις λατρευόταν, ανάμεσα σε άλλους και σ΄ ένα ναό, που βρισκόταν μέσα σ΄ ένα μεγάλο δάσος από ίταμους στο αρκαδικό βουνό Αρτεμίσιο. Σήμερα το βουνό είναι ξερό και δεν υπάρχουν παρά ελάχιστα τέτοια δέντρα. Το σκληρό και ανθεκτικό ξύλο του ίταμου ήταν από την αρχαιότητα πολυζήτητο για ξυλουργικές εργασίες. Η ομορφιά του ξύλου και η βραδύτητα ανάπτυξης του δέντρου, που μπορεί να ζήσει 2000 χρόνια, ήταν η αιτία της καταστροφής του. Σήμερα δεν υπάρχουν απ΄ αυτό το περήφανο δέντρο παρά μόνο λίγα φτωχά απομεινάρια ..».
8.- Εις την περιοχήν Σκαμνού υπάρχουν:
i) έν δένδρον ΄Ιταμος εις την περιοχήν Φτελιάς, από την οποίαν διέρχεται η ατραπός (μονοπάτι) προς «Κοτρωνιά το χωράφι», και Νευρόπολιν. Από την Φτελιάν άρχιζεν και άλλη ατραπός (μονοπάτι), κειμένη βορείως της προηγουμένης και βαίνουσα βορειοανατολικώς, η οποία διήρχετο το ρεύμα, από Βαθύγρεκα και Αλωνάκι, το σχηματιζόμενον μεταξύ της πλαγιάς Κουφόλογγου και του «Κοτρωνιά το χωράφι», εν συνεχεία ετρέπετο επί υπερυψωμένης ράχεως, σχήματος οξείας γωνίας, σχηματιζομένης μεταξύ του προηγουμένου ρεύματος και του ρεύματος της Νευροπόλεως, κατήρχετο εις την Κοίτην του Βαθυρέματος και εν συνεχεία έβαινεν βορειοανατολικώς καταλήγουσα εις το «Ρωμαίικον».
Δεξιά της ατραπού και εις απόστασιν 30 μέτρων περίπου, προτού φθάσωμεν εις το πρώτον των ως άνω δύο (2) ρευμάτων και δίπλα ακριβώς από ένα μικρόν βράχον ευρίσκεται ο αυτοφυής ΄Ιταμος Σκαμνού. Εγώ, ως μη ειδικός δεν δύναμαι να προσδιορίσω την ηλικίαν του, και
ii) Πέραν του ανωτέρω δένδρου Ιτάμου εις την περιοχήν Σκαμνού υπήρχεν και υπάρχει και δεύτερον δένδρον «΄Ιταμος» μικράς ηλικίας.
Από την Παλαιάν Βρύσην «Χαλάστρα» ανήρχετο ετέρα ατραπός (μονοπάτι) προς Φτελιάν. Εις το όριον της ιδιοκτησίας Ιωάννου Τζιβάρα του Δημητρίου, «Γιαννάκη», και του χωραφιού Ντανίλη άρχιζεν ατραπός (μονοπάτι) προς Τρύπες με κατεύθυνσιν προς βορράν. Μετά εκατόν (100) μέτρα περίπου η ατραπός διεκλαδίζετο και μία κατεύθυνσιν ταύτης ωδήγει ανατολικώς, διήρχετο από το απόκρημνον βράχον και εν συνεχεία ανήρχετο προς την Φτελιάν. Εις το βόρειον πρανές της Φτελιάς και αριστερά του μονοπατιού υπήρχεν και υπάρχει δεύτερον δένδρον «΄Ιταμος», νεαράς ηλικίας και εν συνεχεία και βορείως τούτου υπάρχουν αι λίπαι [(Tilia intermedia, ή, Tilia vulgaris, ή, Tilia europaea = λίπα, φλαμούρι, φλαμουριά) , Θ. Χελντράϊχ, op. cit., σελίς 19]. Εις την περιοχήν μετεβαίνα-μεν δια να κόψωμεν νεαρά ευθυτενή δένδρα, δια την κατασκευήν στυλιαριών εις τα διάφορα αγροτικά εργαλεία, (τσαπιά, σκεπαρνιές, σκαλιστήρια, τσεκούρια κ.λπ.). (Πληροφορία: Μιχαήλ Αστρακάς του Ταξιάρχου).
Εξ άλλου εις την κοίτην του Βαθυρέματος υπάρχουν άγριαι καστανιαί, άγριαι συκαί και πλήθος άλλων φυτών και δένδρων, η καταγραφή και περιγραφή των οποίων είναι έργον ειδικού επιστήμονος (βοτανολόγου, δασολόγου κ.λ.π.).
9.- Εδώ θέλω να σημειώσω, ότι κατά τα έτη 1959 – 1960, εις το χωρίον Σκαμνός, είχεν αποβιβασθή μία ομάς εκ τεσσάρων (4) φοιτητών της Γεωπονοδασολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης και κατόπιν παρακλήσεώς των μετέβημεν και τους υπέδειξα τον ΄Ιταμον Σκαμνού (το πρώτον).
Μελετήσαντες την περιοχήν, έλαβον κλάδους, φύλλα, καρπόν και φλοιόν (φλούδα) από κλωνάρι του δένδρου, δια χημικάς αναλύσεις, μετά μεγάλης προσοχής και απολύτου σεβασμού προς έν μνημείον της φύσεως.
Όλα τα ανωτέρω προς συμπλήρωσιν των όσων αναφέρει ο Νικόλαος Αλεξάνδρου Ζαλαώρας (Σκαμνός, στη Καρδιά της Ρούμελης, Αθήνα 2006, σελίδες 690 – 691).
10.- Εκ της λέξεως του δένδρου ΄Ιταμος παράγονται, ή ορθώτερον ειπείν, η λέξις ΄Ιταμος (ο), χρησιμοποιείται και ως τοπωνύμιον (δενδρωνύμιον) και δή:
i) ΄Ιταμος (ο): ΄Ορος της Θεσσαλίας, εις τον Νομόν Καρδίτσης, το οποίον έχει υψόμετρον 1.490 μέτρα. Κείται νοτίως της Λίμνης Ταυρωπού (: Νικόλαου Πλαστήρα) και αποτελεί κορυφήν της Νοτίας Πίνδου.
ii) ΄Ιταμος (ο): Χωρίον (ορεινός οικισμός) του Νομού Καρδίτσης, του Δημοτικού Διαμερίσματος Ραχούλα του νέου Δήμου Ιτάμου. Ευρίσκεται νοτίως της Καρδίτσης εις υψόμερον 1.000 μέτρων, και κατά την απογραφήν του 2001 είχεν 45 κατοίκους.
iii) ΄Ιταμος (ο): Ο νέος Δήμος του Νομού Καρδίτσης, εις το ομώνυμον όρος της Νοτίας Πίνδου, με έδραν το Καλλίθηρο και περιλαμβά-νει τα δημοτικά διαμερίσματα: Καλλιθήρου, Αμαράντου, Αμπελικού, Καροπλεσίου, Καστανιάς, Καταφυγίου, Νεράϊδας και Ραχούλας, και
iv) Ιταμός (ο): Χωρίον (ορεινός οικισμός) του νομού Φωκίδος, εις το δημοτικόν διαμέρισμα Επταλόφου του Δήμου Παρνασσού, εις υψόμετρον 1.270 μέτρων. Ο Ιταμός κατά την απογραφήν του 2001 ειχεν 97 κατοίκους (Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Λαρους – Μπριτάνικα, Τόμος 26, έκδοσις 2007, σελίδα 274, στήλη δευτέρα).
11.- Το όνομα του φυτού ΄Ιταμος (ο) σχετίζεται προς:
i) το επίθετον ιταμός, -ή, -όν (εκ του αρχαίου ΄Ιτης, γεν. ΄Ιτου, εκ του ρήματος είμι) = ο ορμητικός, ο έχων προκλητικόν ύφος, προκλητικός, αυθάδης, προπέτης, προπετής. Και εις την Βοτανικήν ο ιταμός = ο ΄Ιταμος.
ii) το επίρρημα ιταμώς = αναιδώς, ασυστόλως, κατά τρόπον ιταμόν , και
iii) Το ουσιαστικόν ιταμότης (η) = η ιδιότης του ιταμού, θρασύτης, αναισχυντία, αυθάδεια, προπέτεια.
(Ιωάννης Σταματάκος: Λεξικόν της Νέας Ελληνικής Γλώσσης, Τόμος Β΄, σελίς 1485).
12.- Κατόπιν όλων των ανωτέρω, νομίζω, ότι επιβάλλεται να ληφθούν μέτρα προστασίας των Ιτάμων Σκαμνού, αυτών των μοναδικών μνημείων της φύσεως, ως διάνοιξις του μονοπατιού, ανάρτησις σχετικής πινακίδος κ.λπ. και να καταστή ο τόπος επισκέψιμος και να μη έχη την τύχην του Πλάτανου του Ταξιάρχη, του Δένδρου Γρανισιώτη, των Τριών (3) Δένδρων εις Μακριάν Ράχη.
Άλλα μνημεία της φύσεως ήσαν οι Πρίνοι, (πουρνάρες), εις τον ΄Αγιον Αθανάσιον και αι δρείς (δένδρα) εις τον ΄Αγιον Ευστάθιον, τα οποία έκοψαν οι Ιταλοί στρατιώται, κατά την διάρκειαν της Γερμανοϊταλικής κατοχής (1941 – 1944). Επίσης η μαυρομουριά (Morus Nigra) του Νικολάου Ζαλαώρα του Ιωάννου, (Πατσονίκου), εις την θέσιν, όπου σήμερον ευρίσκεται η οικία των κληρονόμων Παραμυθιά, αι μαυρομουριαί (Morus Nigra), βορείως της παλαιά οικίας Κωνσταντίνου Βασιλόπουλου, εις το Κάτω Χωριόν, η Πουρνάρα του Τζιβαρομήτρου, υπό την σκιάν της οποίας συνήρχοντο οι γέροντες του χωριού, κατά τα μέσα του 19ου αιώνος, και συναποφάσιζον περί των κοινών υποθέσεων, ο μπακανιάρικος Πλάτανος, κάτωθι και βορειοδυτικώς της Μακριάς Ράχεως, τα δένδρα εις τον Κούκον, η Αγκορτσιά, εις το Κουτσοδημέϊκον, ο Δένδρος του Βασιλόπουλου εις Φτελιάν, ο Δένδρος εις τα Πουριά, άλλως Δένδρος του Τζιβαροθύμιου, και πολλά άλλα. Μερικά τούτων κατέστρεψαν οι κατακτηταί, ενώ άλλα, δυστυχώς, κάτοικοι του χωρίου Σκμανού, αφότου εφωδιάσθησαν με αλυσιδοπρίονα. Δεν θέλω να αναφέρω ονόματα, διότι είναι νεκροί και ως τοιούτοι δεδικαίονται, έχουν περάσει εις την κρίσιν της ιστορίας.-
Αθήνα, 11 Μαΐου 2007 / Περικλής Αστρακάς