Λογική, Λογιστική και Παραλογισμοί
Ο μπακαλόγατος λογιστής εθεωρείτο καπάτσος, καταφερτζής, σαΐνι, τόσο από το αφεντικό του, όσο και από τον περίγυρο.
Παραποιώντας, αποκρύβοντας, αλλοιώνοντας ή μαγειρεύοντας ποικιλοτρόπως τις επιχειρηματικές συναλλαγές ακολουθούσε αυτό που σήμερα και διεθνώς έχει επικρατήσει ως όρος, τη δημιουργική λογιστική (creative accounting), που είναι η κομψή απόδοση της έννοιας της καθ΄ ημάς κομπίνας. Για την τακτική του αυτή κατάφερε να πείσει και το αφεντικό του, καθώς του εξηγούσε ότι έτσι έκλεβε την εφορία, το ΙΚΑ και διάφορους άλλους φορείς του δημοσίου και όχι σπάνια τους εργαζόμενους στο μαγαζί, αλλά και τους λοιπούς συναλλασσόμενους δηλ. πελάτες και προμηθευτές. Έτσι, λοιπόν, το αφεντικό είχε αποδεχθεί αυτή την κατάσταση και κάπου – κάπου ένοιωθε και ικανοποιημένος από τον «ικανό» λογιστή του. Βέβαια, από την άλλη μεριά, ο επιχειρηματίας αντιμετώπιζε με κάποια δυσφορία το γεγονός ότι όλες αυτές οι αλχημείες του έμπιστού του λογιστή οδηγούσαν σε μία θολούρα με αποτέλεσμα να μην γνωρίζει πια είναι η πραγματική του οικονομική κατάσταση και γενικά έφτασε στο σημείο να μην ξέρει τι του γίνεται, κατά το κοινώς λεγόμενο. Ο ίδιος ο μπακαλόγατος μέσα στο σκηνικό της συσκότισης, της ανοργανωσιάς και της ακαταστασίας, όπου κανείς δεν μπορούσε εύκολα να εισχωρήσει και να βρει άκρη, άρχισε να κλέβει και για δικό του λογαριασμό. Η όλη κατάσταση δεν απείχε και πολύ από αυτήν που κάποιος είχε το μέλι στα δάκτυλά του και άρχισε να το γλύφει. Έφτασε στο σημείο να είναι οικονομικά πιο εύρωστος από το ίδιο το αφεντικό του, που δυστυχώς, αν και άρχισε να υποψιάζεται τα τεκταινόμενα, δεν μπορούσε να το εξακριβώσει. Από την άλλη μεριά δεν ήταν μπορετό να τον αντικαταστήσει γιατί φοβόταν ότι θα τον κατέδιδε στην εφορία για τις κλεψιές, καθώς και σε τόσους άλλους που είχαν πάθει το ίδιο.
Ο τύπος αυτός του κομπιναδόρου λογιστή, δεν είναι άγνωστος στον τόπο μας, καθώς τον έχει υπόψη του σχεδόν ο κάθε γνοιασμένος συμπολίτης μας. Το ίδιο μπορούμε να πούμε ότι δεν είναι άγνωστη η ίδια περίπου μεθοδολογία λογιστικής που εφαρμόσθηκε ευρύτατα στα δημόσια οικονομικά μας, με την μόνη διαφορά ότι εδώ στους θιγόμενους περιλαμβάνεται και η Ευρωπαϊκή Ένωση της οποίας αποτελούμε μέλος. Δεν διαφέρει πολύ αυτή η τακτική με αυτήν του μπακαλόγατου λογιστή. Εδώ τον βλέπουμε να λοιδορεί και να υποτιμά τη νοημοσύνη των κουτόφραγκων των Βρυξελλών, να ισχυρίζεται πως ό,τι μηχανεύεται το κάνει για να ωφελήσει την Ελλάδα και άλλα τέτοια.
Το τελευταίο διάστημα με την νέα διακυβέρνηση στη χώρα μας, αυτή η συζήτηση πήρε έκταση και τροφοδοτεί αντιπαραθέσεις μεταξύ των πολιτικών. Πολύ φοβούμαστε ότι από τις ατέρμονες δημόσιες συζητήσεις, ελάχιστα διαφωτίστηκε ο μέσος πολίτης. Πολλές φορές μάλιστα το επίπεδο της αντιπαράθεσης δεν είναι αυτό που θα έπρεπε, καθώς υποτιμάται η απλή λογική και η κοινή νοημοσύνη του συμπολίτη. Θεμελιώδεις αρχές και κανόνες, όπως αυτή της αυτοτέλειας των χρήσεων, που διέπουν κάτω από σαφείς διεθνείς προδιαγραφές και γενικά παραδεγμένες νόρμες την ένταξη ή οριοθέτηση των κονδυλίων σε κάθε χρήση. Την πιστή εφαρμογή στα δημόσια οικονομικά, χωρίς παρεκκλίσεις της αρχής της παραλαβής, μερικής ή ολικής των έργων, αγαθών ή υπηρεσιών, ή της μεθόδου των εκταμιεύσεων. Είναι απαράδεκτο ο κάθε λογιστής ή υπόλογος διαχειριστής να αλλάζει κατά το δοκούν και να μανουβράρει τα κονδύλια άλλοτε σπρώχνοντάς τα στις επόμενες χρονιές και άλλοτε μεταθέτοντάς τα προς τις προηγούμενες. Δεν μπορεί επί παραδείγματι έσοδα ΦΠΑ του 2004 να προσμετρώνται στο 2003. Δεν μπορεί συναφθέντα δάνεια στην Ολλανδία προ ετών να μην απεικονίζονται πουθενά!
Περιέργως αποδοκιμάζεται, ακόμη και η διενέργεια απογραφής της υπάρχουσας κατάστασης κατά την παραλαβή της από την νέα κυβέρνηση. Ενισχύεται η επίθεση με κατηγορίες, δυστυχώς από επώνυμους παράγοντες αιρετούς κλπ, της μορφής ότι η απογραφή ταιριάζει σε αποθηκάριους κλπ. Άντε να τους βάλουμε αυτούς τους λάβρους αδαείς, άσχετους και επικίνδυνους στην επιεικέστερη εκδοχή, να διαχειριστούν τα δημόσια οικονομικά μας, να καταργήσουν την απογραφή και κάθε νοικοκυρεμένη λογιστική τάξη και οριοθέτηση ευθύνης, να παραλαμβάνουν και να παραδίδουν τα ταμεία και τα δημόσια οικονομικά ο ένας από τον άλλον χωρίς έλεγχο και απογραφή, να βλέπουν το ταμείο του κράτους με την θεώρηση του self service, δηλ. όπως λέμε εμείς οι Ρουμελιώτες, μπάστε σκύλοι αλέστε και αλεστικά μην δίνετε.
Οι ίδιοι ακριβώς επικριτές της απογραφής, αφού επέμειναν κατ΄ αρχήν στην ορθότητα των στοιχείων της λεγόμενης ισχυρής οικονομίας, οπισθοχώρησαν στη συνέχεια και κάτω από το βάρος των αποκαλύψεων, στο επιχείρημα: «Ναι, εντάξει, αλλά να τα κρατάμε μεταξύ μας και να μην τα μαθαίνουν στην ΕΕ και στους άλλους διεθνείς οργανισμούς». Παρακάμπτουν την ουσία του θέματος και δεν δείχνουν ίχνη συγνώμης έναντι του λαού που τον παραπλάνησαν. Το ίδιο σκηνικό βλέπει με αμηχανία ο πολίτης να εκτυλίσσεται στην έρευνα για τη διαπλοκή και τις μίζες στους εξοπλισμούς, στη δημόσια υγεία κλπ, όπου μυθώδη ποσά χρεώνονται στις πλάτες του Έλληνα φορολογούμενου και οι ασχολούμενοι με τη σχετική διερεύνηση, περί άλλα υποδεέστερα τυρβάζουν. «Αδύνατη εκ των πραγμάτων η αποκάλυψη για το ποιος πήρε τις μίζες» αποφαίνονται. Ακούστηκε και από παράγοντα της συμπολίτευσης η παραίνεση «να αποφεύγουν οι εισαγγελείς να στέλνουν υποθέσεις στη Βουλή για διερεύνηση ευθύνης πολιτικών!!!»
-Σαν δεν ντρεπόμαστε λιγάκι! Εκρήγνυται ο απλός πολίτης.
Ο ίδιος, όμως απλός πολίτης αυτού του τόπου γνωρίζει ότι ο χουντικός νόμος «περί ευθύνης υπουργών» δεν καταρτίσθηκε για να καταλογίσει ευθύνες, αλλά για να ρίξει στα μαλακά τα τρωκτικά του δημοσίου χρήματος. Τόσες κυβερνήσεις πέρασαν μετά τη μεταπολίτευση και καμία δεν προχώρησε να αλλάξει και να καταργήσει αυτή την αμαρτωλή ρύθμιση που υπονομεύει το κύρος του Ελληνικού Κοινοβουλίου και υποθάλπει τη διαφθορά στο δημόσιο τομέα καταδικάζοντας τον τόπο στην οπισθοδρόμηση. Τα αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου, οφείλουν να αποτελούν ύλη του φυσικού, τακτικού δικαστή, ακόμη και αν πρόκειται περί πολιτικού. Το βλέπουμε σε όλες τις πολιτισμένες χώρες, το είδαμε και στη γειτονική Ιταλία που έστειλε τον Κράξι στην περιφρόνηση και την κατακραυγή, που μόλις πρόσφατα πέρασε τον Μπερλουσκόνι από κανονικό δικαστήριο κλπ.
Στη δημόσια διοίκηση να εισαχθεί χωρίς καθυστέρηση η αξιοκρατία. Να αρθεί ή έστω να μετριασθεί η διασφαλισμένη ασυλία αυτών που ταλαιπωρούν καθημερινά τον Έλληνα πολίτη, ταμπουρωμένοι στο απυρόβλητο του δημόσιου υπάλληλου – στελέχους. Μεγαλύτερη έμφαση εκεί που εντοπίζεται και η μεγάλη διαφθορά, όπως πιστοποιείται καθημερινά από τον καθένα εξ ημών, αλλά και διεθνείς καταξιωμένους φορείς, όπως την International transparency που εστιάζεται στους πολιτικούς και τα κόμματα, τη δημόσια υγεία, την πολεοδομία, την εφορία, την τοπική αυτοδιοίκηση. Είναι τουλάχιστον ντροπή να εμφανίζεται μόλις πρόσφατα η Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων να ανακοινώνει με περισσή έπαρση, ότι θα εισαχθεί το σύστημα τακτικής λογιστικής στην παρακολούθηση των οικονομικών της Βουλής. Διακήρυξε δηλαδή με τρομερή καθυστέρηση το αυτονόητο που έπρεπε να υπάρχει από τη σύσταση του κράτους το προπερασμένο αιώνα. Δεν είμαστε καθόλου σίγουροι ότι τηρείται με αυστηρότητα πλήρης λογιστική στην τοπική αυτοδιοίκηση, τα κρατικά νοσοκομεία και άλλους οργανισμούς του δημοσίου που διαχειρίζονται σοβαρούς οικονομικούς πόρους. Εάν, λοιπόν, δημιουργούμε με δικές μας πράξεις και παραλήψεις συνθήκες συσκότισης και αδιαφάνειας, πως είναι δυνατόν να μην δρουν τα τρωκτικά;
Η όλη κατάσταση και οι προοπτικές της χώρας μας με τα σοβαρά προβλήματα ανταγωνιστικότητας που αντιμετωπίζει η οικονομία μας δεν αφήνει κανένα περιθώριο εφησυχασμού. Δεν έχουμε καιρό και δεν επιτρέπεται να ασχολούμαστε με φαινόμενα διαφθοράς που πρέπει να κοπούν με το μαχαίρι με διακομματική συμφωνία. Έχουμε σοβαρότατα προβλήματα, απόρροια της σπατάλης και αλόγιστης χρήσης των κοινοτικών κονδυλίων. Μεγάλη ανεργία, υψηλό χρέος και ελλείμματα, διαρθρωτικές αγκυλώσεις, δύσκολη νοοτροπία που δείχνει εθισμό στην αρπαχτή, το εύκολο και γρήγορο κέρδος, την κακή ποιότητα αγαθών και υπηρεσιών, τον τυχοδιωκτισμό. Ύστερα από την επιτυχή, πλην πανάκριβη Ολυμπιάδα που ωφέλησε οικονομικά συγκεκριμένες ελάχιστες οικογένειες, οι πολιτικοί εναποθέτουν τις ελπίδες στην λεγόμενη μεταολυμπιακή περίοδο. Δουλειά τους είναι, θα’ λεγε κανείς, να μοιράζουν ελπίδες και να χαϊδεύουν αυτιά. Εμείς, όμως, μέσα από τις στήλες της ΦτΣ μάθαμε να λέμε με ειλικρίνεια τη γνώμη μας, ακόμη και αν δεν φέρνει ευχαρίστηση: Οι γενεσιουργοί λόγοι που οδήγησαν στην μέτριες επιδόσεις μέχρι και την Ολυμπιακή χρονιά, δεν εξέλιπαν και ως εκ τούτου δεν είμαστε καθόλου βέβαιοι ότι μας περιμένει ένα καλύτερο μέλλον. Τα διδάγματα και η απήχηση στη νοοτροπία και τις τακτικές στο ευρύ κοινό, από την μεγάλη διοργάνωση, δεν φαίνονται, δεν είναι απτά. Επιστρέψαμε, επί παραδείγματι, μετά την ολυμπιακή παρένθεση στα σκουπίδια εδώ κι εκεί!
Διανύουμε περίοδο παρακμής και βαθιάς κρίσης και πρέπει να το πάρουμε χαμπάρι. Όλοι πλέον σε διεθνές επίπεδο φέρνουν τη χώρα μας σαν παράδειγμα προς αποφυγή, ενώ προβάλουν την Ιρλανδία ως παράδειγμα άξιο μελέτης και προσοχής. Με φορολογία επιχειρήσεων 12,5% στην Ιρλανδία και χωρίς λαδώματα σε κάθε βήμα και έναν αποτελεσματικό κρατικό μηχανισμό, με συντελεστές γύρω στο 15 και 17,5% στις νεοεισελθούσες χώρες της ανατολικής Ευρώπης, με μοτιβαρισμένο και φθηνό προσωπικό, γιατί να έρθουν οι επενδύσεις στην Ελλάδα όπου θα μειωθεί ο συντελεστής από το 35% στο 32% και σταδιακά μέχρι το 2006 στο 25%;
Οι πολιτικοί ηγέτες της χώρας και ιδιαίτερα ο Κώστας Καραμανλής που πήρε την ισχυρή εντολή του 45% του Ελληνικού λαού στις 7 Μαρτίου 2004, αλλά και ο Γιώργος Παπανδρέου, ο νέος ηγέτης του ΠΑΣΟΚ έχουν τεράστιες ευθύνες. Χωρίς παλινωδίες και δισταγμούς, να εκλέξουν τους σωστούς συνεργάτες τους και να προχωρήσουν σε τομές. Δεν πείθεται και πολύ σωστά δεν καταλαβαίνει ο συνετός πολίτης από τερτίπια και στάχτη στα μάτια του. Δεν αποδέχεται τους ανίκανους και διεφθαρμένους σε οποιαδήποτε θέση του δημοσίου να τον κλέβουν και να τον ταλαιπωρούν συστηματικά. Δεν ξεχνά αυτό που μας δίδαξαν οι πρόγονοί μας: Οι ασχολούμενοι με τα δημόσια πράγματα, με την πολιτική, εισέρχονται στο στίβο αυτό πλούσιοι και βγαίνουν πτωχοί, εισέρχονται πτωχοί και εξέρχονται και πάλι πτωχοί. Τόσο απλά είναι τα πράγματα.