FtS60
υπό Γεωργίου Αστρακά
Προσφάτως σε βιβλίο, ιστορικού και λαογραφικού περιεχομένου, διάβασα μερικές εύθυμες και ευτράπελες ιστορίες, που σε μεγάλο ποσοστό έχουν σχέση με τους κατοίκους Κλειτορολευκασίας, περιοχής Καλαβρύτων. Από αυτές ξεχώρισα τέσσερις, που μου άρεσαν ιδιαιτέρως και, το σπουδαιότερο, με έκαμαν να γελάσω από τα βάθη της καρδιάς μου.
Σκέφθηκα, πως οι ιστορίες αυτές δεν θα ήταν άσκοπο να δημοσιευθούν στην Εφημερίδα μας, στη ΦτΣ, για να τις απολαύσουν και να τις χαρούν γενικά όλοι οι αναγνώστες της. Μπορεί και να γελάσουν, καλή ώρα, όπως γέλασα κι εγώ.
Εν είδει εισαγωγής, θεωρώ σκόπιμο να πληροφορήσω τους αναγνώστες της ΦτΣ, πως το βιβλίο φέρει τον τίτλο: Λαϊκός πολιτισμός Κλειτορολευκασίας Καλαβρύτων. Συγγραφέας είναι ο συνταξιούχος εκπαιδευτικός Μέσης Εκπαίδευσης, ο κ. Θεόδωρος Καρασούτας. Κατάγεται από την Κλειτορία (πρώην Μαζέϊκα) και έχει σπουδάσει Φιλολογία και Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Προσωπική μου άποψη είναι, πως πρόκειται για αξιόλογο και χαρισματικό άνθρωπο, ο ποίος είναι λίαν φιλόπονος και συστηματικός και επί πλέον χειρίζεται την Ελληνική Γλώσσα με τρόπο άριστο και υποδειγματικό. Καιρός όμως να παραθέσουμε τις ιστορίες:
1. Η χρυσή πέννα
Στο Σουρπούλια, παλιό Δικολάβο από την Κόκοβα, παρουσιάστηκε μια μέρα κάποιος από τα χωριά μας και του είπε:
-Θέλω να μου φτιάξεις μια μήνυση.
Φαινόταν αναστατωμένος και μέσα απ΄τα δόντια του μουρμούριζε ξανά και ξανά:
-Θα του δείξω, θα του μπήξω του κερατά, και άλλα τέτοια.
Ο Σουρπούλιας έπιασε αμέσως το νόημα και σκέφθηκε να εκμεταλλευτεί την κατάσταση.
-Και δε μου λες ρε φίλε, με ποια πέννα θες να σου γράψω τη μήνυση, με τη χρυσή ή με την μπρούτζινη;
-Και τι έχει να κάνει αυτό; ρώτησε ο χωρικός.
-Με την μπρούτζινη, κερδίζουμε δεν κερδίζουμε την υπόθεση, ενώ με τη χρυσή είμαστε σίγουροι χίλια τα εκατό.
-Με τη χρυσή, απάντησε αυτός χωρίς καμία σκέψη.
-Ναι … αλλά θα κοστίσει παρά πάνω, είπε ο δικολάβος.
-Πόσο;
-500 δραχμές (είπε ένα απλό νούμερο).
-Και με την μπρούτζινη;
-200 δραχμές αλλά δεν ξέρεις αν θα γίνει η δουλειά σου.
Εκείνος έξυσε το κεφάλι του, σκέφθηκε λίγο και ύστερα είπε αποφασιστικά:
-Να τη γράψεις με τη χρυσή.
Τόσο μεγάλο ήταν το γινάτι του!!!
2. Τα δίδυμα του Σουλτάνου
Ένας Σουλτάνος κάποτε ήθελε να μάθει τι παιδί θα έκανε η γυναίκα του. Κάλεσε λοιπόν τους συμβούλους του και τους ζήτησε να ψάξουν και να βρουν τους κατάλληλους ανθρώπους, που θα μπορούσαν να τον πληροφορήσουν σχετικά. Αυτοί άρχισαν να ρωτούν από δω κι΄ από κει, ψάχνοντας να βρουν κάποιον που θα ήξερε από τέτοια πράγματα. Τέλος πάντων άκουσαν ότι κάποιος χωρικός που ζούσε στα Γιάννενα μπορούσε να φανεί χρήσιμος.
Ο Σουλτάνος έστειλε ανθρώπους στην Ήπειρο να τον φέρουν. Ο κακομοίρης τρομοκρατήθηκε και πίστεψε, ότι ήρθε το τέλος του, γιατί τι μπορούσε να τον θέλει ο Σουλτάνος; Για καλό;
Τον έφεραν μπροστά στο Σουλτάνο. Εκείνος έπεσε στη γη και τον προσκύνησε.
-Σήκω πάνω ορέ, του είπε. Θα μου βρεις τι παιδί θα κάνει η γυναίκα μου. Αν το βρεις θα σε χρυσώσω, αλλιώς θα σε σκοτώσω.
Τι να ΄κανε ο καημένος. Έπαιζε το κεφάλι του κορώνα – γράμματα.
-Θέλω να τη δω γδυτή, γιατί αλλιώς δεν μπορώ να καταλάβω, είπε δειλά-δειλά ο άνθρωπος.
Ήρθε εκείνη, γδύθηκε. Την έβαλε να ανεβοκατεβαίνει σε μια σκάλα κάμποσες φορές. Εκείνος έξυνε το κεφάλι του από αδημονία. Δεν μπορούσε να καταλάβει. Γεμάτος απορία και στενοχώρια είπε στο Σουλτάνο:
-Αφέντη μου απάνω αγόρι, κάτω κορίτσι, αυτό βλέπω.
Όταν ήρθε ο καιρός, γέννησε η γυναίκα και έκανε δίδυμα: ‘ένα αγόρι και ένα κορίτσι. Γεμάτος χαρά ο Σουλτάνος φώναξε:
-Το βρήκε, το βρήκε. Να μου τον φέρετε εδώ.
Τον έφεραν στο Παλάτι.
-Πάει θα με κόψει, σκέφθηκε όλο τρόμο ο κακομοίρης.
-Μπράβο ορέ, είπε ο Σουλτάνος. Το βρήκες. Η γυναίκα μου γέννησε δίδυμα, αγόρι και κορίτσι.
Τον χρύσωσε και τον έστειλε πίσω στο χωριό του.
3. Αυτή που γέννησε πρώϊμα
Κάποια γυναίκα έπιασε παιδί πριν να παντρευτεί και γέννησε πρώιμα. Άρχισαν τότε στο χωριό τα χάχανα και τα σου, ψου, μου.
Μια μέρα κάποια της είπε τι λένε στο χωριό. Κι΄ αυτή σοβαρά – σοβαρά απάντησε:
-Μωρ΄ τι λέτε ξεμωραμένες; Δεν είστε άξιες να λογαριάσετε σωστά. Μάης και Μαϊστρος μας κάνουν δύο μήνες, θεριστής και δραπανιάρης άλλοι δύο, Αύγουστος κι ΄ Αυγουσταρέλος, πάλι δυο και πάει λέγοντας. Κι έτσι έφερε τη γέννα ταμάμ στον καιρό της.
4. Γιατί η κουκουβάγια είναι στραβή
Μια κουκουβάγια είναι καθισμένη πάνω σ΄ ένα δέντρο. Μετά από λίγο έρχονται και ξαπλώνουν κάτω από το δέντρο ένας νέος και μια νέα και αρχίζουν τα ερωτικά τους παιχνίδια. Η κουκουβάγια, να εκεί, το μάτι της γαρίδα. Σε κανα καιρό, αφού το ζευγάρι είχε τελειώσει, η κοπέλα άρχισε να τσιρίζει και να κλαίει, γιατί πάτησε και την τρύπησε κάποιο αγκαθάκι. Η κουκουβάγια από πάνω κούνησε το κεφάλι της με νόημα και άρχισε να λέει:
-Τι σου είναι οι άνθρωποι! Τόση ώρα τίποτα δεν την τρύπαγε, από… Τίποτε άλλο δεν πόνεσε. Το αγκαθάκι την τρύπησε και την πόνεσε. Και συνέχισε:
-Θεέ μου κάνε με στραβή για να μη βλέπω από δω και πέρα τα παράξενα του κόσμου!!!
Κι ο Θεός άκουσε τα παρακάλια της κι΄έτσι η κουκουβάγια είναι από τότε στραβή.