Ο Σπερχειός και ο Αχιλλέας

20140621
Βασίλης Κανέλλος, Εκπαιδευτικός, Εντεταλμένος Σύμβουλος Δήμου Μακρακώμης, μέλος του Συμβουλίου για τον Αχιλλέα
Εισήγηση στο 1ο Διεθνές Συνέδριο για τον Αχιλλέα στη Λαμία, 20 & 21.06.2014

Η παρούσα εισήγηση αποτελεί κατά κάποιο τρόπο την επιτομή ενός συλλογικού συγγραφικού πονήματος με τον τίτλο: «Αναζητώντας ίχνη του Ομηρικού Αχιλλέα στην κοιλάδα του Σπερχειού», που εκδόθηκε το 2006. Με τους συναδέλφους Τάκη Ευθυμίου και Ευθύμη Αδάμη, οι οποίοι για λόγους ανώτερους της θελήσεώς τους δεν παρευρίσκονται και τους οποίους έχω την τιμή να εκπροσωπώ, δραστηριοποιούμενοι επί πολλά χρόνια με την τοπική ιστορία και λαογραφία, πρωτίστως ως εκπαιδευτικοί, προσπαθήσαμε με τη βιβλιογραφική και παρατηρήσιμη έρευνά μας να προσεγγίσουμε και να επαναφέρουμε στην επικαιρότητα ένα μυστήριο της ελληνικής προϊστορίας, του εντοπισμού του βασιλείου του Ομηρικού Αχιλλέα. Ένα αινιγματικό και ακανθώδες ζήτημα που οι ειδικοί επιστήμονες και αρχαιολόγοι καλούνται να αναδείξουν.

Για να τεκμηριώσουμε τη σύνδεση της περιοχής με το συγκεκριμένο θέμα λάβαμε υπόψη τρεις βασικές προϋποθέσεις στην ερευνητική μας προσπάθεια: Την ύπαρξη γραμματολογίας- βιβλιογραφίας, ορατών ιχνών του παρελθόντος και ιστορικών παραδόσεων που αφορούν τον Αχιλλέα. Η κοιλάδα του Σπερχειού εμφανίζει έντονα και τις τρεις αυτές προϋποθέσεις, πράγμα που μας προέτρεψαν να αναζητήσουμε ίχνη του ομηρικού ήρωα σ΄ αυτήν.

Η κοιλάδα του Σπερχειού λόγω της σπουδαίας γαιομορφολογίας της αποτελούσε ζηλευτή θέση για κατοίκηση, από τα προϊστορικά ακόμη χρόνια. Προστατευμένη από τα φυσικά όρια της Οίτης της Όθρης και του Τυμφρηστού, με πρόσβαση αλλά και κάλυψη από τη θάλασσα, με εύφορη παραποτάμια γη, με άφθονα νερά και πηγές, με ήπιο κλίμα και με τροφοδότη χαλκού την Όθρη, δημιουργούσε όλες τις ευνοϊκές προϋποθέσεις φιλοξενίας αλλά και ανάπτυξης μόνιμων και σταθερών εγκαταστάσεων πληθυσμών. Αυτή η φυσική της οχύρωση, η οικονομική της αυτάρκεια, η εφαρμογή των οικιστικών- στρατηγικών κανόνων των Μυκηναίων, σε συνδυασμό με τα ευρήματα που έχουν προέλθει από διάφορες θέσεις, προσφέρουν άφθονα επιχειρήματα για να συνδεθεί η κοιλάδα του Σπερχειού με τον επιφανέστερο ήρωα της Ιλιάδας, τον Αχιλλέα.

Στη διαμόρφωση μιας τέτοιας θεώρησης, βασικός μάρτυρας υπάρχει ο ποιητής Όμηρος, ο οποίος αν και έζησε αιώνες μετά τη μυκηναϊκή εποχή, διατείνεται ότι όχι μόνο οι ήρωές του, αλλά και τα γεγονότα που αφηγείται έχουν ρεαλιστικό τόπο και χρόνο, οι αναφορές του δηλαδή λειτουργούν μέσα σε ένα ιστορικό και γεωγραφικό πλαίσιο. Ο Αχιλλέας έχει ένα πραγματικό βασίλειο, με γεωγραφικά όρια, γείτονες λαούς, πόλεις και λαό δικό του. Τα έπη και κυρίως η «Ιλιάδα», που μας ενδιαφέρει άμεσα, εκτός από τη φιλολογική τους αξία εμπεριέχουν αψευδή στοιχεία ιστορικότητας καθόσον αποτελούν ένα ιδιόμορφο σύμπλεγμα μύθου, ιστορίας και λογοτεχνίας. Μην ξεχνάμε ότι ο αρχαιολόγος Ερρίκος Σλήμαν πάνω στις περιγραφές του Ομήρου στηρίχτηκε για τον εντοπισμό της Τροίας. Τον Τρωικό πόλεμο, που με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα (ανασκαφές στην πόλη της Τροίας, στις Μυκήνες κ.α.) αντιμετωπίζεται ως πραγματικό ιστορικό γεγονός, τον γνωρίζει και ο Ησίοδος, αλλά και οι μεγάλοι ιστορικοί Ηρόδοτος και Θουκιδίδης που τον θεωρούν υπαρκτό γεγονός, ενώ έντονες μνήμες διασώζουν και οι τραγικοί ποιητές, που θα αφιερώσουν στους ήρωες της Τροίας πολλές τραγωδίες.

Σήμερα, κάθε αναφορά στην πατρίδα του Αχιλλέα φαντάζει ένα άπιαστο όνειρο, αφού τίποτε ουσιαστικό δε βρέθηκε, που να τον συνδέει με έναν ρεαλιστικό χώρο. Οι Μυκήνες, η Πύλος, η Τύρινθα…, ιδιαίτερες πατρίδες ομηρικών ηρώων, ανεβρέθηκαν και έδωσαν πλούσια στοιχεία για την ελληνική προϊστορία, δεν αποκαλύφθηκαν ακόμη η Φθία ή η Ελλάς. Τα μυστικά των φθιωτικών ανακτόρων, οι πινακίδες, οι τάφοι της βασιλικής οικογένειας, προσωπικά αντικείμενα…, όλα αυτά, που μπορούν να δώσουν οντότητα στο μύθο, δεν ήρθαν ποτέ στο φως, για να επιβεβαιώσουν την ομηρική αφήγηση. Πολλά είναι τα ερωτηματικά, που συνοδεύουν αυτή τη δυσκολία στον εντοπισμό τους. Μήπως, τελικά, αυτός ο εντοπισμός τους απέτυχε, επειδή ακολουθήθηκαν εντοπισμοί, που πρότεινε, κυρίως, η μεταγενέστερη του Ομήρου γραμματεία και αγνοήθηκε ο Όμηρος; Πολλοί υποστηρίζουν ότι η παρερμηνεία των ομηρικών κειμένων, για καθαρά τοπικιστικούς και πολιτικούς λόγους, ο λεγόμενος «συντεταγμένος εξομηρισμός», είχε βαθύτατες αλλοιωτικές συνέπειες στη μεταομηρική πολιτική γεωγραφία;
Επειδή η θεωρητική προσέγγιση του ζητήματος αφήνει περιθώρια για ποικίλες απόψεις, τίθεται ένα βασικό ερώτημα που πρέπει ν΄ απαντηθεί: «Πού, λοιπόν, και με ποια επιχειρήματα θα μπορούσαμε να ορίσουμε το βασίλειο του Αχιλλέα;» Κατά την άποψή μας η θέση του βασιλείου μπορεί να προσδιορισθεί σε σχέση με ένα μοναδικό σταθερό του στοιχείο, που αναφέρεται στην Ιλιάδα, το οποίο δεν πρέπει να παραβλέψουμε και αυτό είναι ο Σπερχειός ποταμός. Παραθέτοντας επιχειρήματα, τα οποία αντλήσαμε, κυρίως, από την ελληνική γραμματολογία και τον Όμηρο, θα προσπαθήσουμε να τεκμηριώσουμε τη στενή σχέση μεταξύ Αχιλλέα και Σπερχειού και της κοιλάδας που διαρρέει.

Ο Διογέννητος Σπερχειός αναφέρεται με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο στο μύθο της Πολυδώρης, της κόρης του Πηλέα, που τη γονιμοποιεί ο ίδιος ο Θεός- ποταμός, που ρέει και ζωογονεί το βασίλειο. Το έκγονο από αυτή τη συνεύρεση, ο Μενέσθιος, γιος του θεού, είναι μαχητής στον κοινό αγώνα κατά της Τροίας, συντροφιά με το νόμιμο βασιλιά (ή διάδοχο) του τόπου, τον Αχιλλέα, που προστατεύει ο θεός- ποταμός (Π 173-179).
Ένα άλλο σημείο στο οποίο πρέπει να επικεντρώσουμε την προσοχή μας είναι τα λόγια του Αχιλλέα, μπροστά στη νεκρική κλίνη του αγαπημένου φίλου του Πατρόκλου:

«…Σπερχειέ, άδικα σου έταξε ο πατέρας μου πως,
όταν εγώ γυρίσω, εκεί στην πατρική μου γη, για χάρη σου,
θα έκοβα τα μαλλιά μου και θα σου πρόσφερα ιερή, πλούσια θυσία
και πως εκεί θα έσφαζα πενήντα βαρβάτα κριάρια στις πηγές σου,
όπου έχει τέμενος και ευώδη βωμό…» (Ψ 144-147).

Ο διάδοχος βασιλιάς, μπροστά στο λαό που προέρχεται από τη Φθία και λατρεύει τον «επιχώριο» ποταμό, νιώθει το ιερό χρέος ν΄ απευθυνθεί ενώπιόν τους στον τοπικό προστάτη (θεό-ποταμό), και με παράπονο και μεγάλη λύπη να πει δημόσια ότι θα αθετήσει το καθιερωμένο αφιερωματικό «δώρο» προς τιμήν του. Δηλαδή, υπενθυμίζοντας την ευχή του Πηλέα, «να του αποθέσει στις πηγές την κόμη του γιου του», μαζί με «ιερή εκατόμβη», πλούσια θυσία, γνωστοποιεί σε όλους ότι η τελετή προσφοράς δε θα εκτελεστεί, γιατί το τιμητικό δώρο θα προσφερθεί στο νεκρό ήρωα Πάτροκλο.

Η συνήθεια αυτή φαίνεται ότι είχε μεγάλη σημασία στα πρώιμα λατρευτικά έθιμα των ελληνικών φύλων (Δαναών -Αχαιών- Ιώνων), που η σχέση τους και η νοηματική τους σύνδεση με τους ποταμούς και το νερό διατηρείται στα ίδια ονόματα που έφεραν. Οι πρώτες συλλογικές ονομασίες των ελληνόγλωσσων φύλων, που χρησιμοποιεί ο Όμηρος και οι οποίες όπως όλα βεβαιώνουν αποτελούν παράλληλες στον όρο «Έλληνες», προέρχονται, ως ελληνικές λέξεις, από ινδοευρωπαϊκές ρίζες που σημαίνουν «νερό». Αχαιός από την ρίζα akw = νερό, που κάποια διάλεκτος την μετέτρεψε σε «αχ» και κατόπιν υιοθετήθηκε μ΄ αυτη τη μορφή από τους Έλληνες, Δαναός από τη ρίζα danu = νερό, Ίωνας από τη ρίζα is =θεραπεία, ορμή. Επίσης ο γενάρχης Δευκαλίωνας από το δευ, του ρήματος δεύω= βρέχω. Σχέση με το νερό έχει και το όνομα του Αχιλλέα που παράγεται από την ίδια ρίζα με τη λέξη Αχαιός, που προαναφέρθηκε, όπως και πολλά υδρωνύμια (Αχελώος-Αχέροντας-Ίναχος κ.ά.). ο Αχιλλέας λατρεύτηκε ως θεότητα του υγρού στοιχείου σε πολλές περιοχές της Ελλάδας αλλά και σε αρκετές αποικίες του Εύξεινου ΠόντουΗ πεποίθηση ότι οι ποταμοί είχαν μεγάλη δύναμη για την ανάπτυξη των παιδιών και ότι το νερό κάποιων πηγών είχε ζωογόνο δύναμη, ήταν βαθιά ριζωμένη στους προγόνους μας και σ΄αυτήν την αντίληψη οφείλονται οι πάμπολλες γενεαλογίες ηρώων από ποταμούς.

Συνεπώς, η εκδήλωση τιμής και λατρείας από τον πατέρα ενός νέου στους ντόπιους ποταμούς, ήταν πράξη «επιβεβλημένη», που σήμαινε μια τελετουργία, πολύ αρχαία, κοντά στο νερό, την πηγή ζωής και πλούτου, που γινόταν όχι μόνο στους ποταμούς, αλλά γενικά, στις πηγές, στην αρχή των υδάτων (και της ζωής), που άρδευαν και ζωογονούσαν ολόκληρες περιοχές. Για να εννοήσουμε καλύτερα τις ομηρικές αναφορές θα αναφερθούμε επιγραμματικά σε κείμενα ξένων επιστημόνων-μελετητών της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, όπως του w. Burkert, ο οποίος σχολιάζει: « Η ιδέα ότι οι ποταμοί είναι θεοί και οι πηγές νύμφες είναι βαθιά ριζωμένη, όχι μόνο στην ποίηση, αλλά στην πίστη και στην τελετουργία. Η λατρεία αυτών περιορίζεται μόνο από το γεγονός ότι συνδέονται αναπόσπαστα με έναν ιδιαίτερο τόπο. Κάθε πόλη τιμά το δικό της θεό ποταμό, τη δική της πηγή.

Για τον ποταμό ιδρύεται τέμενος και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και ναός. Αγόρια και κορίτσια, κατά την ενηλικίωσή τους, προσφέρουν τα μαλλιά τους, αναθήματα αφιερώνονται σε οικίσκους πηγών, ζώα σφαγιάζονται μέσα στους ποταμούς και στις πηγές».

Το γεγονός ότι στο ομηρικό κείμενο αναφέρονται οι λέξεις τέμενος, βωμός και πηγές του ποταμού, αυτό σημαίνει ότι, όχι μόνο η τελετουργία, που έχει τους απαραίτητους τελετουργικούς χώρους, την υποδομή (βωμός), ελέγχεται από τον Πηλέα, αλλά και ότι και οι πηγές, και όλη η ροή και η χρήση των υδάτων του Σπερχειού ανήκουν στον ίδιο.

Όλα δείχνουν τη στενή σχέση ποταμού-βασιλιά και τη δικαιοδοσία του Πηλέα σε όλη την κοιλάδα εκατέρωθεν της ροής του, γιατί αυτός είναι ο τοπικός θεός ποταμός, στον οποίο μόνον αυτός προσωπικά, και ο γιος του, από όλους του βασιλείς της Φθίας μπορεί να εύχεται. Ο προστάτης θεός δικαιούται να γονιμοποιήσει την κόρη του βασιλιά Πηλέα, την Πολυδώρη (εύφορη γη), ώστε ο γιος του Σπερχειού, ο Μενέσθιος (Π 175) να μεταφέρει ως στοιχείο της ύπαρξής του την ιερή θεϊκή δύναμη στο βασιλικό γένος και ο οποίος δικαιωματικά, ως απόγονος του θρόνου, διοικεί ένα από τα πέντε στρατιωτικά σώματα του Αχιλλέα.

Ο ίδιος ο Αχιλλέας υπόσχεται να προσφέρει τα μαλλιά του στο Σπερχειό, μετά την επιστροφή του. Λογικά αυτό μπορεί να εξηγηθεί μόνο αν ο λαός, που ήρωές του ήταν ο Πηλέας και ο Αχιλλέας, κατείχε την κοιλάδα του Σπερχειού. Αποτυπώνεται έτσι μια πραγματικότητα, ότι δεν μπορεί να αποσπασθεί το βασίλειο του Αχιλλέα από την κοιλάδα του Σπερχειού, ούτε και ο Σπερχειός από την παράδοση των Μυρμηδόνων- Ελλήνων. Είναι κάπως παράλογο ο Σπερχειός ποταμός να λατρεύεται σε μια άλλη περιοχή ως θεός, τη στιγμή που ούτε τα νερά του προσφέρει εκεί, ούτε κάνει εύφορη τη γη, για να ανταμείβεται τιμητικά και ο ντόπιος βασιλιάς να του προσφέρει την κόμη του διαδόχου του. Άλλωστε και η μεταφορά εκατό βοδιών ή πενήντα κριαριών από ένα μακρινό τόπο στις πηγές άλλου ποταμού για να θυσιαστούν φαντάζει προσπάθεια αρκετά χρονοβόρα και επίπονη.

Το νόημα της ευχής του Πηλέα για τη θυσία σε συσχετισμό με το μύθο της γονιμοποίησης της κόρης του βασιλιά, αποδεικνύουν με σαφή τρόπο το τι δήλωναν οι ανάλογοι μύθοι, που είχαν ως θέμα τη συνεύρεση ποταμού (θεού) και κόρης (άρχοντα), δηλαδή συμβόλιζαν τη σχέση ποταμού- εύφορης γης και συνεπώς, αγαθών-λαού ή πλούτου- βασιλικής εξουσίας. Ο Όμηρος ξεκάθαρα αναφέρει ότι ο Σπερχειός ποταμός είναι ο γονιμοποιός θεός στο βασίλειο του Αχιλλέα και δέχεται λατρευτικές τιμές από το βασιλιά (την κόμη των νεαρών), θυσίες, πλούσιες «εκατόμβες»…πράγμα που δείχνει ότι η ψυχική σχέση λαού-ποταμού και πολιτικής εξουσίας-εδάφους ( της κοιλάδας Σπερχειού) εκεί μόνο είχε νόημα και εφαρμογή. Θα ήταν ίσως πολύ παράξενο ένας Θεσσαλός βασιλιάς να επικαλείται ένα ποτάμι της κοιλάδας του Σπερχειού, που βρίσκεται πολύ μακριά από την έδρα του βασιλείου του. Εικάζουμε ότι δεν θα ήταν καθόλου δύσκολο στον Όμηρο, ως άριστο γνώστη της γεωγραφίας, να ονοματίσει τον Πηνειό, ή έναν άλλο μεγάλο ποταμό της αρχαιότητας, τον Ενιπέα, τον οποίο αναφέρει και στην Οδύσσεια (Λ 241) κατά τη σύντομη ανασκόπηση της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, αλλά και σε έναν παρόμοιο με το Σπερχειό μύθο, όπου τον ερωτεύεται η Τυρώ, ένα θεσσαλικό πρόσωπο, εγγονή του Αιόλου.

Αυτά τα δύο νευραλγικά σημεία (επίκληση-γονιμοποίηση) είναι κατά τη γνώμη μας ατράνταχτα στοιχεία που τεκμηριώνουν τη στενή σχέση Αχιλλέα και Σπερχειού. Βέβαια, αυτή η προσέγγιση «εκτοπίζει» το βασίλειο του Αχιλλέα έξω από τις πεδινές και εύφορες θεσσαλικές περιοχές και το καθιστά στενόχωρο και περιορισμένο, με ελάχιστα εδάφη προς τη νότια Θεσσαλία, όμως πιστεύουμε ότι ως άποψη δεν αποτελεί καθόλου υπερβολή, ούτε είναι μακριά από το νόημα των ομηρικών αναφορών. Ο Αχιλλέας, σύμφωνα με τον κατάλογο των πλοίων, όπου απαριθμούνται οι δυνάμεις των Αχαιών στην εκστρατεία κατά της Τροίας, έχει μαζί του 50 καράβια και 2500 άντρες, μικρή, συγκριτικά, δύναμη σε σχέση με άλλους βασιλείς, διοικούσε μόνο 6 πόλεις ή περιοχές και είχε μικρή επιρροή στο στράτευμα, όπως φαίνεται κατά τη διαφωνία του με τον αρχιστράτηγο Αγαμέμνονα, όταν ουδείς βασιλιάς, φίλος ή γείτονάς του συντάσσεται με εκείνον, ακόμα και ο ξάδελφός του Αίαντας και ο παιδαγωγός του Φοίνικας.

H αναγκαιότητα της συμμετοχής του Αχιλλέα στον Τρωικό πόλεμο έχει άμεση και κυρίαρχη θέση με την ύπαρξη και εκμετάλλευση του πολυτιμότατου τότε χαλκού, από τα αρχαία μεταλλεία που ήταν διάσπαρτα κατά μήκος της νότιας, κυρίως πλευράς της Όθρης προς την κοιλάδα του Σπερχειού (Αρχάνι, Στύρφακα, Λιμογάρδι, Σπαρτιά, Κάστρο Πελασγίας). Ο Όμηρος συνδέει άμεσα τους Αχαιούς του Αχιλλέα με το χαλκό, αποκαλώντας τους «χαλκοθώρακες». Μάλιστα στην ραψωδία Π 595-596 κάνει αναφορά στο Χάλκωνα (ονομασία που παραπέμπει κατευθείαν στο χαλκό) που ζούσε στην Ελλάδα και ήταν ο πλουσιότερος από τους Μυρμηδόνες του Αχιλλέα, που κατοικούσαν μονάχα πλησίον του Σπερχειού. Ο χαλκός ήταν απαραίτητος για τη συνεχή κατασκευή των αναλώσιμων όπλων (κονταριών, βελών κλπ) σ΄ έναν πολυετή πόλεμο, η έκβαση του οποίου εξαρτιόταν άμεσα από αυτόν.

Η ύπαρξη πολυάριθμων οχυρώσεων και κάστρων περιμετρικά της Οίτης και της Όθρης που φαίνεται να χρησιμοποιήθηκαν όλες τις εποχές, είναι φανερό ότι είχαν σκοπό να διαφυλάξουν κάτι σημαντικό μέσα στην κοιλάδα του Σπερχειού. Οι δε πόλεις του Αχιλλέα που απαριθμούνται στον κατάλογο της Ιλιάδας και οι οποίες φέρονται να έχουν ταυτοποιηθεί στην Ανατολική Φθιώτιδα και κοντά στο Μαλιακό κόλπο σαφώς και διευκόλυναν την εμπορία του χαλκού.

Η Ιταλίδα ερευνήτρια του Πανεπιστημίου του Μιλάνου Cantarelli Floriana σε μια εμπεριστατωμένη της μελέτη επιβεβαιώνει αυτήν την παράμετρο τονίζοντας πως: «…Ο ίδιος ο Αχιλλέας μας κάνει να καταλάβουμε πως είχε μεγάλες οικονομικές πηγές, βεβαιώνει την πραγματικότητα πως δεν είχε ανάγκη να κάνει πόλεμο, αφού δεν τον είχαν ποτέ προσβάλλει οι Τρώες, δεν του καταστρέψανε ποτέ τη συγκομιδή από της Φθίας τους ωραίους κάμπους, αφού ήταν καλά καλυμμένη από βουνά και θάλασσα, διπλή αναφορά αυτή που δεν συμπίπτει με την περιοχή των Φαρσάλων και του Απίδανου, που ένα μέρος των μελετητών θεωρούν ή συνεχίζουν να θεωρούν πως ανταποκρίνεται με την αρχαία Φθία, μα κυρίως με την ορεινή αλυσίδα της Όθρυος… που κυριαρχεί του Μαλιακού κόλπου.

Αυτό το μέταλλο έγινε ακόμη πιο απαραίτητο στην υστεροελλαδική εποχή, εξαιτίας της αυξημένης έλλειψης χαλκού στις ελληνικές περιοχές (όπως σε αυτές της Όθρυος), αφού υπήρχε σε πιο επιφανειακές ποσότητες. Αυτό εξηγεί πολύ καλά, γιατί οι Μυκηναίοι, καλύτερα οργανωμένοι στρατιωτικά σε σχέση με τους πληθυσμούς της Θεσσαλίας, είχανε την ανάγκη της συμμαχίας του Αχιλλέα (δηλαδή με τους πρίγκηπες της Φθιώτιδας).

Όπως είμαστε σε θέση να επιβεβαιώσουμε τώρα ο Αχιλλέας ήταν ένας απαραίτητος σύμμαχος επειδή η πατρίδα του η Φθιώτιδα ήταν τροφοδότης χαλκού».
Μεταομηρικοί επίσης αρχαίοι συγγραφείς ταυτοποιούν την (πόλη-περιοχή) Φθία με το βασίλειο των Πηλέα-Αχιλλέα και το Σπερχειό: Ο λατίνος ποιητής Οβίδιος στο πολύστιχο ποίημά του «Μεταμορφώσεις» αναφέρει ότι ο Πηλέας φεύγοντας από την Αίγινα, εμφανίστηκε στο βασιλιά της Φθίας Φήλικα, στην Τραχίνα, πόλη που βρισκόταν στα δυτικά του Ασωπού ποταμού, κάτω από τους βραχώδεις πρόποδες της Οίτης και του ζήτησε να εγκατασταθεί με τους Μυρμηδόνες του στο βασίλειό του. Βλέπουμε λοιπόν μια πρώτη εγκατάσταση του Πηλέα μέσα στην περιοχή της Φθίας του Σπερχειού, αφού ο Ασωπός είναι παραπόταμός του.

Ο ιστορικός και γεωγράφος Στράβων στα «Γεωγραφικά» του (ΙΧ 433) μας πληροφορεί ότι το όνομα Αχαιοί ήταν φυλετικό όνομα, γιατί Αχαιοί εκαλούντο όλοι οι Φθιωτείς και οι Μυρμηδόνες που ήταν κλάδος των Αχαιών και κατοικούσαν περί την πόλη Φθία και το όνομα αυτό ήταν το τοπικό όνομα των Αχαιών του Αχιλλέα. Επί πλέον (C 433,916) αποκαλεί το Σπερχειό ποταμό «επιχώριο» και ορίζει με ακρίβεια το βασίλειο ως εξής: Ανατολικά ότι βρεχόταν από τα παράλια του Μαλιακού κόλπου, από τις Θερμοπύλες ως την Ανδρώνα, πόλη που βρισκόταν κοντά στο Βαθύκοιλο Στυλίδας. Δυτικά ότι απλωνόταν έως το όρος Τυμφρηστό. Βόρεια ότι είχε όρια την κορυφογραμμή της Όθρης και νότια την κορυφογραμμή της Οίτης.

Επίσης ο Στράβων σχολιάζοντας την ομηρική αναφορά για τις πόλεις του Αχλλέα στον «κατάλογο των νεών» (Β 681), υποθέτει ότι το Πελασγικό Άργος αφορά τη Θεσσαλία (8.6.5) και ότι η αρχαία Τραχίνα απείχε από την Ηράκλεια έξι στάδια. (9.4.13).

Δηλαδή ένα κομμάτι της επικράτειας του Αχιλλέα (ή Πηλέα) ήταν θεσσαλικό, χωρίς να μπορούμε να προσδιορίσουμε τα όριά του.

Από τους πλείστους νεότερους συγγραφείς που έκαναν σχετικές αναφορές θα σταθούμε στην άποψη της επίτιμης προϊσταμένης της ΙΔ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων κ. Φανουρίας Δακορώνια, η οποία ερεύνησε επί πολλά χρόνια τη Φθιωτική γη και η οποία σε άρθρα της στον τύπο γράφει: «…Στην κοιλάδα του Σπερχειού δεν έχουν βρεθεί, μέχρι σήμερα, ανακτορικά κέντρα, αν και ο χώρος συνδέεται με τον επιφανέστερο ήρωα του Έπους, τον Αχιλλέα. Τα ευρήματα, όμως, που έχουν προέλθει από διάφορες θέσεις, κυρίως, από νεκροταφεία της εποχής, πείθουν ότι η κοιλάδα ήταν τμήμα του Μυκηναϊκού κόσμου…» και: «…Η κοιλάδα του Σπερχειού αποτελεί μια γεωγραφική ενότητα με σαφή όρια, που προφανώς αποτέλεσε τον ενδιάμεσο μεταξύ βορρά και νότου και επηρεάστηκε από τις ιστορικές εξελίξεις και τα ρεύματα και από τις δύο περιοχές. Η περιοχή στο κέντρο του κορμού της ηπειρωτικής Ελλάδας, είναι συνδεδεμένη στη μυθολογία και στα ομηρικά έπη με το γνωστότερο των ηρώων της αρχαιότητας, τον Αχιλλέα, του οποίου το βασίλειο φαίνεται ότι εδώ θα πρέπει να αναζητηθεί…». Προ ολίγου η νυν Προϊσταμένη της ΙΔ΄ Εφορείας κ. Mαρία-Φωτεινή Παπακωνσταντίνου αναφέρθηκε διεξοδικά στην παρουσία και κατοίκηση των Μυκηναίων στην κοιλάδα του Σπερχειού.

Μια άλλη απορία που πιθανόν να δημιουργείται, όταν κάθε προσέγγιση περικεντρώνεται γύρω από το Σπερχειό, αφορά τη σταθερότητα της συγκεκριμένης ονομασίας του Σπερχειού και η ταύτισή του με την κοιλάδα του Μαλιακού κόλπου. Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί αν ποταμός Σπερχειός, πέραν του Ομήρου, αναφέρεται και σε άλλα κείμενα ως ποταμός της περιοχής όπου βρίσκεται και η σημερινή κοιλάδα. Τόσο ο Ηρόδοτος και ο Παυσανίας, όσο και άλλοι μεταγενέστεροι ιστορικοί και συγγραφείς, συντήρησαν το όνομά του, συνδέοντάς το πάντα με την περιοχή της νυν Φθιώτιδας. Ο Ηρόδοτος ( «Ιστορία», 7.198,199) αναφέρει ότι κατεβάζει τα νερά του από τη χώρα των Αινιάνων και ο Παυσανίας περιγράφοντας τη σύγκρουση Γαλατών και Ελλήνων μας λέει ότι ο Βρέννος «διέταξε όσους κατοικούν γύρω στο Μαλιακό κόλπο να γεφυρώσουν το Σπερχειό». (10.20.6-9). Επί Βυζαντίου το όνομά του καταγράφεται και πάλι, όταν το 997 μ.Χ. οι Βούλγαροι του Σαμουήλ αποδεκατίστηκαν από το Νικηφόρο Ουρανό. Είναι λοιπόν γεγονός ότι ο ποταμός διαφύλαξε, όχι μόνο το όνομά του, αλλά και μια σταθερή γεωγραφική ταύτιση με τη συγκεκριμένη κοιλάδα, που, όπως φαίνεται, για εκατοντάδες χρόνια κράτησε ζωντανές μνήμες και λαούς, που, είτε κοντά σ΄ αυτόν ή απομακρυσμένοι, συντήρησαν τους μύθους.

Εκείνο όμως που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι ότι ο Σπερχειός ποταμός, από το 14ο μέχρι και το 19ο αιώνα μ.Χ. και με βάση τις πηγές (περιηγητές- χάρτες, όπως του Ρήγα του Βελεστινλή) καταγράφεται με την ονομασία «Ελλάδα». Η ύπαρξη και η χρήση της ονομασίας είναι τεκμηριωμένη, ώστε να μην επιδέχεται καμιά αμφισβήτηση, αν και υπάρχουν μαρτυρίες ότι το ποτάμι πήρε κι άλλες ονομασίες με το πέρασμα του χρόνου. Εκείνο όμως που ενδιαφέρει, επειδή δημιουργεί πολλές απορίες, είναι αυτή η σύνδεση των δυο ονομασιών: Σπερχειός –Ελλάδα. Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι «πότε αποδόθηκε αυτή η ονομασία στον ποταμό» και τέλος πάντων «τι δηλώνει αυτή η σύνδεση». Η απάντηση είναι ότι ο Σπερχειός μπορεί να έφερε πάντα διπλή ονομασία, να ονομαζόταν έτσι κάποιος παραπόταμός του, ή τμήμα της ροής του, ή κατά την άποψή μας να ονομαζόταν όντως Ελλάδα η κοιλάδα του Σπερχειού και μια ευρύτερη περιοχή γύρω από αυτόν, γιατί κατά την αρχαιότητα βρισκόταν εκεί η Ελλάς του Ομήρου (πόλη ή περιοχή) και να συντήρησε την ονομασία. Αυτή η εκδοχή δεν φαίνεται να είναι τελείως αστήρικτη, γιατί από πολλές μαρτυρίες επιβεβαιώνεται ότι η χρήση της ονομασίας «Ελλάδα» με περιορισμένη γεωγραφική έννοια περιοχής, υπήρξε πραγματικότητα. Ο Προκόπιος, κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ., στο «Περί Κτισμάτων», εστιάζει την ονομασία «Ελλάδα» στη Στερεά, εξαιρουμένης της Αιτωλοακαρνανίας. Στο Συναξάρι του Οσίου Λουκά του Στειριώτη (962 μ.Χ.) αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι ο Όσιος ασκήτεψε και πέθανε «εν τω Στειρίω της Ελλάδος». Στο «Χρονικό της Μονεμβασίας» (932 μ.Χ.) αναφέρεται ότι ο «Χαγάνος εχειρώσατο Θετταλίαν, Ελλάδα, Αττική και Εύβοιαν».

Το ίδιο αναφέρεται και στο Χρονικό του Γεωργίου Φραντζή, τον 15ο αιώνα μ.Χ., ενώ ως ονομασία επιβιώνει και στους επόμενους αιώνες, όταν ο Φιλιππίδης, το 19ο μ.Χ. αιώνα αναφέρει στη «Μικρή Γεωγραφία» του ότι από το χωριό Μόλος αρχίζει ο κάμπος της Ελλάδος και για τη Στυλίδα ότι εκεί σώνεται ο κάμπος της Ελλάδος. Η εντυπωσιακή αυτή σύνδεση της ονομασίας «Ελλάς», πόλης ή περιοχής, πότε με το Σπερχειό και πότε με την κοιλάδα του, δείχνει να μην είναι ούτε αυθαίρετη αλλά ούτε και τυχαία, όταν μάλιστα, αποδεικνύεται μακροβιότατη και επίμονη.

Συμπερασματικά, η πατρίδα του Πηλέα και του Αχιλλέα, που κατά τον Όμηρο προσδιορίζουν το Πελασγικό Άργος, η Άλος, η Αλόπη, η Τραχίνα, η Ελλάς και η Φθία και που οι κάτοικοί της ονομάζονταν Μυρμηδόνες και Έλληνες και Αχαιοί (Β 681-685), ως γεωγραφική και πολιτική οντότητα, συνδέεται αναπόσπαστα με το Σπερχειό και την κοιλάδα του. Έτσι λοιπόν, κάθε προσπάθεια αναζήτησης και εντοπισμού, με ιστορικά και γεωγραφικά δεδομένα, του βασιλείου του επιφανέστερου ήρωα της Ιλιάδας πρέπει, κατά την άποψή μας, να έχει ακλόνητο, σταθερό και αμετακίνητο σημείο αναφοράς, το ποτάμι των μύθων και των θρύλων, το ποτάμι των ηρώων και των θεών, το Σπερχειό. Ακράδαντα πιστεύουμε ότι αυτό το παγκόσμιο και αιώνιο μυθολογικό και ιστορικό πρότυπο ανδρείας, κάλλους και αρετής δικαιούται και πρέπει να έχει μια πατρίδα, ο εντοπισμός της οποίας είναι ο διακαής πόθος όλων μας, όπου κι αν αυτή υπήρξε.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *