20141127
Πηγή: read and right
Το Τάδε Έφη Ζαρατούστρα (σε απλά ελληνικά Αυτά Eίπε ο Ζαρατούστρα ή Έτσι Μίλησε ο Ζαρατούστρα) του Φρήντριχ Νίτσε είναι ίσως το πιο δημοφιλές φιλοσοφικό βιβλίο όλων των εποχών. Κυκλοφόρησε ολοκληρωμένο το 1892 και οι πωλήσεις του μοιάζουν με τις πωλήσεις μυθιστορήματος, τόσο μεγάλη απήχηση είχε στον κόσμο. Την ίδια απήχηση έχει ακόμα και σήμερα, κι έτσι υπάρχει πολύς κόσμος που δεν συνηθίζει να διαβάζει φιλοσοφία, αλλά τον Ζαρατούστρα τον έχει διαβάσει ή έστω τον έχει στη βιβλιοθήκη του.
Ο ίδιος ο Νίτσε το χαρακτήριζε σαν το βαθύτερο έργο που έγραψε ποτέ και περιέχει τους στοχασμούς του, γύρω από τους οποίους χτίζεται το όραμα του Γερμανού φιλοσόφου. Αν θέλαμε να συνοψίσουμε αυτό το όραμα σε λίγες γραμμές, θα λέγαμε ότι ο Νίτσε πιστεύει στην θέληση και στην πνευματική προσπάθεια του ανθρώπου, οι οποίες αν γίνουν σωστά οδηγούν στη δημιουργία του Υπερανθρώπου. Από μια άλλη σκοπιά όμως, το συγκεκριμένο βιβλίο μπορεί να χαρακτηριστεί και σαν μια παρωδία της Καινής Διαθήκης.
Ας δούμε γιατί:
Το βιβλίο ξεκινάει με την παρουσίαση του Ζαρατούστρα, ο οποίος σε ηλικία 30 χρονών εγκατέλειψε τα εγκόσμια και πήγε στην ερημιά, ώστε “να χαρεί το πνεύμα του και τη μοναξιά του”. Έμεινε εκεί δέκα χρόνια και στη συνέχεια αφήνει την ερημιά του, για να αναμειχθεί και πάλι με τους ανθρώπους και να κηρύξει τους λόγους του.
Μέχρι εδώ λοιπόν είναι κάτι παραπάνω από προφανείς οι ομοιότητες με την Καινή Διαθήκη.
Μια άλλη ομοιότητα είναι πως όταν ο Ζαρατούστρα κατεβαίνει στους ανθρώπους διαπιστώνει ότι είναι απόλυτη ανάγκη να αποκτήσει συντρόφους ή πιστούς ακόλουθους. Πιο συγκεκριμένα, αφού βγάλει τον πρώτο του λόγο στο λαό, καταλαβαίνει ότι ο λαός δεν τον καταλαβαίνει ή δεν μπορεί να τον καταλάβει. Το μόνο που του μένει από αυτήν την πρώτη του ομιλία είναι η ειρωνεία του κόσμου και το πτώμα ενός αθώου ανθρώπου, που αναγκάζεται να το κουβαλήσει μακριά από το αγριεμένο πλήθος.
Το επόμενο πρωί, ο Ζαρατούστρα ανακαλύπτει μια καινούργια αλήθεια. Ιδού το σχετικό απόσπασμα:
Πολύ κοιμήθηκε ο Ζαρατούστρας, κι όχι μόνον η αυγή πέρασε πάνω από την όψη του, μα και το πρωί. Τέλος άνοιξαν τα μάτια του: και ξαφνισμένος κοίταξε ο Ζαρατούστρας μέσα στο δάσος και τη σιωπή, ξεφνισμένος κοίταξε και μέσα του. Ύστερα σηκώθηκε γρήγορα, σαν ένας θαλασσοπόρος, που βλέπει ξαφνικά ξηρά, κι αλάλαξε: γιατί είδε μια καινούργια αλήθεια. Κι έτσι μίλησε ύστερα στην καρδιά του:
Ένα φως ανάτειλε μέσα μου: Συντρόφους χρειάζομαι και ζωντανούς, – όχι πεθαμένους συντρόφους, που τους σέρνω μαζί μου, όπου εγώ θέλω.
Μα ζωντανούς συντρόφους χρειάζομαι, που μ’ ακολουθούν, γιατί θέλουν ν’ ακολουθήσουν τον εαυτό τους – κι εκεί όπου εγώ θέλω.
Ένα φως ανάτειλε μέσα μου: Όχι στο λαό, μα σε συντρόφους να μιλεί ο Ζαρατούστρας! Δεν πρέπει να γίνει ο Ζαρατούστρας ενός κοπαδιού βοσκός και σκυλί!
Για να παρασύρω πολλούς μακρυά από το κοπάδι – γι’ αυτό ήρθα. Θ’ αγανακτήσουν μαζί μου λαός και κοπάδι. Ληστή θέλει ο Ζαρατούστρα να τον πουν οι βοσκοί.
Έτσι, λοιπόν, ο Ζαρατούστρας, αποκτά τους συντρόφους του και ξεκινάει τους λόγους του.
Παρακάτω ακολουθούν κάποιες σπουδαίες σκέψεις, που σταχυολογήσαμε από όλη την έκταση του βιβλίου:
Εκείνος που περιζώνεται από τη φλόγα της ζήλειας, στρέφει στο τέλος, σαν το σκορπιό, εναντίον του εαυτού του το δηλητηριασμένο κεντρί του.
Απ’ όλα που είναι γραμμένα, προτιμώ εκείνα μόνο, που τα’ γραψε κανείς με το αίμα του. Γράφε με αίμα: και θα μάθεις το αίμα πως είναι πνεύμα.
Είναι αλήθεια: αγαπούμε τη ζωή, όχι γιατί συνηθίσαμε τη ζωή, αλλά γιατί συνηθίσαμε την αγάπη. Υπάρχει πάντα κάποια τρέλα στην αγάπη. Υπάρχει όμως πάντα και κάποια φρόνηση στην τρέλα.
Όχι με το θυμό, αλλά με το γέλιο σκοτώνει κανείς.
Οφείλετε να’ χετε εχθρούς, που να’ ναι αξιομίσητοι, κι όχι εχθρούς που να’ ναι άξιοι περιφρονήσεως. Πρέπει να’ στε περήφανοι για τους εχθρούς σας: τότε οι επιτυχίες του εχθρού σας είναι και δικές σας επιτυχίες.
Όμως το Κράτος ψεύδεται σ’ όλες τις γλώσσες του καλού και του κακού. Κι ό,τι κι αν λέει είναι ψέματα – κι ό,τι κι αν έχει ακόμα είναι κλεμμένο.
Όλα του είναι ψεύτικα: με κλεμμένα δόντια δαγκάνει, το αχόρταγο. Ψεύτικα είναι ακόμα και τα σπλάχνα του.
Στον φίλο του πρέπει να διαβλέπει κανείς το μεγαλύτερον εχθρό του. Τότε μόνο μπαίνεις βαθιά στην καρδιά του, όταν τον πολεμάς.
Να δημιουργείς – αυτή είναι η μεγάλη απολύτρωση στον πόνο και της ζωής το ξεκούρασμα.
Τα μεγαλύτερα γεγονότα δεν είναι οι θορυβοδέστερες μα οι πιο σιωπηλές μας ώρες.
Μόνο το παιδί του και το έργο του αγαπά κανείς απ’ της καρδιάς του τα βάθη, και όπου υπάρχει μεγάλη αγάπη για τον εαυτό μας, εκεί βρίσκεται και της γονιμότητας το γνώρισμα: έτσι το βρήκα εγώ.