ΦτΣ79
υπό Γεωργίου Αστρακά
Θεολόγου
Στην «ανατολή» φύλλο 10/2004 ο καλός φίλος και συγχωριανός Γιώργος ανακαλεί στη μνήμη του στιγμιότυπα από τη φοίτησή του στην Εκκλησιαστική Σχολή Λαμίας και εστιάζεται στον καθηγητή του Κ. Παπακωνσταντίνου, άριστο χειριστή της καθαρεύσουσας, θεολόγο με ειδίκευση στην Συστηματική Θεολογία. Ο αρθρογράφος επισημειώνει ότι ο εν λόγω καθηγητής, είτε δίδασκε, είτε απλά συνομιλούσε, εκφραζόταν ως γνήσιος καθαρευουσιάνος διανθίζοντας το λόγο του με εκφράσεις από τους αρχαίους συγγραφείς, ή από τα κείμενα της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας. Η έλλειψη βασικών και απαραίτητων γνώσεων των μαθητών, ομολογεί ο Γιώργος, δυσκόλεψε, ιδίως στα πρώτα χρόνια σπουδών, να παρακολουθήσουν τον καθηγητή, ενώ δεν ήταν λίγες και οι τραγικές παρανοήσεις, από τις οποίες σταχυολογεί μερικές:
***
α) Μας μίλαγε για τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Μεταξύ των άλλων μας είπε: Ήτο ανήρ κατεσηληκώς και αφυδατωμένος. Έζη εν τη ερήμω τρώγων ακρίδας και μέλι. Άντε να καταλάβουμε εμείς, ότι η μετοχή σήμαινε σκελετωμένος. Παρασυρθήκαμε από τη μερική ομοήχηση και το μυαλό μας πήγε κατ ευθείαν στα σκουλήκια. Άλλωστε, αφού έφαγε ακρίδες, πιστεύαμε, πως ήταν πολύ φυσικό να γεμίσει σκουλήκια. Για ακρίδες (ακροβλάσταρα) ούτε, που πήγε το μυαλό μας. Στο διάλειμμα το συζητήσαμε δυο – τρεις και σκεφθήκαμε να ρωτήσουμε τον ίδιο τι σημαίνει το κατεσηληκώς. Τελικά αποφύγαμε μήπως και αρχίσει την ειρωνεία κι άντε ύστερα να τον σταματήσεις! Ο μακαρίτης με μεγάλη ευκολία εξαπέλυε τα «κοσμητικά επίθετα». Θυμάμαι το «γαϊδουρογούστερνε», που το είχε καραμέλα στο στόμα του και ακόμη σήμερα με πιάνει ανατριχίλα.
β) Ήμασταν στην τετάρτη τάξη. Μας δίδασκε ρητορική (την μετέπειτα Ομιλητική). Μπήκε ευδιάθετος αλλά κατσούφιασε. Πήγαινε πέρα – δώθε, φύσαγε και ξεφύσαγε και άντε πάλι τα ίδια. Εμείς διερωτόμασταν τι τάχατες να έχει πάθει. Κάποια στιγμή συνοφρυωμένος μας λέει: Τις αγνιόπαις εξ υμών πέρδεται λεληθότως; Κόκαλο εμείς. Το «πέρδεται» πρώτη φορά το ακούγαμε. Ύστερα ήταν και το «λεληθότως». Επεκράτησε άκρα σιωπή. Ούτε και ο ίδιος έδωσε συνέχεια. Η απορία όμως μας έμεινε. Λεξικό δεν είχαμε να το συμβουλευτούμε, οπότε εγώ μαζί με τον μακαρίτη τον Καπετανάκο (Θεός να συγχωρέσει την ψυχούλα του) πήγαμε κατ΄ ευθείαν στον Χαρατσή –ψυχούλα κι΄ αυτός. Του λέμε το και το και δεν ξέρουμε τι σημαίνει η φράση. Ο Χαρατσής ξεκαρδίστηκε στα γέλια. Όπως το συνήθιζε πιάνει τον Καπετανάκο από το αυτί και χαμογελώντας του είπε: Ρε βλάκα απ΄ το πέρδομαι βγαίνει και η πορδή. Συνεπώς πέρδομαι σημαίνει .. Και εξακολούθησε να γελάει.
Νιώσαμε πως είμαστε εντελώς ντενεκέδες. Παρ΄ όλα αυτά εγώ επέμενα να μας πει και το λεληθότως. Άλλα γέλια ο Χαρατσής κι άλλα ξεροκοκκινίσματα εμείς. Τελικά σε άψογη ρουμελιώτική διάλεκτο μας εξήγησε και το λεληθότως. Ρε βλάκες σημαίνει, πως αυτός που τις αμόλαγε τις έριχνε κούφιες! Ε εδώ γελάσαμε κι εμείς, αλλά τα γέλια μας ήταν πικρά, ήταν σαρδόνια. Δεν θέλαμε να βρεθούμε σ΄ αυτή τη θέση.
γ) Μιαν ημέρα ο Ρήτορας (του Παπακωνσταντίνου του άρεσε να τον αποκαλούν ρήτορα), ήρθε στην τάξη χαρούμενος. Είχε πάει στη συνέλευση καθηγητών Φθιώτιδος, όπου μίλησε εκ μέρους των συναδέλφων του, που υπηρετούσαν στη Σχολή. Εκτός από το Νομάρχη και το Δήμαρχο, παραβρίσκονταν και οι βουλευτές του Νομού. Μίλησε σε άψογη καθαρεύουσα με θάρρος και χωρίς περιστροφές. Οι συνάδελφοί του, εμφανώς ευχαριστημένοι, τον συνεχάρησαν για το θάρρος του, αλλά περισσότερο για την καθαρεύουσα που χρησιμοποίησε.
Όταν, όπως προείπα, ήρθε στην τάξη χαρούμενος άρχισε να μας λέει για το πώς μίλησε, για το τι είπε και περισσότερο απ όλα για το ποια εντύπωση έκαμε η ομιλία του (κάτι που τον ενδιέφερε πολύ).
-Ωμίλησα άνευ ουδενός ενδοιασμού. Ωμίλησα παρρησία και ανέδην και τοιουτοτρόπως διεσάλευσα τας υπνωτούσας συνειδήσεις των κοινοβουλευτικών ανδρών της Φθιώτιδος!!
Το «ανέδην» μας κάθισε στο λαιμό. Κι εδώ η παρανόηση έβαλε την ουρά της. «Μίλησε με παρρησία και αναίδια» το ερμηνεύσαμε, στηριγμένοι στη μερική ομοήχηση. Σκεφτήκαμε, πως όταν κάποιος μιλάει θαρρετά και έξω από τα δόντια, επόμενο είναι να φανεί και λίγο αναιδής. Το ότι το επίρρημα μπορούσε να σημαίνει «ομιλώ αχαλίνωτα» ούτε πέρασε από το μυαλό μας.