Ο νομοθέτης Χάρωνδας και πώς πέθανε

20131017

Γεωργίου Πούλιου, Δικηγόρου

Η κατάρα της φυλής μας, να τρωγόμαστε, σαν τα σκυλιά, μέχρι και σήμερα, συνεχώς και αδιαλείπτως, χωρίς καμιά διακοπή (δεν κουραζόμαστε). Αυτό δεν το γνωρίζει η ιστορικός μας κ. Ρεπούση; Διαβάζοντας τον επίλογο του κειμένου μου θα πάρετε την απάντηση.
Ο Χαρώνδας ήταν Νομοθέτης. Έζησε περίπου τον 7ο αιώνα π.Χ. Ήταν απόγονος Χαλκιδαίων, της Κάτω Σικελίας, της Μεγάλης Ελλάδος. Ήταν κάτοικος της Κατάνης, μιας πόλεως που κτίσανε οι πρόγονοί του, μεταξύ των πολλών.

Περί της Νομοθεσίας του, πληροφορίες μας δίδει κυρίως ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (βιβλίο δωδέκατο σελ. 53. Θα βρείτε και στο εγκυκλοπαιδικό λε¬ξικό ΗΛΙΟΣ, τόμ. ΚΓ σελ. 519).
Διαβάστε και θαυμάστε. Περιληπτικά και ενδεικτικά τα πιο κάτω:

– Απαγόρευε στους πατεράδες να φέρνουν μητριές (μάνες), στα παιδιά τους. Όποιος έφερνε μητριά δεν μπορούσε να γίνει σύμβουλος της πόλεώς του (Δημοτικός Σύμβουλος).

– Όσοι είχαν τιμωρηθεί για συκοφαντία, έπρεπε στο κεφάλι τους να φέρουν στεφάνι από αρμυρίκι (το γνωστό μικρό συνήθως δένδρο που ευδοκιμεί, στις παραλίες και στάζει αρμύρα), προκειμένου να διακρίνονται, για την ποταπότητα των (χυδαιότητα, ταπεινότητα).

– Είχε συντάξει Νόμο που απαγόρευε τις κακές συναναστροφές. Δίδασκε, ότι η φαυλότητα έμοιαζε σαν το λοιμώδες νόσημα που διαδίδεται εύκολα και αρρωσταίνει τις ψυχές των αρίστων.

– Θέσπισε νόμο η πόλις να φροντίζει, όλοι οι νέοι να μορφώνονται. Είναι ο πρώτος νόμος «περί δωρεάν παιδείας».

– Με νόμο προστάτευε τα ορφανά παιδιά.

– Τιμωρούσε τους λιποτάκτες και αρνούμενους να φέρουν όπλα. Αυτούς τους αρνησιπάτριδες, τους υποχρέωνε τρεις (3) ημέρες να κάθονται, στην αγορά και να φοράνε γυναικεία ρούχα, κάτι πολύ ατιμωτικό για την εποχή εκείνη (σήμερα αβέρτα κουβέρτα). Ακόμη τους χρησιμοποιούσε για αγγαρείες της πόλεως (βάλ’ τον να αδειάζει βόθρους).

– Δεν επέτρεπε την αναθεώρηση των Νόμων. Όποιος είχε κότσια δεν τον ημπόδιζε, αλλά με ένα όρο. Όση ώρα γινόταν συζήτηση, στην πρότασή του, στο Δήμο, στο λαιμό του είχε μια θηλιά. Αν η πρότασή του απερρίπτετο, αμέσως του σφίγγανε τη θηλιά και πήγαινε «για τις αιώνιες μονές».

Ο Χαρώνδας είχε θεσπίσει νόμο η γυναίκα να παίρνει διαζύγιο. Αν όμως ξαναπαντρευόταν να μην έχει δικαίωμα να παντρευτεί νεώτερο άνδρα από τον προηγούμενο. Το ίδιο ίσχυε και για τους άνδρες.

Ο Χαρώνδας είχε θεσπίσει Νόμο, όποιος πήγαινε, στην Εκκλησία του Δήμου, δεν έπρεπε να οπλοφορεί.

Μια μέρα πήγε στα χωράφια του. Στη μέση του έβαλε και το ξίφος του, για τυχόν ληστές. Επιστρέφοντας είδε ότι συνεδρίαζε η Εκκλησία του Δήμου και πήγε. Οι εχθροί του, οι αντίπαλοι του, οι γνήσιοι Έλληνες, τον καρφώσανε τον Χαρώνδα, μόλις είδαν το ξίφος και αμέσως τον κατηγόρησαν.
«Χαρώνδα κατάργησες εσύ ο ίδιος τον Νόμο σου». Και ο Χαρώνδας απάντησε:

«Μα τον Δία θα τον αποκαταστήσω». Αμέσως τράβηξε το ξίφος του και σφάχτηκε.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Άλλοι ιστορικοί το περιστατικό αυτό το αποδίδουν, στον Διοκλή, τον Νομοθέτη των Συρακούσιων. (Διόδωρος Σικελιώτης, Δέκατο Τρίτο βιβλίο -33).

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *