20140516
Γράφει ο Δημήτρης Δερμάτης – Πολιτικός Επιστήμονας
Σε λίγες ημέρες οι πολίτες των 28 κρατών-μελών της… ΕΕ καλούμαστε να ψηφίσουμε για το μέλλον της Ευρώπης σε μια από τις δυσκολότερες περιόδους της μέσα σε μια φάση συστημικής αμφισβήτησης για την ίδια την ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Το ερώτημα εδώ είναι σε ποιο βαθμό έχουμε κατανοήσει εμείς, οι Έλληνες ως Ευρωπαίοι πολίτες τις πραγματικές ανάγκες της Ευρώπης και όλα όσα διακυβεύονται και κατά πόσο γνωρίζουμε τις ευρω-ομάδες στις οποίες πρόκειται να ενταχθούν οι Έλληνες ευρωβουλευτές που θα ψηφίσουμε. Οι παρακάτω γραμμές, λοιπόν, αφιερώνονται στην ανάλυση και επεξήγηση των παραπάνω προβληματισμών με σκοπό την διαφώτιση για την καλύτερη κατανόηση των πολιτικών που εφαρμόζονται σήμερα στα πλαίσια της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης.
Για να έχει, λοιπόν, ο καθένας μια πληρέστερη άποψη των ευρωπαϊκών ομάδων, ποιες είναι και τι πρεσβεύουν, θα αναφερθώ πρώτα επιγραμματικά στην αντιστοίχισή τους με τα ελληνικά κόμματα και έπειτα θα επιχειρήσω μια παράθεση και ανάλυση των πολιτικών τους θέσεων.
Για λόγους συντομίας, αλλά και ουσίας θα μας απασχολήσουν εδώ μόνο τα κόμματα εκείνα, τα οποία κατά πάσα πιθανότητα θα εκπροσωπηθούν στην Ευρώπη μετά τις ερχόμενες εκλογές. Το κυβερνών κόμμα της ΝΔ, λοιπόν, ανήκει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό κόμμα (EPP),το ΠΑΣΟΚ (ελιά) στην Προοδευτική Συμμαχία Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (S&D), ενώ ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και το Κομμουνιστικό κόμμα Ελλάδος ανήκουν στην ίδια ομάδα, αυτή της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς/Βόρεια Πράσινη Αριστερά (GUE/NGL). Στον αντίποδα βρίσκονται οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, οι οποίοι προσχωρούν στην Συμμαχία Ευρωπαϊκών Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (AECR) και ο Λαϊκός Σύνδεσμος-Χρυσή Αυγή που επιλέγει να στρατευθεί με την Συμμαχία των Ευρωπαϊκών Εθνικών Κινημάτων (AENM).
Τέλος σε ό,τι αφορά το ποτάμι, αυτό επιφυλάσσει το δικαίωμά του να επιλέξει ομάδα μετά τις ευρωεκλογές και θέτει ένα δίλημμα στην Ευρώπη σε μια διαφορετική διάσταση, όχι δηλαδή μεταξύ αριστεράς και δεξιάς, αλλά βορρά και νότου.
Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό κόμμα αποτελεί τον ισχυρότερο πολιτικό σχηματισμό στο κοινοβούλιο της Ευρώπης συγκεντρώνοντας στις τάξεις του πολλά από τα κυβερνητικά κόμματα στην Ευρώπη σήμερα (Ισπανίας, Γερμανίας, Ελλάδας κ.α).
Παρότι, όμως, έχει την μεγαλύτερη επιρροή από όλες τις υπόλοιπες ομάδες έχει αποτύχει παταγωδώς στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης χρέους, γεγονός που οφείλεται στην εμμονή και την στήριξη της πολιτικής της λιτότητας, ενός σχεδιασμού, ο οποίος έχει σαν βάση την περικοπή των δημοσίων δαπανών (κοινωνική πρόνοια, αμυντικές δαπάνες κ.ο.κ) την αύξηση της φορολόγησης και τον εξωτερικό δανεισμό των κρατών από διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς (π.χ. ΔΝΤ). Επιδιώκουν μια πολιτική λύση εφαρμόζοντας μεθόδους οικονομικής θεωρίας, πράγμα που έχει αποδειχτεί εξαιρετικά αναποτελεσματικό σε βάθος χρόνου.
Η δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα, αυτή των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στην οποία ανήκει το ΠΑΣΟΚ δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να πείσει ότι έχει ένα αξιόπιστο πλάνο για έξοδο από την κρίση και μάλιστα οι ευθύνες των σοσιαλδημοκρατών στην Ευρώπη είναι μεγάλες, διότι, είτε συνεργάστηκαν σε τοπικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο, είτε δεν προέβαλλαν καμία ουσιαστική αντίσταση σε καίρια νομοθετήματα των κεντροδεξιών της Ευρώπης.
Συχνά η ρητορική τους αντιφάσκει με την δράση τους, όπως πρόσφατα που ο επικεφαλής της ομάδας, ο Αυστριακός Χάνες Σβόμποντα χαρακτήρισε την τρόικα στην Ελλάδα ως ένα «κακό και μη δημοκρατικό εργαλείο που δεν επιτυγχάνει τους στόχους του». Αυτή η αντίφαση γίνεται ακόμη προφανέστερη αν δει κανείς την στάση του ΠΑΣΟΚ, το οποίο όχι μόνο μετέχει του κυβερνητικού συνασπισμού και στηρίζει το έργο της Τρόικας, αλλά είναι και το κόμμα που την έχει επιβάλλει στον τόπο από το 2010.
Οι στόχοι της Ευρωπαϊκής αριστεράς σε αυτές τις ευρωεκλογές συνοψίζονται σε δυο τινά. Πρώτον σε τι βαθμό θα αυξήσει τα ποσοστά της-γιατί είναι σίγουρο ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί εξαιτίας της ψήφου αγανάκτησης των Ευρωπαίων πολιτών- και κατά δεύτερον πόσο θα μπορέσει να προωθήσει τις ριζοσπαστικές σε σύγκριση με τις εφαρμοζόμενες μέχρι σήμερα πολιτικές της προτάσεις, τουλάχιστον όπως ισχυρίζεται η ηγεσία της.
Η παραμονή στο ευρώ για κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ παραμένει θεμελιώδης αρχή της και θέση, την οποία και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α έχει ενστερνιστεί πλέον και γι’ αυτό τον λόγο έχουν περιοριστεί δραματικά τον τελευταίο καιρό οι φωνές εκείνες μέσα στο κόμμα που μιλούν για αλλαγή του νομίσματος. Την ίδια θεώρηση σχετικά με το ευρώ υιοθετεί και το ΚΚΕ σε αντίθεση όμως με την Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία επιμένει πως η χώρα μας δεν έχει καμία θέση. Πόσο αντισυστημική στάση, βέβαια, θεωρείται ότι έχει κάποιος που συμμετέχει στις διαδικασίες ενός συστήματος (ευρωεκλογές) και την ίδια στιγμή επιζητά την έξοδό του από αυτό(Ε.Ε.) είναι κάτι που κρίνεται, νομίζω, από την κοινή λογική,
Μια από τις μικρότερες Eυρωπαϊκές ομάδες είναι η Συμμαχία των Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών με ιδρυτικό κόμμα/ναυαρχίδα αυτό των συντηρητικών της Μεγάλης Βρετανίας του Πρωθυπουργού, Ντέϊβιντ Κάμερον, στην οποία έχει προαναγγείλει ο Πάνος Καμμένος ότι θα ενταχθούν οι ευρωβουλευτές των ΑΝ.ΕΛ μετά τις εκλογές.
Οι θέσεις τους χαρακτηρίζονται από ήπιο ευρωσκεπτικισμό και σκοπός τους είναι η εφαρμογή μιας συνδυαστικής πολιτικής με τις αρχές του φιλελευθερισμού (το ελεύθερο και δίκαιο εμπόριο και η ανταγωνιστική αγορά) από την μια και εκείνες της συντηρητικής πολιτικής σκέψης που αναγνωρίζει την οικογένεια ως ακρογωνιαίο λίθο της κοινωνίας από την άλλη.
Η Συμμαχία των Ευρωπαϊκών Εθνικών Κινημάτων, τέλος, ομάδα που ιδρύθηκε μόλις το 2009 από το ακροδεξιό κυβερνών κόμμα της Ουγγαρίας, “Τζόμπικ” και στην οποία ανήκει η Χρυσή Αυγή είναι μια ξεκάθαρα αντιευρωπαϊκή ομάδα ή έστω είναι κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την μορφή που έχει σήμερα, με ακροδεξιό και αντιμεταναστευτικό λόγο μη δείχνοντας καμία διάθεση να συνεργαστεί με τις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.
Στην χώρα μας, δυστυχώς, η πόλωση που εκπορεύεται από την εσωτερική πολιτική πραγματικότητα επηρεάζει την ψήφο των πολιτών στις Ευρωεκλογές σε σημείο τέτοιο που σχεδόν την καθοδηγεί μέσα από έναν τυφλό φανατισμό στην επικράτηση μιας ακόμη στείρας κομματικής αντιπαράθεσης. Αυτή είναι λάθος προσέγγιση της πολιτικής, είναι μια παγίδα που έχει ως αποτέλεσμα αφενός την υπερθεμάτιση επουσιωδών ζητημάτων μόνο και μόνο για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης και αφετέρου την ανεπαρκή και περιορισμένη συζήτηση για μείζονα θέματα που αφορούν τον λαό.
Κατά την γνώμη μου, το ζητούμενο εδώ θα πρέπει να είναι η επιλογή και η ψήφιση των άξιων εκείνων υποψηφίων που θα μπορέσουν να επιτύχουν μια βαθιά και ουσιαστική αλλαγή στις δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την έναρξη της συζήτησης για επαναπροσδιορισμό των αξιών της. Μια πρώτης τάξεως ευκαιρία αποτελεί το γεγονός ότι στην επικείμενη εκλογική μάχη οι υποψήφιοι ευρωβουλευτές εκλέγονται με σταυρό προτίμησης και όχι με λίστα , όπως συνέβαινε παλαιότερα, καταρτισμένη από την ελίτ μιας κομματικής νομενκλατούρας που προωθούσε κατά το δοκούν τα “δικά της παιδιά” και συμφέροντα.
Το επόμενο σώμα του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου πρέπει να ανοίξει τον δρόμο για την φιλελευθεροποίηση της Ευρώπης όχι με την αυστηρά πολιτική έννοια, διοικητικά περισσότερο θα έλεγα μέσα από μια στροφή προς περισσότερη πολιτική ελευθερία και αλληλεγγύη μεταξύ των μελών της, μακριά από τις νεοπαγείς σφαίρες επιρροής που διαμορφώθηκαν τελευταία εντός της ΕΕ και φυσικά να επιδιώξει και να πετύχει άμεσα τον περιορισμό της γερμανικής ηγεμονίας.
Εξάλλου, η αρχική σύλληψη της ιδέας για την ευρωπαϊκή ενοποίηση έκανε λόγο για ένα σύστημα εξουσίας σε διακυβερνητικό επίπεδο με ισότιμη συμμετοχή και λόγο του κάθε κράτους-μέλους και όχι έναν υπερεθνικό κρατικό οργανισμό με αυστηρή κεντρική διοίκηση.