20140819
Πηγή:www.capital.gr
Να επιστραφούν στην Αθήνα τα Μάρμαρα του Παρθενώνα ζητά με άρθρο του στην Guardian o γνωστός κριτικός τέχνης Jonathan Jones.
«Τι μπορείς να κάνεις με την πιο όμορφη τέχνη του κόσμου; Πού ανήκει; Πώς θα πρέπει να φροντίζονται και πού να εκτίθενται;», αναρωτιέται ο Jones κάνοντας μέσα από το άρθρο του ένα σύντομο ταξίδι στην ιστορία. Τα γλυπτά του Παρθενώνα φτιάχτηκαν 2.000 χρόνια πριν τα αριστουργήματα της Αναγέννησης. Έχουν δική τους ζωή, ενέργεια, ηρεμία και μεγαλείο, λέει χαρακτηριστικά.
Εάν οι τοιχογραφίες της Καπέλα Σιστίνα είχαν αφαιρεθεί από το ταβάνι της το 19ο αιώνα και τοποθετηθεί στους τοίχους της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου θα έχαιραν της ίδιας εκτίμησης; «Όχι», απαντά ο Jones. «Θα πασχίζαμε να φανταστούμε την πραγματική δύναμη των παραστάσεων του Μιχαήλ Άγγελου στην αρχική τους τοποθεσία».
Η πικρή αλήθεια –σύμφωνα με τον κριτικό τέχνης- είναι πως στο Βρετανικό Μουσείο δεν μπορεί κανείς να γευτεί την καλύτερη δυνατή εμπειρία από τα γλυπτά του Παρθενώνα. Καταρχάς, εκτίθενται σε μία γκρίζα, νεοκλασική αίθουσα με άσπρους πέτρινους τοίχους που δεν κάνουν αντίθεση με τα μάρμαρα -ένας «νεκρικός» χώρος που «βουβαίνει» τα σπουδαιότερα ελληνικά έργα τέχνης αντί να τα «φωτίζει».
Εάν το Βρετανικό Μουσείο θέλει να κρατήσει αυτά τα αριστουργήματα χρειάζεται να βρει τα χρήματα να τα εκθέσει σε έναν πλήρως ανακαινισμένο χώρο με πιο μοντέρνα αισθητική, λέει ο Jones. Διαφορετικά, να τα δώσει στην Ελλάδα, που έχει ήδη φτιάξει ένα εκπληκτικό, μοντέρνο μουσείο, προτείνει ο Βρετανός, εκθειάζοντας το Μουσείο της Ακρόπολης και προβάλλοντας ένα προνόμιό του που το Λονδίνο δεν θα μπορέσει ποτέ να ανταγωνιστεί: από την αίθουσα με τα μάρμαρα μπορείς μέσα από τον γυάλινο τοίχο του Μουσείου να δεις τον ίδιο τον Παρθενώνα σε μια αισθησιακή σύνδεση μεταξύ της τέχνης και της αρχιτεκτονικής οικείας της.