Κλειώ Κυρλή
Μερικές χελώνες φεύγουν από κει που έμεναν και πάνε να βρουν ένα καλύτερο μέρος. Περιπλανήθηκαν περίπου ένα χρόνο. Κάποια στιγμή βλέπουν ένα ωραίο δένδρο και αποφασίζουν να μείνουν εκεί κοντά.
-Ας φάμε τώρα! λέει μια γριά χελώνα.
Βγάλανε τα φαγητά, έβγαλαν και το κρασί, αλλά διαπίστωσαν ότι είχαν ξεχάσει το τιρμπουσόν. Κάποια έπρεπε να πεταχτεί και να το φέρει και υποδεικνύουν την πιο μικρή. Η μικρή τους λέει:
-Δεν πάω, γιατί μόλις φύγω, θα φάτε όλα τα φαγητά!
Μετά από όρκους και υποσχέσεις ότι θα την περιμένουν και δεν θ’ αγγίξουν τίποτα, μέχρι να γυρίσει, η μικρή φεύγει.
Περνάνε μήνες, ένας χρόνος, δύο χρόνια, τρία χρόνια,. Στα τέσσερα χρόνια η γριά χελώνα δεν αντέχει.
-Κάτι θα τσιμπήσω, πεθαίνω από την πείνα! λέει.
Μόλις πάει να πιάσει κάτι, πετάγεται πίσω από κάτι θάμνους η μικρή χελώνα, που υποτίθεται είχε πάει να φέρει το τιρμπουσόν, αλλά ήταν κρυμμένη και παρακολουθούσε τις άλλες χελώνες μην την ξεγελάσουν και λέει:
-Αφού είναι έτσι, εγώ δεν πάω να φέρω το τιρμπουσόν!