Επετειακό μνημόσυνο

02.06.2011
Με σεβασμό σ’ αυτούς που θυσιάστηκαν για τη λευτεριά της πατρίδας και την αντίσταση στον κατακτητή, ο Δήμαρχος Δομοκού οργανώνει μνημόσυνο για τον Κωνσταντίνο Γ. Τσίτσα (σαντουριέρη) από τον Μπράλλο, τον Ιωάννη Λ. Καρσάκη από την Καστοριά και τους υπόλοιπους 48 Έλληνες Πατριώτες που κάηκαν ζωντανοί στο Σαμποτάζ του Κούρνοβου στις 02 Ιουνίου 1943.

Η επιμνημόσυνη δέηση θα ψαλεί στον Ιερό Ναό Αγίας Μαρίνας στο χωριό Άγιος Στέφανος, Δήμου Δομοκού, την Κυριακή 05.06.2011. Εν συνεχεία θα ψαλεί τρισάγιο στον τόπο του ομαδικού ενταφιασμού, που βρίσκεται σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων από το υπόψη χωριό.

Η εκδήλωση τελεί υπό την αιγίδα του Δήμου Δομοκού τον οποίο και συγχαίρουμε.
Για το επεισόδιο αυτό που ήρθε ως αντίποινα για το σαμποτάζ των ανταρτικών – αντιστασιακών ομάδων την 1-2 Ιουνίου 1943 (μερικοί αναφέρουν ως ημερομηνία την 1-2 Ιουλίου, αλλά μάλλον η σωστή ημερομηνία, όπως με λεπτομέρειες υποστηρίζεται στο βιβλίο Η Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης στη γούρνα μας, 1941-1944, Αθήνα 2008 του Πολιτιστικού Συλλόγου Σκαμνού, σαν μία ταπεινή από πλευράς μας συμμετοχή στο μνημόσυνο παραθέτουμε κείμενου του αείμνηστου αγωνιστή, επίσης Μπραλιώτη, Πάνου Φούντα:

Θυσία και οι πατριώτες στην κλούβα

Παναγιώτη Φούντα

Μαζί με την εκατόμβη των κατακτητών αφανίστηκαν και οι Έλληνες συμπατριώτες μας που ήταν στην περίφημη «κλούβα» το βαγόνι με τα σύρματα που το μετέτρεπαν σε κλουβί και έμπαινε μπροστά από τη μηχανή του τραίνου σαν ανθρώπινη ασπίδα έναντι των ανταρτών που καραδοκούσαν από πάνω, σε κάθε τούνελ της περιοχής Οίτης – Μπράλου.

Μέσα στα θύματα αυτής της κλούβας και ο κοντοχωριανός μας από τον Μπράλο Κώστας Τσίτσας, προδομένος από συγχωριανούς του για το κρυμμένο όπλο του

Ο Πάνος Φούντας, γράφει για τον συγχωριανό του:

Ελεγείο – Στον προδομένο χωριανό μου

«… Επί τέλους ήρθε ο καιρός μπαρμπα Κώστα Τσίτσα, χωριανέ, να κουβεντιάσουμε σε από άβυσσο απόσταση μεταξύ μας, καθισμένος εσύ σε κάποια γωνιά, γωνιά του παραδείσου. Ποιος ξέρει;

Κι εγώ έξω στην κόλαση τούτης της ζωής….

Να πούμε με τη δική μας γλώσσα, την απλή, τα ενδιαφέροντα εκείνα που συγκροτούσαν την προσωπικότητά σου…

Ήσουν άνθρωπος με αγγέλους στην καρδιά και γιασεμιά στα στήθια και λιβάνια, π’ ανθίζανε στα χείλια και μοσχοβόλαγε η γειτονιά κι η στράτα της ζωής σου!!

Απόκτημά σου η φαμελιά, που εσύ έπλεξες γύρω σου. Κληρονομιά σου η αγάπη για τον άνθρωπο και το σαντούρι, σαν μικρό επάγγελμα και το σουξέ σου η Μοσχοϊτιά, το τσάμικο και το γύρισμα μετά σε … τούρκικο αμανεδάκι με τους ειδυλλιακούς του στίχους.

Αν έχεις αμπέλια, χωράφια κι ελιές
πούλα τα όλα και κάν’ τα δραχμές.
Δεν έχω αμπέλια, χωράφια, ελιές
μον’ είμαι μοδιστρούλα
και φτιάχνω ποδιές…

Σόι άνθρωπος ο χορευτής πού ‘σερνε το χορό του, κι ανθίζανε οι αμυγδαλιές. Τσαλίμια, νιάτα κι ομορφιά κι έδειχνε τον καημό του, εκεί στο στριφογύρισμα το βιος του τον εκοίτα, χάζευε απ’ τη μουσική κι έσβηνε η ψυχή του. Όπως κι εσένα η ζωή, έσβησε κείνο το πρωί.

Κατάρα, τρις κατάρα…

Δράκος ήταν ο γείτονας, δε δίστασε να πει στους Ιταλούς κατακτητές εκείνο το πρωί, απάνω του Φρατέλοι μου, δεν πρέπει πια να ζει…

Κι ύστερα πάλι ύστερα, σου έριξε τον κεραυνό, στη στέρνα της μεγάλης πίκρας και μάρανε τα κρίνα της αυλής και μούτεψε στη ρεματιά τ’ αηδόνια της αυγής κι ορφάνεψε τη φαμελιά.

Κατάρα, τρις κατάρα…

Αυτά είχα να σου πω και να σου παραγγείλω και καλή αντάμωση στου Άδη τα σκοτάδια.
ΦτΣ 117

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *