Το «μακεδονικό» I

FtS102

Ένα από τα εκκρεμή εθνικά ζητήματα είναι το όνομα του γειτονικού μας κρατιδίου της πΓΔΜ, που δεν φαίνεται να οδηγείται σε λύση. Πέρα από τις υστερικές κραυγές συμπατριωτών μας, φρονούμε ότι το καλύτερο για τη χώρα μας αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί με την νηφάλια κρίση και σκέψη που υποστηρίζεται από αδιάσειστα στοιχεία. Δεν είμαστε ειδικοί και ούτε προσποιούμαστε τους παντογνώστες. Μας ενδιαφέρει η αλήθεια και η σωστή πληροφόρηση κι εδώ ακριβώς έρχεται με το χρήσιμο υλικό του να μας βοηθήσει ο διαπρεπής λευτεροχωρίτης πανεπιστημιακός καθηγητής Θανάσης Φούρλας. Ευχαριστούμε τον καθηγητή για την συνδρομή του στο έργο του Πολιτιστικού μας Συλλόγου και κατά συνέπεια αυτό της ΦτΣ που εξ ορισμού έχει ως κυρίαρχο και το παιδευτικό στοιχείο.

 

Αξιόλογη είναι –κατά τον Θανάση Φούρλα – η εργασία του Μάρκου Α. Τέμπλαρ υπό τον τίτλο «εσφαλμένες αντιλήψεις και η πραγματικότητα όσο αφορά το «Μακεδονικό». Το κείμενο που μας δόθηκε από τον καθηγητή είναι σε μετάφραση της Νίνας Γκατζούλη – Υπάτου Γραμματέως της Παμμακεδονικής Ομοσπονδίας Αμερικής. Στην εργασία αυτή δίνεται και το εξής σχόλιο που αιτιολογεί την πρωτοβουλία:

Τα τελευταία χρόνια κυκλοφορούν εσφαλμένες αντιλήψεις λόγω αγνοίας περί του «Μακεδονικού θέματος». Το πρόβλημα έχει παροξυνθεί με τη συστηματική προπαγάνδα η οποία πηγάζει από την πρώην κομμουνιστική Γιουγκοσλαβία, τη σημερινή πΓΔΜ και την ακραία και αδιάλλακτη διασπορά της.

***

Σταχυολογούμε από το εκτενές κείμενο μερικά ιδιαιτέρως σημαντικά στοιχεία:

Εσφαλμένη αντίληψη 1

Οι κάτοικοι της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (πΓΔΜ) είναι εθνικώς Μακεδόνες, άμεσοι απόγονοι, ή συγγενείς των αρχαίων Μακεδόνων

Πραγματικότητα 1

Οι κάτοικοι της πΓΔΜ είναι επί το πλείστον Σλάβοι, Βούλγαροι και Αλβανοί. Δεν έχουν τίποτε το κοινό με τους αρχαίους Μακεδόνες. Ιδού μερικές δηλώσεις από επισήμους κρατικούς λειτουργούς της πΓΔΜ:

Α. Ο πρώην Πρόεδρος της πΓΔΜ, Κίρο Γκληγκόροφ είπε: «Είμαστε Σλάβοι και ήρθαμε στην περιοχή τον 6ο αιώνα … Δεν είμαστε απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων».

[Υπηρεσία Πληροφοριών Εξωτερικού, Ημερήσια Αναφορά, 26 Φεβρουαρίου 1992, σελίδα 35]

Β. Επίσης ο κ. Γκληγκόροφ δήλωσε: «Δεν είμαστε Μακεδόνες, αλλά Σλάβοι. Αυτοί είμαστε! Δεν έχουμε καμία συγγένεια με τον Αλέξανδρο τον Έλληνα και με τη Μακεδονία του … Οι πρόγονοί μας κατέφτασαν εδώ τον πέμπτο και έκτο αιώνα» (Τορόντο Σταρ, 15 Μαρτίου 1992).

Γ. Στις 22 Ιανουαρίου 1999, η Πρέσβης της πΓΔΜ στην Washington D.C., κυρία Λιούμπιτσα Ατσέφσκα, σε ομιλία της επί της προσφάτου καταστάσεως στα Βαλκάνια, τόνισε: «Δεν απαιτούμε να μας αναγνωρίσουν ως απογόνους του Μεγάλου Αλέξάνδρου. Η Ελλάδα είναι ο δεύτερος εμπορικός συνεταίρος της «Μακεδονίας» [πΓΔΜ] και ο υπ’ αριθμόν ένα επενδυτής. Αντί να εκλέξουμε εχθροπραξίες, έχουμε επιλέξει τη διαιτησία των Ηνωμένων Εθνών, σε επίπεδο πρεσβευτών υπό την αιγίδα των κυρίων Βανς και Νήμιτζ». ΣΕ απάντηση ερωτήσεως επί της εθνικής προελεύσεως των κατοίκων της πΓΔΜ, η Πρέσβης Ατσέφσκα απάντησε: «Είμαστε Σλάβοι και μιλούμε σλαβική γλώσσα».

Δ. Στις 24 Φεβρουαρίου 1999, ο Πρέσβης της πΓΔΜ στον Καναδά Γυόρδαν Βεσελίνοφ, σε μία συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πολίτης» της Οτάβας, παραδέχθηκε: «Δεν έχουμε συγγένεια με τους βορείου Έλληνες οι οποίοι έχουν επιδείξει ηγέτες σαν τον Φίλιππο και τον Μεγάλο Αλέξανδρο. Είμαστε Σλάβοι και η γλώσσα μας συγγενεύει στενά με την βουλγαρική. Υπάρχει κάποια σύγχυση με την ταυτότητα του λαού της πατρίδας μου».

Ε. Στις 29 Δεκεμβρίου 2001, ο Υπουργός Εξωτερικών της πΓΔΜ Σλόμπονταν Τσάσουλε, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Ουτρίσκι, ανέφερε ότι είπε στο Βούλγαρο Υπουργό Εξωτερικών, Σολομών Πάσι ότι ανήκουν «στην ίδια Σλαβική φυλή».

Εσφαλμένη αντίληψη 2

Οι Έλληνες Μακεδόνες ανήκουν στην ίδια εθνική ομάδα με αυτήν των «Μακεδόνων» της πΓΔΜ.

Πραγματικότητα 2

Οι Έλληνες Μακεδόνες δεν ανήκουν στην ίδια εθνική ομάδα με αυτήν των «Σλαβο-Μακεδόνων» της πΓΔΜ. Οι Έλληνες Μακεδόνες είναι ακριβώς αυτό, Έλληνες που κατοικούν, ή προέρχονται από τον γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας. Είναι οι μόνοι οι οποίοι λόγω κληρονομικότητας έχουν δικαίωμα να ονομάζονται Μακεδόνες.

Εσφαλμένη αντίληψη 3

Οι αρχαίοι Μακεδόνες ήταν φυλή συγγενής με την των Ελλήνων, αλλά δεν ήταν Έλληνες.

Πραγματικότητα 3

Οι αρχαίοι Μακεδόνες ήταν μία εκ των πλέον των 230 φυλών, υποφυλών και οικογενειών του Ελληνικού Έθνους, οι οποίες φυλές μιλούσαν πλέον των 200 διαλέκτων. Για επιπρόσθετες πληροφορίες διαβάστε Ηρόδοτο, Θουκυδίδη, Τίτο Λίβιο, Νεβιίμ, Κετουβίμ, Απόκρυφα (Μακκαβαίοι 1, 1-2). Ο Ελληνισμός των Μακεδόνων άρχισε να αμφισβητείται από τους Σλάβους το 1945 για καθαρά επεκτατικούς λόγους.

Εσφαλμένη αντίληψη 4

Η αρχαία Ελλάς ήταν κράτος, μία νόμιμη υπόσταση όπως ακριβώς αντιλαμβανόμεθα τον όρο σήμερα.

Πραγματικότητα 4

Όχι, η Ελλάς αναγνωρίστηκε ως κράτος, ως νόμιμη υπόσταση, όπως εμείς καταλαβαίνουμε τον όρο σήμερα, το 1830. Από την αρχή της υπάρξεώς της έως το 1830, ο όρος Ελλάς δεν ήταν άλλος παρά μία γεωγραφική ορολογία, μία διοικητική περιοχή της οποίας τα σύνορα άλλαζαν ανάλογα με τις ανάγκες της Ρωμαϊκής, Βυζαντινής και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Εσφαλμένη αντίληψη 5

Υπήρχε μία αρχαία Ελληνική γλώσσα. Οι αρχαίοι Μακεδόνες μιλούσαν Μακεδονικά και όχι Ελληνικά.

Πραγματικότητα 5

Γλωσσολογικώς δεν υπάρχει πραγματική διάκριση μεταξύ διαλέκτου και γλώσσας χωρίς έναν ορισμένο παράγοντα> Ο κόσμος συνήθως λαμβάνει υπόψιν τον πολιτικό παράγοντα για να διακρίνει γλώσσα από διάλεκτο. Εφ’ όσον η Πανελλαδική περιοχή αποτελείτο από πολλές μικρές περιοχές (Αττική, Λακεδαίμων, Κόρινθος κλπ) και μεγαλύτερες περιοχές (Μολοσία, Θεσπρωτία, Μακεδονία, Ακαρνανία, Αιτωλία, κλπ) οι Έλληνες νόμιζαν ότι μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες, ενώ στην πραγματικότητα όλες αυτές οι γλώσσες δεν ήταν τίποτ’ άλλο παρά παραλλαγές της Ελληνικής γλώσσας. Η πιο εξελιγμένη όλων αυτών των Ελληνικών διαλέκτων ήταν η διάλεκτος των Αθηνών, η λεγομένη Αττική διάλεκτος. Όταν οι κοινός κόσμος αναφέρεται στην «αρχαία Ελληνική γλώσσα» εννοεί την Αττική διάλεκτο και οποιαδήποτε σύγκριση μεταξύ της Μακεδονικής διαλέκτου και της αρχαίας Ελληνικής, είναι στην πραγματικότητα σύγκριση μεταξύ Αττικής και Μακεδονικής. Η διαφορά μεταξύ της Μακεδονικής και Αττικής διαλέκτου είναι παρόμοια με τη διαφορά μεταξύ της κατωτέρας και ανωτέρας Γερμανικής γλώσσας. Κανείς δεν αμφιβάλλει πως και οι δύο διάλεκτοι είναι Γερμανικής προελεύσεως, αν και διαφέρουν μεταξύ τους. Ένα άλλο πολυδιαλεκτικό παράδειγμα είναι το γλωσσολογικό καθεστώς που υπάρχει σήμερα στην Ιταλία. Η επίσημος γλώσσα της χώρας είναι η της Φλωρεντίας, αλλά ο λαός ακόμη μιλά τις διαλέκτους του. Δύο άτομα από διαφορετικές περιοχές της Ιταλίας δεν μπορούν να επικοινωνήσουν εάν μιλούν τις αντιστοίχους διαλέκτους. αλλά και οι δύο τους μιλούν την Ιταλική γλώσσα. Γιατί η αρχαία Ελληνική τυγχάνει διαφορετικής μεταχειρίσεως;

Εκείνη την εποχή οι Έλληνες μιλούσαν περισσότερες από 200 Ελληνικές διαλέκτους ή γλώσσες, όπως τις ονόμαζαν. Οι πιο γνωστές από τις διαλέκτους είναι η Ιωνική, Αττική, Δωρική, Αιολική, Κυπριακή, Αρκαδική, Αιτωλική, Ακαρναϊκή, Μακεδονική και Λοκρική. Επιπλέον γνωρίζουμε πως οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τους Μεκεδόνες ως Ελληνόφωνες. Ο Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος γράφει: «,,, οι Αιτωλοί, οι Ακαρνανοί και οι Μακεδόνες, άνδρες ομοίας γλώσσης, ενωμένοι ή χωρισμένοι λόγω ασήμαντων αιτιών οι οποίες εμφανίζονται από καιρού εις καιρόν …» (Λίβιος, Ιστορία της Ρώμης, βιβλίον ΧΧΧ παρ. ΧΧΙΧ). Οι Αιτωλοί και Ακαρνάνες ήσαν αναμφισβητήτως Ελληνικές φυλές. Σε μία άλλη περίσταση ο Λίβιος γράφει: «… () Στρατηγός Paulus) κάθισε στο επίσημο κάθισμά του περιτριγυρισμένος από πλήθος Μακεδόνων … οι ανακοινώσεις του μεταφράστηκαν στην Ελληνική και επαναλήφτηκαν από τον πραίτορα Gnaeus Octavius …». Εάν το πλήθος των Μακεδόνων σ’ αυτή τη συγκέντρωση δεν μιλούσε Ελληνικά, γιατί οι Ρωμαίοι αισθάνθηκαν την ανάγκη να μεταφράσουν τον λόγο του Paulus στα Ελληνικά; (Λίβιος, Ιστορία της Ρώμης, β, XLV, παρ. ΧΧΙΧ).

Η Μακεδονική διάλεκτος ήταν Αιολική διάλεκτος και ανήκε στο σύνολο των Δυτικών Ελληνικών γλωσσών (Hammond, Η Μακεδονική Πολιτεία, σελ. 193). Όλες αυτές οι διάλεκτοι διαφέρουν η μία από την άλλη, αλλά όχι τόσο ώστε δύο άτομα τα οποία προέρχονται από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας να μην καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλο. Η Στρατιωτική Γιουγκοσλαβική Εγκυκλοπαίδεια, έκδοση 1974 (Γράμμα Μ. σελ. 219), μία πολύ ανθελληνικώς προκατειλημμένη έκδοση, αναφέρει: «… u doba rimske invazije, njihov jezik bio greki, ali se dva veka ranije dosta razlikovao od njega, mada ne toliko da se ta dva naroda nisu mogla sporazumevati”» (= … τον καιρό της Ρωμαϊκής εισβολής, η γλώσσα τους ήταν Ελληνική, αλλά δύο αιώνες πριν, ήταν αρκετά διαφορετική, αλλά όχι τόσο ώστε οι δύο λαοί να μην καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλον).

Μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η κατάσταση στην απέραντη αυτοκρατορία άλλαξε σε μία νέα πραγματικότητα. Ο Φαραώ της Αιγύπτου, Πτολεμαίος ΙΙ, ο Φιλάδελφος (308-246 π.Χ.), αντελήφθη πως η ενοποίηση των Ελλήνων και η απεραντοσύνη της Αυτοκρατορίας, απαιτούσαν τη σταθεροποίηση της ήδη καθομιλουμένης γλώσσας, της Κοινής. Η Ελληνική ήταν η καθιερωμένη γλώσσα του αχανούς Ελληνιστικού κόσμου των τεσσάρων βασιλείων των Διαδόχων. Αν και ήταν η ομιλούμενη γλώσσα, δεν υπήρχε όμως κοινό αλφάβητο, αλλά ούτε γραμματική είχε επινοηθεί.

Η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου στα 280 π.Χ. ήταν ήδη το Πολιτιστικό Κέντρο της Αυτοκρατορίας. Ο Πτολεμαίος Β’ ανέθεσε στον Αριστέα, έναν Αθηναίο λόγιο, να δημιουργήσει τη γραμματική της νέας γλώσσας, ούτως ώστε όχι μόνον οι Έλληνες κάτοικοι θα μπορούσαν να μιλήσουν, αλλά όλοι γενικώς οι υπήκοοι της Αυτοκρατορίας. Έτσι, λοιπόν, ο Αριστέας χρησιμοποίησε την Αττική διάλεκτο ως βάση της νέας γλώσσας. Επιπλέον ο Αριστέας και οι λόγιοι που τον βοηθούσαν στη δημιουργία της, αφαίρεσαν τις Αττικές ιδιοσυγκρασίες της γλώσσας , προσέθεσαν νέες λέξεις, καθώς και γραμματικούς και συντακτικούς κανόνες, κυρίως από τη Δωρική, Ιωνική και Αιολική διάλεκτο. Τίποτε δεν συμπεριλήφθηκε από τη Σπαρτιατική Δωρική (βλέπε Τσακωνική διάλεκτος). Έτσι λοιπόν σταθεροποίησαν την Ελληνική γλώσσα, την ονομαζόμενη ΚΟΙΝΗ.

Η γλώσσα όμως δεν είχε τελειοποιηθεί. Οι μη Έλληνες αντιμετώπιζαν δυσκολίες στο διάβασμα, εφ’ όσον δεν υπήρχε διαχωρισμός μεταξύ λέξεων, προτάσεων και παραγράφων. Τα γράμματα ήταν συνεχόμενα, το ένα δίπλα στο άλλο. Επί πλέον δεν μπορούσαν να εκφράσουν τα αισθήματά τους και δεν υπήρχε τόνος ομιλίας στο γραπτό λόγο. Εκείνη την εποχή η καθομιλουμένη Ελληνική ήταν μελωδική γλώσσα, περισσότερο μελωδική απ’ ότι είναι η Ιταλική σήμερα. Το σύστημα των παραγράφων, προτάσεων, και μερικών συμβόλων και σημείων στίξεως, όπως ˜ . : ‘ !, ήταν αποτέλεσμα συνεχούς βελτιώσεως και τελειοποιήσεως της γλώσσας, με συμβολή πολλών λογίων Ελλήνων σε παγκόσμιο επίπεδο.

Την εποχή εκείνη διάφορες Ελληνικές πόλεις χρησιμοποιούσαν διαφορετικά αλφάβητα τα οποία περιείχαν γράμματα τα οποία αντιπροσώπευαν φθόγγους της συγκεκριμένης διαλέκτου. Υπήρχαν δύο κυρίως κατηγορίες, τα Ανατολικά και Δυτικά αλφάβητα. Το πρώτο επίσημο αλφάβητο παρέλειψε γράμματα που δεν χρησιμοποιούνταν πλέον (σαμπί, κόππα, δίγαμμα το οποίο είναι επίσης γνωστό και ως στίγμα [στ’] στους Ελληνικούς αριθμούς) και παρουσίασε ένα αλφάβητο με 24 γράμματα για τη νέα κοινή γλώσσα. Η συμπερίληψη όμως μικρών γραμμάτων στο γραπτό λόγο δεν έγινε αμέσως, αλλά πήρε μερικούς αιώνες κατόπιν της σταθεροποιήσεως της Κοινής.

Εφ’ όσον η καινούργια γλώσσα τελειοποιήθηκε με τα σύμβολά της, οι Εβραίοι της Αιγύπτου θεώρησαν πως ήταν ευκαιρία να μεταφράσουν τα θρησκευτικά τους βιβλία στην Ελληνική γλώσσα, αφού ήταν η γλώσσα της Εβραϊκής Διασποράς. Λοιπόν, στο νησί Φάρος, στην είσοδο του λιμένος της Αλεξανδρείας, απομονώθηκαν 72 Εβραίοι λόγιοι και μετέφρασαν τα ιερά τους βιβλία (Τοράχ, Νεβι’ιμ, Κετουβίμ, κλπ) από την αραμαϊκή και εβραϊκή στην νεοδημιουργημένη Ελληνική Κοινή γλώσσα. Η μετάφραση είναι γνωστή ως η των Εβδομήκοντα. Η Κοινή εν τω μεταξύ εξελίχθη και μέσα σε δύο με τρεις αιώνες κατέληξε να διαμορφωθεί στη γλώσσα την οποία διάφοροι λόγιοι ονομάζουν Βιβλική Ελληνική. Είναι γεγονός πως μόνον άτομα που έχουν μελετήσει την Αττική διάλεκτο μπορούν να αντιληφθούν τη διαφορά μεταξύ της Ελληνικής των Εβδομήκοντα και της Ελληνικής της Καινής Διαθήκης.

Αν και η Κοινή ήταν η επίσημος γλώσσα, σε γενικές γραμμές, οι απλοϊκοί άνθρωποι συνέχισαν να χρησιμοποιούν τις δικές τους διαλέκτους κι εδώ κι εκεί μπορούσε κάποιος να επισημάνει στοιχεία της Αττικής διαλέκτου, όπως π.χ. στην Καινή Διαθήκη. Το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο και η Αποκάλυψη είναι έγγραφα γραμμένα σε τέλεια Αττική. Τα άλλα τρία Συνοπτικά Ευαγγέλια γράφτηκαν στην Κοινή με προσθήκες σημιτικών γραμματικών εννοιών (π.χ. η Εβραϊκή Γενική) και επινοημένο λεξιλόγιο (π.χ. ο επιούσιος).

Το αποτέλεσμα είναι πως σήμερα στην Ελλάδα υπάρχουν πολλές παραλλαγές στην ομιλία, όχι όμως σε βαθμό που δύο άτομα δεν μπορούν να καταλάβουν ο ένας τον άλλον. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν διαφορές στην ομιλούμενη γλώσσα. Σήμερα η επίσημη Ελληνική γλώσσα αποδέχεται μόνον την Τσακωνική, η οποία είναι φυσική εξέλιξη της Δωρικής, ενώ γη Καθαρεύουσα, η οποία είναι μία κατασκευασμένη γλώσσα, βασίζεται στην Κλασσική ή Αττική διάλεκτο. Σήμερα η ομιλία στην Ελλάδα διαφέρει από τόπο σε τόπο και πολλές φορές ένα ανεκπαίδευτο αυτί μπορεί να αντιμετωπίσει δυσκολία κατανοήσεως τοπικών διαλέκτων. Η ποντιακή και η κυπριακή είναι δύσκολες διάλεκτοι για άτομα που δεν είναι εξοικειωμένα με Ελληνικές διαλέκτους. Η Τσακωνική, η απόγονος της Σπαρτιατικής Δωρικής, γίνεται σχεδόν ακατανόητη διάλεκτος για κάποιον που δεν είναι εξοικειωμένος με τη διάλεκτο αυτή.

Η Μακεδονία έφερε διάφορα ονόματα. Στην αρχή οι Μακεδόνες της έδωσαν το όνομα Ημαθία (από τον αρχηγό τους Ημαθίων). Ετυμολιγικώς προέρχεται από τη λέξη άμαθος, αμαθόεις και σημαίνει άμμος, αμμώδης. Από τώρα και στο εξής όλα τα ονόματα που προσδιορίζουν αυτό το χώρο είναι Ελληνικά. Αργότερα ονομάστηκε Μακετία ή Μακέσσα και τελικά Μεκεδονία. Η τελευταία ονομασία προέρχεται από τη Δωρική / Αιολική λέξη «μάκος» (στην Αττική «μήκος») η οποία σημαίνει μήκος, μάκρος (βλ. Ομήρου Οδύσσεια, VII, 106) και έτσι η λέξη Μακεδνός σημαίνει τον μακρύ, τον ψηλό, αλλά και τον ορεσίβιο, τον βουνίσιο (Ορέσται, Έλληνες).

Στην πόλη Όπη, κοντά στη Βαβυλώνα, όταν οι Μακεδόνες στρατιώτες στασίασαν εναντίον του Αλέξανδρου, ο Μέγας Αλέξανδρος απευθύνθηκε στο Μακεδονικό στρατό του, μιλώντας τους στην Ελληνική (Αρριανός, Ανάβαση του Αλεξάνδρου, VII, 9, 10). Οι στρατιώτες του ακούγοντας τον Αρχηγό τους να τους μιλά με αυτόν τον τρόπο, έμειναν άναυδοι. Είχαν αναστατωθεί. Αμέσως μόλις ο Αλέξανδρος μπήκε στο παλάτι του απαίτησαν να μπουν κι αυτοί στο παλάτι για να του μιλήσουν. Ο Αλέξανδρος αμέσως βγήκε έξω μόλις άκουσε πως οι στρατιώτες του ήθελαν να του μιλήσουν. Τους είδε στενοχωρημένους και πολλοί έκλαιγαν και θρηνούσαν. Όταν ο Αλέξανδρος αντίκρισε τους οδυρόμενους στρατιώτες του και αυτός με τη σειρά του δάκρυσε. Προσπάθησε να τους μιλήσει, αλλά αυτοί άρχισαν να εκλιπαρούν τον στρατηγό τους. Ένας μάλιστα, ονομαζόμενος Καλλύνης, ο οποίος ήταν πιο ηλικιωμένος από τους λοιπούς στρατιώτες και κατείχε δεσπόζουσα θέση στο Ιππικό των Εταίρων, είπε: «Ω βασιλεύ, αυτά που προξενούν λύπην εις τους Μακεδόνας είναι το ότι τώρα έχεις ως ομοτίμους σου ορισμένους Πέρσας και οι Πέρσαι αποκαλούνται συγγενείς του Αλεξάνδρου και σε φιλούν, ουδείς δε εκ των Μακεδόνων απήλαυσε μέχρι σήμερον την τιμή ταύτην» (Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις, VII,8-10).

Η άνωθεν ιστορία φανερώνει καθαρώς ότι οι Μακεδόνες μιλούσαν Ελληνικά εφ’ όσον μπορούσαν να καταλάβουν τι τους έλεγε ο Αλέξανδρος. Υπήρχαν χιλιάδες Μακεδόνες στρατιώτες και όχι μόνον μερικοί που έτυχε να μιλούν την Ελληνική γλώσσα. Θα ήταν αλήθεια εκτός πραγματικότητας αν ο Αλέξανδρος τους μιλούσε σε γλώσσα που υποτίθεται δεν καταλάβαιναν. Δεν υπάρχει καμιά περίπτωση πως οι Μακεδόνες στρατιώτες είχαν πάρει μαθήματα Ελληνικής και έμαθαν τη γλώσσα σε είκοσι λεπτά ταυτοχρόνως καθώς τους μιλούσε ο Αλέξανδρος.

Επιπλέον οι Μακεδόνες φορούσαν ένα χαρακτηριστικό καπέλο, την «καυσία» (Πολύβιος IV 4.5, Ευστάθιος 1958, Αρριανός Αλεξάνδρου Ανάβασις, VII 22, Στουρζ, Η Μακεδονική Διάλεκτος, 41) που τους ξεχώριζε από τους λοιπούς Έλληνες. Η λέξη «καυσία» προέρχεται από την Ελληνική λέξη για καύση, ζέστη, εξ ου και καύσων. Γι’ αυτό το λόγο οι Πέρσες τους αποκαλούσαν “yauna takabara”, που εννοεί «Έλληνες οι οποίοι φορούν το καπέλο». Το Μακεδονικό καπέλο ήταν πολύ πιο διαφορετικό από τα καπέλα που φορούσαν οι λοιποί Έλληνες στρατιώτες, αλλά οι Πέρσες δεν ξεχώριζαν τους Μακεδόνες, και αυτό γιατί η Μακεδονική ομιλία ήταν επίσης Ελληνική ομιλία (Hammond, Η Μακεδπνική Πολιτεία, σελ. 13, J.M. Balcer Ιστορία, 37 [1988]7).

Στις βουνοπλαγιές των Ιμαλαΐων και του Ινδικού Καυκάσου και υπό Πακιστανική και Αφγανή δικαιοδοσία, ζει μια φυλή που αποκαλείται Καλάς. Οι Καλάς ισχυρίζονται ότι είναι απόγονοι των στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι οποίοι για διάφορους λόγους δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν το Μεγάλο Στρατηλάτη στις καινούργιες εκστρατείες του, και παρέμειναν στα βάθη της Ασίας. Μη έχοντας επικοινωνία με τον υπόλοιπο κόσμο για περίπου 23 αιώνες, είναι αεκετά διαφορετικοί από τους άλλους γειτονικούς λαούς. Ανοιχτόχρωμοι με γαλανά μάτια ανάμεσα σε σκουρόχρωμους γείτονες, με γλώσσα η οποία αν και έχει επηρεαστεί από τις πολλές Μουσουλμανικές γλώσσες λαών οι οποίοι περιβάλλουν τους Καλάς, ακόμη διατηρεί στοιχεία λεξιλογίου της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας. Υποδέχονται τους επισκέπτες τους με τη λέξη «ισπάντα» από το Ελληνικό ρήμα «ασπάζομαι» και τους προειδοποιούν για το «χεμάν» από το αρχαίο Ελληνικό συστατικό, «χειμών». Οι Καλάς ακόμη πιστεύουν στους δώδεκα Ολυμπίους θεούς και η αρχιτεκτονική τους μοιάζει πολύ με την Μακεδονική αρχιτεκτονική (Εθνικός Κήρυκας, «Ένα σχολείο για τους Καλάς από τους Έλληνες», 11 Οκτωβρίου 1996).

Ο Μάϊκλ Γουντς, ο Βρετανός ιστοριοδίφης στο βιβλίο του Στα ίχνη του Μεγάλου Αλεξάνδρου (σελ.8) παραθέτει την κάτωθι δήλωση ενός ατόμου της φυλής Καλάς, ονομαζομένου Kazi Khusnawaz:

Πριν από πολλά – πολλά χρόνια, πριν από την εποχή του Ισλάμ, ο Σικάντερ ε Ααζέμ ήρθε στην Ινδία. Αυτός που φορούσε δύο κέρατα και τον οποίο εσείς οι Βρετανοί ονομάζετε Μεγάλο Αλέξανδρο. Αυτός ήταν που κυρίευσε τον κόσμο και ήταν σπουδαίος άνθρωπος, γενναίος και ατρόμητος και στους ανθρώπους του γενναιόδωρος. ¨όταν έφυγε γθια να ξαναγυρίσει στην Ελλάδα, μερικοί από τους άνδρες του δεν ήθελαν να ξαναγυρίσουν και προτίμησαν να παραμείνουν εδώ. Ο αρχηγός τους ήταν ο στρατηγός Σαλακάς (Σέλευκος). Αυτός και μερικοί από τους αξιωματούχους του ήρθαν σ’ αυτές τις πεδιάδες, παντρεύτηκαν με ντόπιες γυναίκες και έτσι έμειναν εδώ. Εμείς οι Καλάς, οι Μαύροι Άπιστοι των Ινδοκούχ, είμαστε οι απόγονοι των παιδιών των παιδιών τους. Ακόμη μερικές από τις λέξεις μας είναι παρόμοιες με τις δικές τους, η μουσική μας και οι χοροί μας επίσης. Λατρεύουμε τους ίδιους θεούς. Γι’ αυτό το λόγο πιστεύουμε πως οι Έλληνες είναι οι πρώτοι μας πρόγονοι….

(Ο Σέλευκος ήταν ένας από τους Στρατηγούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Γεννήθηκε στα 358 ή 354 π.Χ. στην Εύρωπο της Μακεδονίας και απεβίωσε στον Γορπιαίον (Αύγουστος / Σεπτέμβριος) του 281 π.Χ. κοντά στη Λυσιμάθια της Θράκης).

Οι Καλάς σήμερα πιστεύουν στους θεούς των αρχαίων Ελλήνων, ιδιαίτερα στον Ντι Ζάου (Δίας Ζευς), τον θεό του ουρανού. Δυστυχώς η γλώσσα τους έχει χαθεί κατά τη διάρκεια των Μουσουλμανικών κατακτήσεων. Αυτά είναι επιπλέον αποδεικτικά στοιχεία ότι οι Μακεδόνες και οι λοιποί Έλληνες μιλούσαν την ίδια γλώσσα, είχαν την ίδια θρησκεία και μοιράζονταν τα ίδια ήθη και έθιμα.

Οι κατηγορίες πως οι Μακεδόνες ήταν βάρβαροι άρχισαν στην Αθήνα και ήταν κατασκεύασμα πολιτικής υφής βασισμένο στον τρόπο ζωής των αρχαίων Μακεδόνων, και όχι στην εθνικότητά τους και στη γλώσσα τους (Casson, Μακεδονία, Θράκη και Ιλλυρία, σελ. 158, Errington, Ιστορία της Μακεδονίας, σελ. 4). Ο Δημοσθένης ταξίδεψε στην Μακεδονία δύο φορές και παρέμεινε εκεί συνολικά εννέα μήνες. Ήξερε πάρα πολύ καλά τι γλώσσα μιλούσαν οι Μακεδόνες. Διακρίνουμε την ίδια στάση και στο Θρασύβουλο, ο ποίος αναφέρει ότι οι Ακαρνάνες ήταν βάρβαροι μόνον όταν οι Αθηναίοι αντιμετώπιζαν ανταγωνισμούς πολιτικής υφής από τους Ακαρνάναες. Ο Μεκεδονικπις τρόπος ζωής διέφερε από τον τρόπο ζωής της Νοτίου Ελλάδος, όμως αυτό ήταν κάτι πολύ κοινό μεταξύ των κατοίκων της Δυτικής Ελλάδος, όπως οι Χάονες, οι Μολοσσοί, οι Θεσπρωτοί, οι Ακαρνάνες και οι Μακεδόνες (Errington, Μία Ιστορία της Μακεδονίας, σελ. 4). Τα Μακεδονικά Ιδρύματα Διοικήσεως ήταν παρόμοια με αυτά των Μυκηνών και της Σπάρτης (Wilken, Αλέξανδρος ο Μέγας, σελ. 23). Όσον αφορά στις δηλώσεις του ρήτορος Δημοσθένους πως ο Φίλιππος ήταν «βάρβαρος», ακόμη και ο Badian που εναντιώνεται πολύ προς την Ελληνικότητα των Μακεδόνων, παραδέχεται: «Οι κατηγορίες του Δημοσθένους εναντίον του Φιλίππου δεν έχουν καμία ιστορική σημασία, αλλά πρόκειται για περίπτωση προσωπικής αντιπάθειας του ρήτορος προς τους προσωπικούς εχθρούς του» (E. Badian, Μελέτες στην Ιστορία Τέχνης, Τόμος 10: Μακεδονία και Ελλάς στα Τελευταία Στάδια της Κλασσικής Εποχής, Αρψχχές Ελληνιστικής Εποχής, Έλληνες και Μακεδόνες).

***
Ο Καθηγητής Θανάσης Φούρλας στην έδρα της Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Muenster Westfallen, θήτευσε, ως γνωστός και ως Αρχιγραμματέας στην Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή ΗΠΑ. Υπήρξε συμφοιτητής στη Χάλκη με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, κατέχει δε τη θέση του Αντιπροέδρου στο Σύνδεσμο Γερμανών Βυζαντινολόγων.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *