Η νοσταλγία ενός ξενιτεμένου κοντοχωριανού

FtS97

Θέλω να πάω στο χωριό να ξαποστάσω λίγο
να δω τους φίλους τους καλούς, τα όμορφα κορίτσια,
να πιω νεράκι δροσερό, ζεστό τυρόψωμα να γευτώ,
στην εκκλησιά του χωριού να πάω να προσκυνήσω,
να ακούσω γέρους να μιλούν για τα παλιά τα χρόνια,
να δω τα γιδοπρόβατα πέρα στην καμάρα,
να ακούσω κυπροκούδουνα ψηλά στα καραούλια,
τον κούκο επάνω στον Αη-Λια και μες στις ρεματιές της Γούβας
να τραγουδούν γλυκά τ’ αηδόνια, κι όταν διψάσω στην παλιά
τη βρύση μας τη Μότσιο, να τρέξω να δροσιστώ,
να νιφτώ στης κούπας το νεράκι,
να ‘ρθουν κοπέλες ντροπαλές τις στάμνες να γεμίσουν
και κουβέντες να αλλάξουμε σαν τα παλιά τα χρόνια,
για τα σπαρτά τους να μου πουν και για τα νοικοκυριά τους,
να ‘ρθουν και οι γερόντισσες ευχές για να μου δώσουν.
Τότε με μιας θα θυμηθώ τα όμορφα τα χρόνια,
τότες που ήμασταν παιδιά και παίζαμε στ’ αλώνια,
κοντά στους γονείς μου, σε ανθρώπους ταπεινούς γεμάτους καλοσύνη,
το Πάσχα να πάω στην Εκκλησιά το άγιο φως να πάρω
και σαν έρθει η αυγή στο λάκκο να βρεθώ με τους συγχωριανούς μου
σουφλί αρνί να φάω.

Νοσταλγώ να πάω το Δεκαπενταύγουστο
στο πανηγύρι του χωριού μας
με φίλους να γλεντήσω.

Κάνε Χριστέ μου να βρεθώ στο όμορφο Παλαιοχώρι
να μου γεμίσει η ψυχή μ’ ωραίες αναμνήσεις.

***
Μαρία Η. Γαλανοπούλου, Παλαιοχώρι, Εφημερίδα «Παλαιοχώρι Δωριέων Φθιώτιδας», αριθμός φύλλου 130 Ιανουάριος – Μάρτιος 2008, σελ.: 2

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *