Οι Τζιτζάδες

FtS70

υπό Γεωργίου Τσίτσα

Σαν λαός που γειτνιάζει προς την Ανατολή, ο Ελληνικός, ήταν ανέκαθεν επηρεασμένος από τον μυστικόπαθο περίγυρό του που ήταν, «το μεταφυσικό δόγμα από την επιστημονική υπόθεση και την ενόραση από την εμπειρική μελέτη». Η πίστη ότι μερικοί άνθρωποι είχαν τη δύναμη να επηρεάζουν άλλους με το βλέμμα τους, είχε επικρατήσει αρχικά στους αρχαίους λαούς

α] Ισραηλίτες
β] Έλληνες και
γ] Ρωμαίους

Α΄ Από την Παλαιά Διαθήκη α) παροιμίες 23,οο και Σοφία Σιράχ 14,3
Β΄ Έλληνες, βλέπε Λεξικό των αρχαίων ονομάτων υπό Νικολάου Λωρέντη, Βιέννη 1837 α) Αλκίφρονος, σοφιστής, επ. α 1,5
β) Ηλίωδος Αιθιοπικά 1,7
γ) Πολιδεύκης 2,10 δ λεξικό του
δ) Πεισίστρατος, τύραννος των Αθηνών
ε) Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς και τέλος
στ) ο Πλούταρχος από τη Χαιρώνεια στα συμποσιακά ε προβλήματα Ζ δίνει μία εκλογικευμένη – ψυχολογική ερμηνεία του φαινομένου που ως σήμερα γίνεται πιστευτό.
-«Είναι πολύ φυσικό να συμβαίνει αυτό με τα μάτια, καθώς η ματιά είναι πολυκίνητη σκορπά γύρω, μαζί με μια πνοή φωτός, σαν τη φωτιά που βγάζει μια θαυμαστή δύναμη που κάνει τον άνθρωπο να πράττει και να πάσχει πολλά εκξ αιτίας της»-
Γ΄ Οι Ρωμαίοι
α) Ο Βεργίλιος Eclog III e) o Πλίνιος ο πρεσβύτερος φυσικός και αρχαιολόγος Η.Ν. ΧΙΧ – ΙΙ § 1. Οι Ρωμαίοι είχαν και θεό Βάσκανον (Fascinus), Λεξικό της αρχαιολογίας υπό W. Smith, εν Αθήναις 1860 σελ. 129
β) Γ.Α. Μέγα: Ζητήματα Ελληνικής Λαογραφίας 3 (1941-1942) σελ. 81
γ) Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Λαρούς- Μπριτάνικα τομ. 13 σελ. 369 και 468 «βασκάνω» α) προξενώ σε κάποιον κακό με το βλέμμα β) Κάνει κακό από φθόνο (φθονώ – κακολογώ)

Η πίστη αυτή μεγάλωσε περισσότερο ύστερα κι από την αναγνώριση της βασκανίας από την Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία που καθιέρωνε ευχές και εξορκισμούς εναντίον τους. Η ευχή λέγεται αβασκανία ή αβασκαντιών. Βλ. α) Αγιασματάριον ή Μικρό ευχολόγιο υπό Ευσταθίου Δ. Σκάρπα, έκδοση Μ. Σαλίβερου, σελ. 48-49, ευχή επί βασκανίας β) Μικρό ευχολόγιο της Αποστολικής Διακονίας και τίτλοι γ) Βίβλος ενιαύσιος «Πανδέκτη εν Λειψία της Σαξωνίας 1761 σελ. 1504.

Έτσι αναπτύχθηκαν δύο περιπτώσεις ανθρώπων: Αυτοί που έκαναν το μάτιασμα α) Βασκανία, μάτιασμα και αυτοί που έκαναν την μαγκανία β) Μάγια, μαγκανία.

Α. Βάσκανος, βασκανία – Μάτιασμα, βάσκα, βάσκαμα

Στην περίπτωση αυτή η βασκανία που ήταν βλαβερή και γινόταν με τα μάτια, μάτιαζαν κυρίως οι ηλικιωμένοι που είχαν γαλανά μάτια, σμιχτά φρύδια και είχαν βυζάξει για δεύτερη φορά μετά το πρώτο απόκομμα, όσες γυναίκες είχαν μεγάλα μάτια, μεγάλα δόντια και μεγάλα βυζιά. [Βάσκανοι -φθονεροί που ματιάζουν – βασκόμοιρα, όντα που βασκαίνονταν].

α) Ματιάζονταν τα παιδιά, οι λεχώνες, οι άρρωστοι, οι επιμελείς μαθητές, οι έφηβοι και οι νέες που είχαν ομορφιά και χάρη.

β) Ματιάζονταν τα καλοθρεμμένα ζώα, αγελάδες, άλογα, κατσίκες μαλτέζικες, κουνέλια, ακόμη και σκυλιά. Σύμφωνα με παλαιότερη μαρτυρία από τη Ρούμελη, περιοχή Αιτωλοακαρνανίας, έχουμε μάτιασμα γαϊδάρου και μετά, ένεκα τούτου, «κρεμούσαν στο γαϊδούρι για να μην βασκαίνεται ξύλινο χουλιάρι».
γ) Διάφορα όμορφα αντικείμενα, ακόμη και οπωροφόρα δένδρα.

Το μάτιασμα μπορούσε να γίνει με λόγια, με έκφραση θαυμασμού για την ομορφιά, την υγεία και γενικά τις αρετές, τα προτερήματα ανθρώπων, ζώων, δένδρων και άλλων αψύχων αντικειμένων. Η βασκανία είχε τρία στάδια:

1) Διάγνωση της βασκανίας
2) Τους τρόπους θεραπείας που ήταν: το κάπνισμα, το λιβάνισμα, το πέρασμα πάνω από τη φωτιά, το φτύσιμο, ξέπρισμα από ειδικό, ευχή από παπά και τέλος ειδική ευχή με λάδι στο ποτήρι.
3) Μέσα προφύλαξης, προφυλακτικά, βασκαντίρια, αβασκαντίρια.

Κανένας βέβαια δεν μάτιαζε θέλοντάς το, αλλά αυτό συνέβαινε ασυναίσθητα, χωρίς να ξέρει την επικίνδυνη επίδραση του ματιού του ή των λόγων του. Έτσι για προφυλακτικά χρησιμοποιούσαν διάφορα φυλαχτά και έπαιρναν προληπτικά μέτρα.

Σε ανθρώπους το σταύρωμα στο λαιμό, τα χαϊμαλιά φτιαγμένα από πανί, δέρμα ή μέταλλο σε σχήμα τριγώνου που μέσα τοποθετούσαν διάφορα ξόρκια, θαλασσιές χάντρες, σκελετούς από χρυσόμυγες, αποξηραμένες νυχτερίδες, βάση κεφαλιού μονογούλικου σκόρδου και άλλα.

Σε ζώα έβαζαν χαϊμαλιά που τα έδεναν στο κούτελο, στα κέρατα και στην ουρά (μονόχαντρο). Δεν επέτρεπαν σε κανέναν να παρακολουθεί το άρμεγμα, δεν μαρτυρούσαν πόσο ακριβώς γάλα έδινε το κοπάδι. Τη νύχτα απαγορευόταν να βγει γάλα έξω από το μαντρί. Γενικά τα καλοθρεμμένα ζώα απόφευγαν να τα επιδεικνύουν.

Οι συνέπειες του ματιάσματος ήταν πονοκέφαλος, ατονία, τάση για εμετό, αστάθεια και δυσχέρεια στην ορθοστασία.

Κατέληγαν με τις φράσεις «είναι αβασκαμένος», «φτου σου να μην αβασκαθείς», «νύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια» Δ. Σολωμός

Β΄ Γητεία, μάγια, μαγεία, μαγγανεία, λευκή και μαύρη μαγεία
(θρησκείες ή τέχνη των μάγων)

Τα μάγια τα έκαναν οι άνθρωποι, άνδρες που τους έλεγαν τζιτζάδες (βλ. Ξενοφώντα, Α. Ακόγλου [Ξένου Ξενίτα], από τη ζωή του πόντου (λαογραφικά Κατυώρων, Αθήναι 1939, σελ. 322) και τις γυναίκες τζατζούδες. Ήταν προ παντός άνθρωποι σοβαροί, λιγομίλητοι, πάντα σκεπτικοί κι αργοκίνητοι με κομποσκοίνι ή κομπολόι στο χέρι. Ήταν ειδικοί να κάνουν μάγια ή έλεγαν και τη μοίρα στους συγχωριανούς. Πίστευαν δε ότι έρχονταν σε επικοινωνία με τα πνεύματα, πονηρά και αγαθά.

Μαγεία – θαυματοποιία ήταν η τέχνη που ενεργείται με τη χρήση φαρμάκων, βοτάνων, μαγικών φίλτρων. Γινόταν δε με την επίκληση στα κακοποιά, κατώτερα όντα του αόρατου κόσμου για επίτευξη προσδοκώμενων αγαθών ή κακών.

Οι τζιτζάδες χρησιμοποιούσαν γι αυτό το σκοπό

• πολεμική μηχανή, μάγγανο (Α. Βλάχου Ελληνογαλλικό Λεξικό 1897)
• Μαγειρικές μαγγανείες έντεχνα παρασκευάσματα φαγητών
• μυστηριώδεις μεθόδους
• κάθε μέσον που χρησιμοποιούσαν για μαγικό σκοπό και έτσι τελείωναν: «ως δια μαγείας»
Δυστυχώς οι γραπτές μαρτυρίες στον τόπο μας είναι ελάχιστες.

Με τις καλύτερες ευχές, χωρίς μάγια και βασκανίες.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *