20141106
24grammata.com/ θρησκεία / www.tovima.gr / γράφει κ. Σάββας Αγουρίδης καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Το παρόν άρθρο δεν έχει σκοπό να εκθέσει τη διά των αιώνων σημασία του Filioque για τους ανατολικούς θεολόγους, μάλιστα μετά τον 17ο αι., και ιδίως κατά τον 20ό αι. Εδώ εκτίθεται μόνο το πώς ξεκίνησε το Filioque στις σχέσεις μεταξύ των δύο τμημάτων της χριστιανοσύνης.
Η επίσκεψη του Πάπα στη χώρα μας έφερε κατ’ ανάγκη στο προσκήνιο και το ερώτημα αυτό. Βέβαια, οι Νεορθόδοξοι της Ελλάδας, μετά ιδίως τη δεκαετία του ’60, δεν έθεσαν ποτέ το ερώτημα στη μορφή που το θέτουμε εμείς: όχι μόνο το ιστορικό πλαίσιο της αρχικής εμφάνισης των μεταξύ μας διαφορών δεν τους απασχόλησε ιδιαίτερα, αλλά ούτε και η προς την ιστορία σχέση της εξέλιξης ορισμένων από τις διαφορές αυτές. Η Νεορθόδοξη, π.χ., άποψη περί του Filioque σήμερα στην Ελλάδα δεν έχει ποτέ εξετάσει για ποιο λόγο υπήρξε η ίδια ιστορικώς άγνωστη από τον 15ο αι. μ.Χ. μέχρι και την έκδοση των εγχειριδίων Δογματικής της Ορθόδοξης Εκκλησίας που έγραψαν άνδρες πανεπιστημιακοί, όπως οι καθηγητές Χ. Ανδρούτσος, Παν. Τρεμπέλας και Ι. Καρμίρης. Οι Νεορθόδοξοι υποστηρίζουν με πλήρη βεβαιότητα ότι οι λόγοι της εμφάνισης της διάστασης Ανατολής – Δύσης είναι βαθύτατα θεολογικοί και μάλιστα «Τριαδολογικοί», συνδέονται δηλ. αποκλειστικώς με το θέμα της σχέσης του Ιησού ως «Υιού του Θεού» και του Αγίου Πνεύματος προς τον Πατέρα Θεό εντός της Αγίας Τριάδος.
Οι διαπιστώσεις των Νεορθόδοξων
Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις των Νεορθόδοξων, στο ερώτημα κατά τι διαφέρω εγώ από έναν ολλανδό Δυτικό χριστιανό π.χ., η απάντηση δεν μπορεί να είναι πως έχουμε διαφορετική γνώμη για την αξία της ποδοσφαιρικής ομάδας του Αγιαξ ούτε στις απόψεις μας περί ευθανασίας ή περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα, τίποτε απ’ αυτά! Μόνο αν κατέβουμε βαθύτερα, εκεί πιστεύεται πως θα βρούμε την κύρια διαφορά μας, κι αυτή είναι Τριαδολογική, με την παραπάνω σημειωθείσα έννοια. Οποια, π.χ., ξένη μη Καθολική, θεολογική εγκυκλοπαίδεια κι αν ανοίξει κανείς διαβάζει πως το Filioque παρουσιάστηκε στη Δυτική Εκκλησία κατά τον 5ο αι. μ.Χ. όχι ως δογματική διδασκαλία αλλά στο κήρυγμα των ιεραποστόλων της Ρώμης προς Γότθους (Οστρογότθους, Βησιγότθους κτλ.), εγκατεστημένους στην Ισπανία, στη Β. Ιταλία και στη Ν. Γαλλία, κι ο λόγος αυτής της προσθήκης κατά το κήρυγμα έγινε αναγκαίος γιατί αυτοί οι παράξενοι επήλυδες νέοι Ευρωπαίοι δέχθηκαν πολύ εύκολα τον χριστιανισμό αλλά με μια αρειανική μορφή. Δηλαδή η αποστολή του Υιού όπως και του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο γίνεται από τον ακατάληπτο Θεό Πατέρα, επομένως τα άλλα δύο αυτά πρόσωπα δεν μπορούν να εξισωθούν προς τον Θεό Πατέρα. Ας σημειωθεί ότι η όποια άρνηση της ισότητας του Πνεύματος προς τον Πατέρα και τον Υιό τινάζει στον αέρα τον «θεϊκό» χαρακτήρα της Εκκλησίας, η οποία γενικώς πιστεύεται ως η «οικονόμος» του Πνεύματος του Θεού προς τον κόσμο. Ετσι ξεκίνησαν οι ιεροκήρυκες της Ρώμης προς τους Γότθους τη διδασκαλία περί Filioque: πως όχι μόνον ο Υιός αλλά και το Αγιο Πνεύμα κατάγεται από τον Θεό Πατέρα δεν είναι δηλ. κατώτερο της θεότητας των λοιπών προσώπων, όπως και το Σύμβολο της Νίκαιας (325) διδάσκει: «… το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον…». Αυτό επετράπη από τη Ρώμη να γίνει προς καταπολέμηση του Αρειανισμού και προς υποστήριξη και διαφύλαξη του Συμβόλου της Πίστεως της Νίκαιας, της οικουμενικής δηλ. πίστης της Εκκλησίας. Αυτά όμως όλα έγιναν στο κήρυγμα. Το πρόβλημα άρχισε κυρίως να δημιουργείται όταν με το πες πες έγινε συνήθεια αυτή η κηρυγματική διασάφηση του Συμβόλου της Νίκαιας, της ορθόδοξης δηλ. πίστης της καθόλου Εκκλησίας, κι άμα γίνει κάτι αναγκαία μακρά συνήθεια για την Εκκλησία δημιουργούνται τότε τέτοιες καταστάσεις που η Εκκλησία δεν μπορεί να αρνηθεί την επίσημη καθιέρωση σε μια αρχικά κηρυγματική διασάφηση που θεωρείται αναγκαίο να γίνεται επί αιώνες σε κάποια Εκκλησία μετά δύο ή τρεις αιώνες η αρχική διασάφηση έρχεται και παίρνει τελικά τη θέση επίσημης δογματικής διδασκαλίας. Αυτό καταβλήθηκε σε μια πρώτη απόπειρα να γίνει στη Σύνοδο του Toledo, το 596 μ.Χ. Αρχικά το Τολέδο ήταν πρωτεύουσα των Γότθων, μεταξύ των οποίων πολλοί ήσαν Αρειανοί, και ύστερα έγινε πρωτεύουσα των Μαυριτανών. Η Ρώμη κατάφερε να αντισταθεί τότε, παρά ταύτα, τον 9ο αι. η πίεση εκ μέρους των πιστών και του κλήρου ήταν μεγάλη και τότε η Ρώμη περιέλαβε την προσθήκη του Filioque (= και εκ του Υιού) στο Σύμβολο της Πίστεως!
Ολοι καταλαβαίνουμε πως, αν αρχίσουμε εδώ και εκεί να προσθέτουμε στο Σύμβολο της Πίστεως (ορθόδοξες έστω) διασαφήσεις, τα πράγματα δεν θα πάνε καθόλου καλά. Παρά ταύτα, πρέπει να πούμε πως το θέμα αυτό στις αρχές του 9ου αι. μ.Χ. δεν γέννησε κάποια σοβαρή εκκλησιαστική αναταραχή, παρ’ ότι οι Βυζαντινοί ήσαν πολύ πικραμένοι για την απώλεια των βυζαντινών αποικιών στη Ν. Ιταλία και στη Σικελία εξαιτίας της επέλασης των βαρβάρων Λομβαρδών στην περιοχή αυτή. Κατά την ιστορική μου μάλιστα ενημέρωση, εντελώς αδικαιολόγητα, ήσαν πικραμένοι οι Βυζαντινοί με τον Πάπα, γιατί δεν παρενέβη για τη σωτηρία των αποικιών αυτών. Ας σημειωθεί σχετικώς ότι οι Λομβαρδοί είχαν καταλάβει και το Παπικό Κράτος, το οποίο μόνο με επέμβαση των Γερμανών αποκαταστάθηκε. Με άλλα λόγια, ο Πάπας δεν μπορούσε να κάνει τίποτε για τις αποικίες μας στην Ιταλία. Δεν είναι θέμα αν ήθελε ή όχι, αφού δεν μπορούσε έτσι κι αλλιώς. Δεν σημειώθηκαν δηλ. αντιδράσεις από πουθενά.
Από όσα είπαμε περί Filioque μέχρι τώρα ο αναγνώστης καταλαβαίνει γιατί ο Πάπας Ιωάννης-Παύλος κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα δεν είχε καμιά δυσκολία να απαγγείλει το Σύμβολο της Πίστεως της Εκκλησίας του χωρίς το Filioque. Dεν επρόκειτο απλώς περί διπλωματικής ενέργειας που δεν επιτρέπεται σε ζητήματα θρησκευτικής πίστεως. Από όσα λέμε παραπάνω φαίνεται πως μπορούσε να το κάνει άνετα.
Πώς, τέλος πάντων, και κάτω από ποιες ιστορικές συνθήκες το Filioque έγινε τελικά θέμα διάσπασης της ενότητας μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Εκκλησίας; Τα πράγματα, νομίζω, έγιναν ως εξής: Ο Λέων ο Ισαυρος (γύρω στο 730 μ.Χ.), για λόγους στρατηγικούς, αφαίρεσε από την πανάρχαια εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Πάπα το καλούμενο «Ανατολικό Ιλλυρικό», την περιοχή δηλ. που περιλαμβάνεται μεταξύ Αδριατικής, Αιγαίου και Μαύρης Θάλασσας, η οποία τότε είχε αποικισθεί κυρίως από Σλάβους. Οι Ισαυροι υπήγαγαν την περιοχή αυτή υπό την εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης. Ο Πάπας έντονα διαμαρτυρήθηκε και ουδέποτε αποδέχθηκε ως τετελεσμένο το γεγονός. Κατά τη γνώμη μου, σ’ αυτό στηρίζεται, εν μέρει, η φήμη που επικράτησε στο Βυζάντιο πως ο Πάπας θέλει να καταλάβει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, γιατί δεν έπαψε ποτέ να διεκδικεί δικαιώματα εκκλησιαστικά στην περιοχή αυτή.
Εξαρση του προβλήματος του Ανατολικού Ιλλυρικού παρουσιάστηκε όταν οι Σλάβοι της Βουλγαρίας έγιναν χριστιανοί και ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Βόρις θέλησε να βαπτισθεί. Ο Πάπας τότε αξίωσε αυτός να τον βαπτίσει, αφού η Βουλγαρία, κατά αρχαία παράδοση, ανήκε στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία του, ενώ οι Βυζαντινοί κανόνισαν νονός του να είναι ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας και τελετουργός του βαπτίσματος ο Πατριάρχης Φώτιος. Κι αυτό ακριβώς το δεύτερο έγινε. Ο Πάπας Νικόλαος τότε εξαπέλυσε βροντές και απειλές κι ο Φώτιος ανταποκρίθηκε κατηγορώντας τον μάλιστα αυτή τη φορά σε επιστολή του για αποκλίσεις από την ορθή πίστη! Η κυριότερη εξ αυτών είναι αυτή περί του Filioque. Αυτά έγιναν το 866 μ.Χ. μετά από confusio στις σχέσεις της Βουλγαρίας είτε με τον Πάπα είτε με την Κωνσταντινούπολη, αφού διαπραγματευόταν και με τους δύο! Τελικά, προτίμησε εμάς. Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί ότι ο Πάπας είχε από πριν ιδιαίτερα προσωπικά προβλήματα με τον Φώτιο, αφού σταθερά υποστήριζε τον αντίπαλο του Φωτίου στον πατριαρχικό θρόνο του Βυζαντίου, τον πατριάρχη Ιγνάτιο.
Το Πρώτο Σχίσμα Ανατολής και Δύσης
Υπ’ αυτές τις ιστορικές συνθήκες έγινε θέμα μεταξύ των δύο Εκκλησιών το Filioque για πρώτη φορά. Τα γεγονότα του έτους 866 μ.Χ. αποτελούν το Πρώτο Σχίσμα Ανατολής και Δύσης! Μόλις όμως αφανίστηκε ο αυτοκράτορας Βάρδας και έπεσε από το πατριαρχείο ο Φώτιος, που τον διαδέχθηκε ο Ιγνάτιος, πολύ φίλος του Πάπα, οι σχέσεις των δύο Εκκλησιών αποκαταστάθηκαν και διατηρήθηκαν έτσι μέχρι το 1051, οπότε έγινε το λεγόμενο «Τελικό Σχίσμα» Ανατολής και Δύσης, με πολύ μεγάλη συμβολή σ’ αυτό του ενός εκ των παπικών απεσταλμένων, του καρδινάλιου Ουμβέρτου, προπαντός όμως του δικού μας Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριου. Τα γεγονότα και τις ευθύνες των πρωταγωνιστών παρατηρεί όλη η διεθνής βιβλιογραφία. Οταν ο βυζαντινός αυτοκράτορας και ο τότε Πάπας έμαθαν για τα συμβάντα μεταξύ αυτών των δύο στην Κωνσταντινούπολη και για τον αφορισμό των Παπικών εναντίον μας, μόνον που δεν έπαθαν αποπληξία, γιατί και οι δύο ήσαν βέβαιοι και έτσι είχαν συνεννοηθεί, ότι δηλ. σίγουρα θα υπογραφεί συμφωνία Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας!
Ο Φώτιος είχε δίκιο, νομίζω, ως προς το Filioque, με την έννοια, όσο σοβαρός και αν ήταν ο λόγος, ότι δεν μπορεί να προσθέτει ο οποιοσδήποτε, είτε Πάπας είναι είτε Σύνοδος, οτιδήποτε στο Σύμβολο της Πίστεως που ήταν προϊόν Οικουμενικής της Εκκλησίας Συνόδου. Ως προς όλα τα άλλα όμως, τα εδαφικά συμφέροντα Ανατολής και Δύσης, καθώς και τα προσωπικά του Φωτίου (τα σχετικά με τον πατριαρχικό θρόνο!) έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο.
Οι σχέσεις μεταξύ των δύο Εκκλησιών επιδεινώθηκαν εξαιτίας νέων ιστορικών δυσμενών παραγόντων: Σταυροφορίες, Πολιτική Ορθοδοξία, Οθωμανική Κατοχή με το έντονο αντιδυτικό μίσος της. Κι αυτοί οι νέοι παράγοντες μόνο επιδείνωση έφεραν στις σχέσεις Ανατολής και Δύσης, όχι την εξομάλυνση, παρά τις λογικές προσπάθειες που έγιναν ενίοτε και από τις δύο πλευρές.
Στο γενικότερο ερώτημα ως προς το τι έπαιξε κατά την εξέλιξη της περί «Πνεύματος» διδασκαλίας στην Ανατολή τον κυριότερο λόγο, η θεολογία ή η ιστορία, η δική μας άποψη είναι ότι η ιστορία έπαιξε πρωτεύοντα λόγο: Οσο, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, γινόταν εντονότερη η εχθρική σχέση μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Εκκλησίας τόσο μεγάλωνε και η σημασία της δογματικής διαφοράς του Filioque.