20130828
Του Χρήστου Λαδά / www.capital.gr
Όλοι τον ξέρουμε. Ζει σε ένα διεφθαρμένο κράτος. Σε μια πολιτεία που κυκλοφορεί πολύ χρήμα, μαύρο χρήμα, σε καλές εποχές.
Δεν είναι κοινός θνητός. Είναι πέριξ του συστήματος. Δεν είναι τόσο δύσκολο να συμβεί αυτό. Πολλές φορές συμβαίνει και τυχαία. Μια – δύο γνωριμίες, αγάπη για το χρήμα ή την εξουσία, συμπαρομαρτούντα τις περισσότερες φορές, φιλοδοξία.
Όλοι τον ξέρουμε. Είναι πολιτικός. Σύμβουλος επιχειρήσεων. Χρηματιστής. Επιχειρηματίας. Είναι λαμόγιο και ήρθε η ώρα του να κονομήσει.
Μέσα από προγράμματα που αποσπά χωρίς να πληροί τις προϋποθέσεις, μέσα από μίζες, μέσα από παράτυπα bonus για να βολέψει κόσμο ή να του χορηγήσει ένα συγχρηματοδοτούμενο προγραμματάκι, μέσα από λαθρεμπόριο, μέσα από ένα σωρό έκνομες δραστηριότητες. Θα ακολουθήσει τους κανόνες του παιχνιδιού.
Ξεκινά. Αγωνία στην αρχή μέχρι να βγει το project. Τηλέφωνα, ραντεβού, δημόσιες σχέσεις, επισκέψεις σε πολιτικά γραφεία, τραπεζώματα. Η «δουλειά» τελειώνει. Επιτυχώς.
Φθάνει η ώρα της ανταμοιβής. Το χρήμα πέφτει. Την πρώτη φορά θα το εισπράξει μετρητοίς. Ήδη όμως ανήκει στο μικρόκοσμο ενός συστήματος. Άνθρωπος τους κι αυτός. Ακκίζεται στα πέριξ μιας ελιτ. Δεν είναι ο μανάβης, ο μπακάλης, ο απλός εργαζόμενος, ο κοινός ελεύθερος επαγγελματίας, ο ιατρός, ο δικηγόρος, ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας. Πουλά αέρα, ταχτοποιεί δουλειές και μεσολαβεί, μπορεί και να έχει δικαίωμα υπογραφής ως πολιτικός σε πολλές περιπτώσεις ή ακόμα και τη μαγική στρογγυλή σφραγίδα του κράτους.
Η “δουλειά” μεγαλώνει. Θα εισπράξει κι άλλες πολλές φορές. Πολλαπλάσια ποσά. Δεν γίνεται να εισπράττει πλέον μετρητοίς. Ούτε όμως και να εμφανίζει χρήμα έκνομο. Πώς θα το δικαιολογήσει; Ο κόσμος μπορεί να υποψιάζεται, μερικοί μπορεί να ξέρουν, αλλά αποδείξεις δεν χρειάζονται να υπάρχουν. Αν είναι πολιτικός έχει και εχθρούς. Ιδίως στο ίδιο το κόμμα του. Θέλει λοιπόν να κρύψει το χρήμα. Να χαίρεται τον παράνομο πλούτο του με ασφάλεια. Ψάχνει τη λύση.
Ο μικρόκοσμος στον οποίο ανήκει, του την υποδεικνύει. Λίγο πολύ, όλοι όσοι βρέθηκαν κάποτε στην ίδια θέση, έχουν κάνει το ίδιο. Υπάρχει ασφαλής τρόπος. Διαφυλλάττει πρωτίστως την ανωνυμία.
Τα χρήματα ταξιδεύουν σε τράπεζες εκτός Ελλάδος, σε κράτη που αποτελούν φορολογικούς παραδείσους. Τα κρατίδια των φορολογικών παραδείσων, εκτάσεως πολλές φορές όσο ένα μικρό ελληνικό νησί, δεν χρειάζεται να θέλξουν με υψηλά επιτόκια τους πελάτες τους. Προσφέρουν τη διασφάλιση της ανωνυμίας. Και βέβαια μικρή φορολόγηση.
Υπάρχουν πολλά τέτοια κρατίδια. Σε νησιά κάπου χαμένα μέσα σε ωκεανούς, σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα. Cayman Islands! Ποιος ξέρει που βρίσκονται; Βασικός προορισμός του παράνομου πλούτου. Βρετανικοί Παρθένοι Νήσοι. Παναμάς. Πιο κοντά μας, Σαν Μαρίνο, Λουξεμβούργο, Λιχτενστάιν, Κύπρος, Μονακό, Μάλτα, πολλά πρόθυμα τα καταφύγια του βρώμικου χρήματος.
Η διαδικασία για να φθάσει και να κρυφτεί το χρήμα; Απλή: Δικηγορικά γραφεία ή σύμβουλοι επιχειρήσεων αναλαμβάνουν τις διαδικασίες. Επικοινωνούν με τους συναδέλφους τους σε κάθε ένα από αυτά τα κράτη. Ο γνωστός μας πρέπει να φτιάξει μια offshore ανώνυμη εταιρεία, μια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης. Η επωνυμία έχει τίτλους κλισέ. Τα εταιρικά καταστατικά είναι έτοιμα από πριν. Περιλαμβάνουν γενικούς σκοπούς με έμφαση στην εκμετάλλευση ακινήτων ή την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών. Εναλλακτικά μπορεί να αγοράσει και μια έτοιμη. Ετοιμοπαράδοτη.
Ο πελάτης στέλνει αντίγραφο του διαβατηρίου του επικυρωμένο, ένα πληρεξούσιο σε όποιον δίνει εντολή να συστήσει την εταιρεία και μέσα σε μία ή δύο ημέρες έχει την εταιρεία του έτοιμη. Ασφαλώς και τραπεζικό λογαριασμό στο όνομα της εταιρείας. Το κόστος; Από 500 μέχρι 2.000 ευρώ.
Ο γνωστός μας γίνεται ο μέτοχος της εταιρείας. Μπορεί όπως ο Άκης να βάλει και τη γυναίκα του ή τα παιδιά του. Τα κράτη αυτά δεν δίνουν πρόσβαση στη μετοχική σύνθεση των εταιρειών τους. Προστατεύουν το επιχειρηματικό απόρρητο βάσει της εθνικής τους νομοθεσίας. Κράτη είναι άλλωστε, έχουν δικαίωμα να αυτοδιαχειρίζονται θεσμικά!
Αν ο γνωστός μας είναι λίγο πονηρός ή στο μεταξύ έχει γίνει Υπουργός, διευθυντής Δ.Ε.Κ.Ο. ή κατέχει αξιώματα, μπορεί να εξασφαλιστεί ακόμα περισσότερο, προστατευόμενος από διαρροές ή από αλλαγές της νομοθεσίας. Υπάρχουν τρόποι!
Μέτοχος της εταιρείας δεν δηλώνεται αυτός ή μέλη της οικογενείας του αλλά ένας τρίτος. Ακόμα και ένας δικηγόρος. Διαχειριστής της εταιρείας επίσης δηλώνεται κάποιος από αυτούς. Αυτός δεν φαίνεται πουθενά!
Και πως εξασφαλίζεται; Πολύ απλά: Παίρνει ένα έγγραφο ιδιωτικό με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής ή ακόμα και συμβολαιογραφικό από τον εικονικό μέτοχο (αχυράνθρωπο) σύμφωνα με το οποίο αγοράζει από αυτόν τις μετοχές της εταιρείας.
Η ημερομηνία της «αγοράς» των μετοχών είναι ταυτόχρονη με τη σύσταση της εταιρείας. Έτσι έχει από την πρώτη μέρα όλα τα δικαιώματα αφανώς. Όποτε θέλει υποβάλλει το έγγραφο στις αρχές του κράτους που εδρεύει η εταιρεία. Αν δεν το υποβάλλει δεν φαίνεται!
Αν χρειαστεί, όμως, έχει την εξασφάλιση απέναντι στις αρχές του κράτους του φορολογικού παραδείσου, ενώ ο εικονικός εταίρος που φαίνεται στα χαρτιά δεν μπορεί να κάνει τίποτα ενάντια στα συμφέροντα του, αφού τότε θα εμφανιστεί το έγγραφο και θα αποδειχτεί πως ό,τι έπραξε ήταν παράνομο.
Για να έχει την διαχείριση της εταιρείας ο γνωστός μας, μπορεί βέβαια να είναι νόμιμος εκπρόσωπος της. Ο νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας δεν είναι μέτοχος και δεν φορολογείται. Αν όμως θέλει περαιτέρω εξασφάλιση, επειδή στο μεταξύ πιθανόν ως Υπουργός έχει εχθρούς και θέλει να κρύβει τον παράνομο πλούτο του, που αυξάνει, δηλώνει ως διαχειριστή ή ως νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρείας έναν τρίτο.
Πάλι δεν φαίνεται ο ίδιος στα χαρτιά. Ακολούθως παίρνει ένα συμβολαιογραφικό έγγραφο από τον διαχειριστή ή τον νόμιμο εκπρόσωπο σύμφωνα με το οποίο ο τελευταίος μεταβιβάζει σε αυτόν τις εξουσίες διαχείρισης της εταιρείας.
Με αυτό το έγγραφο ο γνωστός μας μπορεί να εκπροσωπεί νόμιμα την εταιρεία, ως αφανής διαχειριστής και αφανής μέτοχος, χωρίς να φαίνεται πουθενά σε κανένα κράτος και ελέγχοντας όλη την εταιρεία! Παστρικά πράγματα. Νομιμοφανή. “Ηθικά”.
Σιγά σιγά η εταιρεία που είναι βέβαια νόμιμη, και εδρεύει κάπου στη μέση ενός ωκεανού, ξεκινά να μοιράζει τα κέρδη της στους μετόχους της: δηλαδή στο γνωστό μας που φορολογείται με την ελάχιστη φορολογία του κράτους του φορολογικού παραδείσου.
Έτσι μπορεί να νομιμοποιηθεί το παράνομο χρήμα. Η εταιρεία κόβει αν θέλει δελτίο παροχής υπηρεσιών στο λογιστή ή στο δικηγόρο της εταιρείας αν κάποιος θέλει να εμφανίζει εισόδημα και εν γένει αρχίζει να συναλλάσσεται. Με ένα σωρό τρόπους.
Αγοράζει ακίνητα, αυτοκίνητα, κότερα, επιχειρήσεις, μετοχές και ότι εν γένει θέλει ο φίλος μας. Πολυτελείς βίλες σε νησιά, πανάκριβα κότερα ακόμα και ραδιοφωνικοί σταθμοί όπως πρόσφατα συνέβη στην περίπτωση της αγοράς του 902fm, αγοράζονται από off-shore.
Ποιος φαίνεται ιδιοκτήτης όλων αυτών; Η εταιρεία. Αυτή φαίνεται. Ποιος είναι όμως η εταιρεία; Oι μέτοχοι της. Αλλά αυτούς τους ξέρει μόνο το κράτος που φιλοξενεί την off-shore. Και ακόμα και αυτοί μπορεί να είναι αχυράνθρωποι (βλέπε και άρθρο του Καρανίκα Χάρη, «Οι αχυράνθρωποι των off-shore» δημοσιευμένο στο Βήμα).
Έτσι όλα είναι τακτοποιημένα. Τεράστιες περιουσίες που χτίστηκαν σε συναλλαγές παράνομες και ουδέποτε φορολογήσιμες στην Ελλάδα, προστατεύονται. Το ίδιο και ο γνωστός μας που μπορεί να δηλώνει 15.000,00 ευρώ εισόδημα στην Ελλάδα.
Τα νούμερα του υποκρυπτόμενου, παράνομου, και μηδέποτε φορολογημένου στην Ελλάδα πλούτου, είναι τεράστια. Αυτά φορολογούνται μόνο στο κράτος της off-shore, που έχει χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές, και προσφέρει την ανωνυμία των μετόχων άρα και το ακαταδίωκτο τους.
Η κυβέρνηση όμως δεν ασχολείται σοβαρά με το πρόβλημα. Ολιγορεί ή σφυρίζει αδιάφορα γύρω από την φορολόγηση όλου αυτού του πλούτου.
Την ίδια στιγμή υπάρχει μια συστηματική φοροεπίθεση, ανελέητης σκληρότητας, έναντι όλων ανεξαιρέτως των τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας.
Με δυσκολία μπορεί να μετρήσει κανείς τον αριθμό των ήδη καταλογισθέντων φόρων στους οποίους ολοένα προστίθενται καινούργιοι.
Το κράτος επιτίθεται με νέα φοροεισπρακτικά μέτρα στις υγιείς δυνάμεις της οικονομίας, η παραγωγική τάξη της Ελλάδος καταρρέει, περισσότερες από τις μισές μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν εξοντωθεί, το σώμα της πραγματικής οικονομίας αρθρώνει ίσως τις τελευταίες κραυγές του επιθανάτιου ρόγχου της που όμως δεν εισακούονται.