Ταυτότητες και θρήσκευμα

FtS55

Και ξαφνικά με τις νέες «ευρωπαϊκού τύπου» ταυτότητες και την αναγραφή ή μη του θρησκεύματος, ανέκυψε μείζον ζήτημα παρά τις περί του αντιθέτου επίμονες επισημάνσεις του Κυβερνητικού εκπροσώπου, ότι το πρόβλημα «θεωρείται λήξαν» ακόμη και εκ μέρους παραγόντων της Εκκλησίας αρκετοί από τους οποίους το χαρακτήρισαν δευτερεύον ή τριτεύον κοκ.

Και μόνον με κριτήριο την έκταση που παίρνει εδώ και καιρό το ζήτημα στον γραπτό και ηλεκτρονικό τύπο, προκύπτει αβίαστα η διαπίστωση, ότι καλώς ή κακώς το θέμα απασχολεί έντονα την ελληνική κοινή γνώμη. Περί αυτού ουδεμία αντίρρηση ή αμφιβολία μπορεί να υπάρξει. Στα ζητούμενα μένει να φανεί για ποιο λόγο η υπόθεση έλαβε αυτή την τεράστια έκταση και ένταση και προς ποια κατεύθυνση μπορεί να αναζητηθούν οι λύσεις.

Είναι γιατί η Εκκλησία εκτιμά ότι η κίνηση αυτή της Κυβέρνησης δεν είναι τίποτ΄ άλλο παρά μία πρώτη ενέργεια, ή ενδεχομένως απαρχή την οποία θα ακολουθήσουν πολλές άλλες με στόχο τον πλήρη διαχωρισμό του κράτους από την Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία, τον αποχρωματισμό των Ελλήνων από το θρήσκευμά τους;

Και από κει και πέρα ανοίγει η συζήτηση του διαχωρισμού με ποικιλίες θέσεων και απόψεων. Με την πληροφόρηση του μέσου Έλληνα που διαθέτουμε δεν θα το βλέπαμε αυτό το ενδεχόμενο προς θάνατον. Κατά καιρούς ακούγονται ένθεν κακείθεν αιτιάσεις και παρενέργειες εξ αιτίας αυτής της σχέσης. Η ένταξη των κληρικών στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων δεν είμαστε σίγουροι ότι συμπλέει με τα θεολογικά και πνευματικά τους καθήκοντα. Μήπως αυτή η κατάσταση ευθύνεται για τις περιπτώσεις εκείνες, έστω και μειοψηφικές, των κληρικών που προκαλούν με τη στάση και συμπεριφορά τους μιας και λίγο πολύ είδαν αυτό το διορισμό με καθαρά βιοποριστικά και οικονομικά κριτήρια; Ήταν δημόσιος υπάλληλος ο Παπαφλέσας και όλοι οι κληρικοί της Επανάστασης, των κρυφών σχολιών που κράτησαν αναμμένη τη σπίθα του ελληνισμού στη διάρκεια της μακρόχρονης τουρκοκρατίας και υποδούλωσης του γένους; Έχει αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες και κρατική μισθοδοσία ο Αναστάσιος της Αλβανίας και οι λοιποί Άγιοι Πατέρες που τον υποστηρίζουν στο έργο του; Συμβαίνει κάτι ανάλογο με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τη χώρα που σήμερα διαφεντεύει την ευρύτερη περιοχή του Πατριαρχείου;

Αντίθετα από την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς βάσιμες αιτιάσεις για τον τρόπο που μεγάλο μέρος της εκκλησιαστικής περιουσίας αποτελεί αντικείμενο διαχείρισης από τις διάφορες κρατικές αρχές.

Ειλικρινά, και πάντα κατά την ταπεινή μας άποψη, δεν θα βλέπαμε με άσχημο μάτι να εξελίσσεται το ζήτημα και η αντιμετώπισή του μέσα σε πλαίσια ενός πολιτισμένου και εποικοδομητικού διαλόγου μεταξύ των δύο πλευρών. Η Ορθοδοξία αποτελεί τεράστιο κεφάλαιο και όχι μόνον για τον Ελληνισμό και μάλλον βλάπτεται παρά οφελείται από αυτόν τον υστερόβουλο, ωφελιμιστικό και υλιστικό εναγκαλισμό με το Κράτος. Αποτελεί ακόμη λάθος να εστιάζεται η προσοχή μας και το βεληνεκές της Ορθοδοξίας στα στενά Ελλαδικά γεωγραφικά όρια. Αντίθετα μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει έναν σπουδαίο ρόλο στα πλαίσια της ενωμένης ευρωπαϊκής, αλλά και της παγκόσμιας κοινωνίας. Με αυτούς τους στόχους και κάτω από αυτό το πρίσμα θεωρούμε ότι μάλλον αρνητικά εισφέρει ο διαφαινόμενος ανταγωνισμός Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως και πολύ περισσότερο η όποια αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας του Πατριάρχη. Μόνον θετικά οφείλουμε να δούμε την επίσημη παρουσία του Πατριαρχείου στην έδρα της Ενωμένης Ευρώπης, τις Βρυξέλλες. Η στάση της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας θα όφειλε εδώ να έχει χαρακτήρα υποστήριξης, σύμπλευσης και αρμονικής συνεργασίας. Αν η Ελλάδα δεν τηρεί αυτή τη στάση, τότε γιατί να το περιμένει η Ορθοδοξία αυτό από άλλες ορθόδοξες χώρες; Σε χώρες πολυπολιτισμικές και προηγμένες όπως ΗΠΑ και Αυστραλία η Ορθοδοξία έχει πολύ καλή παρουσία και διακρίνεται σε όλους τους τομείς σε σχέση ακόμη και προς τους καθολικούς και τους προτεστάντες Χριστιανούς, αποτελώντας τον βασικό συνδετικό κρίκο μεταξύ των πιστών χάρις στο μεγαλείο της διδασκακλίας, τη λαμπρότητα των τελετών και της ορθόδοξης ζωής στην καθημερινότητά της.

Θέσεις που υποστηρίζονται από μέρος παραγόντων της εκκλησίας και είναι υπερβολικές θα έπρεπε να αναθεωρηθούν ώστε να διατηρηθεί η αξιόπιστη επικοινωνία με το κοσμικό στοιχείο. Για παράδειγμα να αναφέρουμε την πολεμική κατά των κωδικών αριθμών και της ηλεκτρονικής επεξεργασίας των στοιχείων, σύμφωνα με την οποία, όπου νάναι να ξεπεταχθεί μέσα από το κομπιούτερ ο Διάβολος, θα προκύψει με διάφορους μαθηματικούς συνδυασμούς το 666 κοκ. Υπάρχουν, ωστόσο, φωτισμένοι κληρικοί που βάζουν τα πράγματα στη θέση τους. Μιλήσαμε πρόσφατα με τον Πατέρα Δαμασκηνό, επιστήμονα όχι μόνον της Θεολογίας, αλλά και με άλλους ακαδημαϊκούς τίτλους: «Να δούμε την πληροφορική σαν το μαχαίρι!» μας απαντάει. «Το χρησιμοποιείς σωστά; κάνεις καλά τη δουλειά σου και αυτό γίνεται στα χέρια σου θαυμάσιο εργαλείο. Πρόσεξε, όμως, την κακή χρήση! Μπορεί να σου προκύψει πρόβλημα!». Ποιος μπορεί να μη σεβαστεί αυτές τις θέσεις;

Και αν η παραπάνω τοποθέτηση μπορεί να βρει και άλλους οπαδούς, αυτό δεν σημαίνει κατ ουδένα λόγο μείωση της αξίας και της σημασίας του έργου, της παρουσίας και του λόγου που αρθρώνεται και εκφέρεται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Εκκλησίας, τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, που φέρνει επί τέλους και πάλι μεγάλο μέρος των Ελλήνων και ιδίως των νέων στην Εκκλησία. Ο Αρχιεπίσκοπος ταυτίζεται σήμερα με κάτι το καινούργιο, όσο και πολύτιμο για τον τόπο μας και οφείλουμε να σταθούμε πλάϊ του. Ευαίσθητος δέκτης των προβλημάτων που ταλαιπωρούν την ελληνική κοινωνία τοποθετείται μετά παρρησίας στα φλέγοντα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τον ανθρώπινο πόνο και περισσότερο των αναξιοπαθούντων και των «μη προνομιούχων ελλήνων», μιας και ο όρος αυτός δυστυχώς από τους πολιτικούς μας μόνον σαν τέχνασμα προσέλκυσης εκλογικής πελατείας και μόνο έχει χρησιμοποιηθεί.

Ενόχλησε τους πολιτικούς ο Αρχιεπίσκοπος. Σε μία περίοδο που διεθνώς και κατ εξοχήν στη χώρα μας όλο και περισσότερο μειώνεται η αξιοπιστία των πολιτικών που σε αρκετές περιπτώσεις φθάνει μέχρι και την πλήρη αποστασιοποίηση και απέχθεια του πολίτη, σαγίνευσε ο λόγος του κ. Χριστούδουλου το Λαό. Δεν λέει παρά μόνον αυταπόδεκτες αλήθειες, στιγματίζει και καυτιριάζει τα κακώς κείμενα σαν απλός συνάνθρωπος και να η δημοτικότητά του στα ύψη!

Κάπου, λοιπόν, μεγάλο μέρος των πολιτικών βλέπει τον Αρχιεπίσκοπο σαν ένα είδος ανταγωνιστή που τους κερδίζει κατά κράτος και ως εκ τούτου κινδυνεύει το …μαγαζί τους! Βάλθηκαν να οριοθετήσουν τις αρμοδιότητες της Εκκλησίας και καλούν τον κ. Χριστόδουλο να περιορίζεται μόνον στην μετά θάνατον ζωή εστιάζοντας το θεματολόγιό του μόνον σε λόγο παρηγορίας κττ. Τι κρίμα όμως! Ο Λαός δεν αποδέχεται αυτές τις θεωρίες! Επιστρατεύονται επιστήμονες που επιδεικνύουν διάφορους ακαδημαϊκούς τίτλους, που αυτοαναγορεύονται σε πρωτοπόρους του εκσυγχρονισμού, αλλά τα αποτελέσματα είναι τραγικά για τους εμπνευστές των σεναρίων.

Εντυπωσιάζει δυσάρεστα η σφοδρότητα της επίθεσης κατά της εκκλησίας που παίρνει από την πλευρά των κρατικών / κυβερνητικών μέσων αλλά και συγκεκριμένων φιλοκυβερνητικών ισχυρών εκδοτικών οίκων. Σήμερα δυστυχώς φαίνεται να υπάρχουν επιχειρηματικά συμφέροντα γύρω από τα οποία πλήθος πολιτικών διαδραματίζουν ρόλο δορυφορικό. Με απαξιωτικό τρόπο γίνεται συστηματική προσπάθεια κατασυκοφάντησης, μείωσης και σπίλωσης της Εκκλησίας. Μερικοί κυβερνητικοί κύκλοι προκάλεσαν και αμφισβήτησαν την εμβέλεια της εκκλησίας για να λάβουν την ηχυρή απάντηση των δύο πρωτοφανών σε όγκο και παλμό λαϊκών συγκεντρώσεων στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα. Άλλοι πάλι στράφηκαν ευθέως κατά των πιστών που χαρακτήρησαν ανθρώπους χαμηλού πνευματικού επιπέδου που μάχονται την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, αλλά κι αυτές οι κατηγορίες δεν φάνηκε να βρίσκουν έρισμα καθώς οι Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί αποδεικνύουν ότι όχι μόνον δεν μάχονται την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, αλλά την υποστηρίζουν σθεναρά και με υπερηφάνεια, στέκονται δίπλα στους εταίρους μας που δεν ενοχλούνται από το θρήσκευμα και την πολιτιστική μας ταυτότητα, αλλά πολύ περισσότερο, οι πλέον προηγμένοι και μορφωμένοι από αυτούς δείχνουν βαθύ σεβασμό και εκτίμηση για το ελληνορθόδοξο στοιχείο που αποτελεί στέρεο και αδιαμφισβήτητο θεμέλιο του συνολικού ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Ευρισκόμενος λόγω επαγγελματικής δραστηριότητας στο χώρο της τουριστικής μας βιομηχανίας, επικοινωνώ καθημερινά με ευρωπαίους πολίτες και μέσα από αυτή την ανθρώπινη επικοινωνία σε καμία περίπτωση δεν προέκυψε κάποιο πρόβλημα λόγω του ότι είμαι και δηλώνω χριστιανός ορθόδοξος. Αντίθετα δέχομαι συνεχώς ερωτήσεις και ενθουσιώδη σχόλια για το μεγαλείο των ελληνικών Μοναστηριών στον Άθω, τα Μετέωρα, την Πάτμο κλπ.

Η Ορθοδοξία για να ανταποκριθεί στους στόχους της χρησιμοποιεί θεμιτούς συμβολισμούς, τελετουργίες και ποικίλες δραστηριότητες για να ποιμάνει και διδάξει ανθρώπους με διαφορετικό επίπεδο κατάρτισης και το πετυχαίνει με τρόπο εντυπωσιακό, έστω και αν σε μερικές περιπτώσεις παρατηρούνται κάποιες ακρότητες. Αντί οι πολιτικοί να διδαχθούν από αυτό το εκπληκτικό φαινόμενο, δεδομένου ότι και οι ίδιοι έχουν να πείσουν και εξασφαλίσουν ευρείες συναινέσεις των λαϊκών στρωμάτων, επιτίθενται κατά της Εκκλησίας που μόνον την αγάπη, την φιλαλληλία και την ανιδιοτέλεια διδάσκει.

Η οριοθέτηση του ρόλου και της αποστολής της Εκκλησίας, της Θρησκείας, της όποιας θρησκείας, δεν έχει ανάγκη από θεωρητικές αναλύσεις, ακόμα και «σύχρονων» επιστημόνων. Έρχεται μόλις στην μνήμη του υπογράφοντος η σχετική τοποθέτηση του ανυπέρβλητου αείμνηστου καθηγητή, όχι της Θεολογίας ή της Θρησκειολογίας κττ, αλλά του Αστικού Δικαίου στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Κων. Φουρκιώτη που απλά καταγράφει ότι η θρησκεία αποβλέπει «στη ρύθμιση σχέσεων ανθρώπων εν κοινωνία βιούντων», αφού ξεκαθαρίσει ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει μόνος του παρά σε κοινωνία, αλλοιώς είναι ή θηρίο ή θεός. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει αυτή τη θέση που έχει την ισχύ της από καταβολής κόσμου. Στην αρχή βεβαίως οι όποιες θρησκευτικές δοξασίες ήταν εναρμονισμένες με το περιορισμένο γνωστικό πεδίο των ανθρώπων γι αυτό και αποδίδονταν θεϊκές ιδιότητες σε φυσικά φαινόμενα κλπ. Σε κάθε περίπτωση όμως ένας και μόνον ήταν ο στόχος: Να διαπαιδαγωγήσει τους ανθρώπους, να ρυθμίσει τις σχέσεις μεταξύ τους αρμονικά. Η οριοθέτηση με το Κράτος και τους κανόνες δικαίου που θεσπίζει η πολιτεία είναι το ίδιο απλή, όσο και σαφής: Ενώ η Θρησκεία απευθύνεται συμβουλευτικά με το στοιχείο της προαίρεσης (αν θέλω τιμώ τους γονείς μου), οι κανόνες δικαίου που θεσπίζονται από την πολιτεία συνοδεύονται από την υποχρεωτική εφαρμογή με την απειλή ποινής, κύρωσης κλπ (ου κλέψεις!).

Από τη ρήξη αυτή με την Εκκλησία που τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές το όλο ζήτημα είναι ρευστό και σε εξέλιξη, προκύπτουν επίσης άλλα ενδιαφέροντα, φρονούμε, στοιχεία για τον συμπολίτη μας. Είναι ο τρόπος με τον οποίο η πρόσφατα εκλεγμένη Κυβέρνηση, έστω με οριακή πλειοψηφία, χειρίσθηκε το ζήτημα. Αυτό είναι το σημείο στο οποίο αξίζει να σταθεί κανείς και περισσότερο οι κυβερνητικοί παράγοντες, να το μελετήσουν και να προσπαθήσουν να αντλήσουν χρήσιμα συμπεράσματα.

Το επεισόδιο είναι γνωστό: Ο νέος Υπουργός Δικαιοσύνης ανακοινώνει τη θέση του περί απαλοιφής του θρησκεύματος από τις ταυτότητες. Ο εκπρόσωπος της Κυβέρνησης μας λέει ότι ο κ. Υπουργός εξέθεσε προσωπικές απόψεις που δεν δεσμεύουν την Κυβέρνηση. Αντίθετα στη συνέχεια ο επί κεφαλής της Αρχής Προστασίας Δεδομένων παίρνει και αυτός θέση στο πλευρό του Υπουργού Δικαιοσύνης. Ο καθ΄ ύλην υπεύθυνος και αρμόδιος Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων επισκέπτεται τον Αρχιεπίσκοπο και τον διαβεβαιώνει ότι επί του θέματος θα γίνει συζήτηση μεταξύ Εκκλησίας και Κυβέρνησης για να ακολουθήσει στη συνέχεια, η κίνηση του Πρωθυπουργού που στην καθομιλουμένη λέγεται «άδειασμα» του Υπουργού Παιδείας, ο οποίος καινούργιος στη θέση του Υπουργού και εντελώς φρέσκος στο Κοινοβούλιο δεν φαίνεται ότι αντιπμετώπισε ζήτημα ευθιξίας, προσβολής κττ ώστε να παραιτηθεί για τη μεταχείριση που του επεφύλαξε ο προϊστάμενός του Πρωθυπουργός. Εξ άλλου και παλαιοί πολιτικοί δεν συνηθίζουν στη χώρα μας να παραιτούνται από ευθυξία, μπορεί να σκέφθηκε. Διότι εδώ δύο τινα μπορεί να έχουν συμβεί. Ή ο κ. Ευθυμίου εξέφραζε ανευθύνως προσωπικές του απόψεις, ή ο Πρωθυπουργός ακόμη και αλλάζοντας γνώμη και θέση δεν επέλεξε τον ίδιο τον κ. Ευθυμίου -τηρώντας κάποια στοιχειώδη προσχήματα- να επανέλθει στον υπεσχημένο στην Εκκλησία διάλογο και να υποστηρίξει την θέση της μη αναγραφής κλπ.

Εκπλήσσει πράγματι αυτή η τακτική της κυβέρνησης και δημιουργεί απορίες γύρω από το πόσο ικανοποιητικά αντιμετωπίζονται ακόμη και ήσσονος σημασίας ζητήματα, έστω και τρέχουσας τακτικής και καθημερινότητας, αλλά κυρίως το πόσο δημοκρατική ευαισθησία και σεβασμός στο έλληνα πολίτη εκδηλώνεται, όταν είναι παγκοίνως γνωστό το στυλ της αλαζονίας και αυταρχισμού στην άσκηση της εξουσίας. Εν προκειμένω δεν έχουμε μόνον εμπαιγμό του έλληνα πολιτη που διεκδικεί το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά του να αναφέρεται στις αρχές, μηδ΄εξαιρουμένου και του Πρωθυπουργού της χώρας, αλλά έχουμε συχνά-πυκνά φαινόμενα να αγνοούνται ακόμη και μαζικοί συλλογικοί φορείς που μόνον να βοηθήσουν εποικοδομητικά την Κυβέρνηση σκοπεύουν και παρά ταύτα αγνοούνται και εμπαίζονται για να υποκατασταθούν από τυχάρπαστους τυχοδιώχτες, πατρεχάμενους, διαδρομιστές και διαπλεκόμενους συνομιλητές. Βαδίζουμε στο κατώφλι της νέας χιλιετίας, προς την κορυφαία διοργάνωση της Ολυμπιάδας «Αθήνα 2004», μελετούμε τις απαραίτητες αναδιαρθρώσεις, έστω και στην μετά ΟΝΕ εποχή, αλλά χρησιμοποιούμε παλαιοκομματικές μεθόδους διορισμού ημετέρων, κομματικών φίλων σε καίριες θέσεις κρατικών επιχειρήσεων (ΟΑ, ΟΣΕ κλπ), και όλα αυτά με την «εκσυγχρονιστική ετικέτα»! Τι κρίμα και πόσο απουσιάζει από την παράταξη αυτή ο αείμνηστος Γιώργος Γεννηματάς που δίδαξε σε όλους τους Έλληνες τι θα πει Δημοκρατία, τι θα πει να αφουγκράζεται η Κυβέρνηση, να νομοθετεί ακριβοδίκαια και να διοικεί, στο όνομα και για λογαριασμό όλων αυτών που εκπροσωπεί.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση που ράγισε το ποτήρι της υπομονής και ανοχής του λαού βλέπουμε να εμπαίζεται ολόκληρη η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της οποίας ο επί κεφαλής Αρχιεπίσκοπος δεν έγινε δεκτός από τον Πρωθυπουργό αν και το ζήτησε, αλλά του υποδεικνύεται κατά τρόπο μειωτικό και προσβλητικό να επανέλθει στον ίδιο τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων ο οποίος ήταν αυτός που εμφανίσθηκε με την εξέλιξη της υπόθεσης αναξιόπιστος απέναντι στον Αρχιεπίσκοπο, αφού δεν τήρησε την υπόσχεσή του.

Είναι σαφώς προσωπικό δικαίωμα του κ. Σημίτη να είναι ή να μην είναι χριστιανός ορθόδοξος, αλλά ως Πρωθυπουργός της χώρας έχει και πρόσθετες υποχρεώσεις. Να σέβεται, για παράδειγμα τους θρησκευτικούς ηγέτες, ακόμη και τους αλλόθρησκους. Το έχουμε δει με τα μάτια μας, με τι σεβασμό ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, ο επί κεφαλής της ΕΕ υποδέχθηκαν κατά καιρούς τον Ορθόδοξο Πατριάρχη. Ο Έλληνας Πρωθυπουργός ενδεχομένως διέπραξε κάποιο λάθος πρωτοκόλλου και τυπικού απουσιάζοντας από την τελετή ενθρόνισης του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, αλλά στη προκειμένη περίπτωση επισημαίνεται οξύτερο πρόβλημα που κάθε άλλο παρά σαν δείγμα εκσυχρονισμού ή ευρωπαϊκής κουλτούρας μπορεί να χαρακτηρισθεί.

Αν πίσω από τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο έχει στοιχηθεί ένα τεράστιο τμήμα του Ελληνικού Λαού που αδιακρίτως επιθυμεί ή δεν επιθυμεί την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, επιθυμεί ή όχι το χωρισμό κράτους και εκκλησίας, αυτό ας προβληματίσει τους πολιτικούς και ιδιαίτερα την Κυβέρνηση που με την τακτική της προκάλεσε αυτή τη συστράτευση με αργηχό τον Αρχιεπίσκοπο. Οι κομματικοί σχηματισμοί για μία ακόμη φορά έδοσαν εξετάσεις και απέτυχαν. Απέτυχαν αυτοί που φρόντισαν να ψαρέψουν σε θολά νερά με άξονα την «προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος», απέτυχαν κι αυτοί οι δήθεν ευρωπαϊστές και διανοούμενοι, που ξεσηκώθηκαν λαύροι κατά της Εκκλησίας, ξεπερνώντας σε οξύτητα και αυτούς ακόμη τους κυβερνητικούς με την προοπτική να πάρουν «εύσημα» και κάποιο μερίδιο νομής εξουσίας από την Κυβέρνηση. Να γλύψουν κάποιο κόκκαλο! Αυτή η αντίδραση του Λαού και της Εκκλησίας δεν συνιστά οπισθοδρόμηση! Είναι μία φυσική και υγιής αντίσταση ενάντια σε μία πορεία που μας θλίβει και μας απογοητεύει.

***
δεν εννοούμε εδώ τις φοβερές συντεχνίες και συνασπισμούς συμφερόντων που εν πολλοίς από το κυβερνόν κόμμα εξετράφησαν και καταδυναστεύουν τον τόπο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *