PwC: Η κάλυψη του επενδυτικού κενού η νέα πρόκληση για την ελληνική οικονομία

20131104

Πηγή:www.capital.gr

Παραθέτουμε κείμενο της PWC [=PriceWaterhouseCoopers], της κορυφαίας σε παγκόσμιο επίπεδο εταιρείας οικονομικών ελεγκτών και συμβούλων επιχειρήσεων, με θέσεις για την Ελλάδα. Θέσεις που προσυπογράφουμε ανεπιφύλακτα. Δεν έχει ασφαλώς καμία σημασία αν αυτές τις ξεκάθαρες κατευθύνσεις δεν τις ακούμε με τόση σαφήνεια και απλότητα από τους πολιτικούς της παρακμής που κατέστρεψαν τη χώρα.

***
Η στρατηγική στοχευμένων επενδύσεων και μια νέα αντίληψη για το δημόσιο τομέα μπορούν να κινητοποιήσουν κεφάλαια, ήταν το κεντρικό μήνυμα της πρότασης της PwC «Πρακτικές κατευθύνσεις για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας», η οποία παρουσιάσθηκε από τον Κώστα Μητρόπουλο, Εντεταλμένο Σύμβουλο της PwC, στην ετήσια εκδήλωση του Συλλόγου Αποφοίτων του London Business School και της Λέσχης Επιχειρηματικότητας.
Σύμφωνα με τη θέση της PwC, παρά το γεγονός ότι όλες οι συζητήσεις επικεντρώνονται στο χρέος και το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας, το πραγματικό στοίχημα για την ελληνική οικονομία είναι να καλυφθεί το επενδυτικό κενό που προκύπτει από την έλλειψη εμπιστοσύνης των αγορών. Και η υφιστάμενη ψαλίδα απόδοσης των ελληνικών κρατικών ομολόγων με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά που ανέρχεται στο 5% οφείλεται σε αυτή την έλλειψη εμπιστοσύνης.

Η PwC προτείνει μια απλή, στοχευμένη προσέγγιση που μπορεί να οδηγήσει στην ανάκαμψη. Η προσέγγιση αυτή επικεντρώνεται σε πέντε σημεία:

1. Ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών μέσα από σημαντικές δομικές αλλαγές, όπως η κωδικοποίηση και απλοποίηση της νομοθεσίας με την εξάλειψη των γραφειοκρατικών εμποδίων στην επιχειρηματικότητα και η διασφάλιση της σταθερότητας του φορολογικού συστήματος.

2. Επικέντρωση των προσπαθειών στην κινητοποίηση κεφαλαίων σε κλάδους όπου η Ελλάδα έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα, αλλά και με σημαντικό εξαγωγικό προσανατολισμό και μεγάλη επίπτωση στο ΑΕΠ. Ως τέτοιοι, αναγνωρίζονται ο τουρισμός καθώς και κλάδοι που συσχετίζονται με τις διασυνδέσεις και την εκμετάλλευση της γεωγραφικής της θέσης ως διεθνής κόμβος (ενέργεια, μεταφορές, λιμάνια, εμπόριο). Θα πρέπει τα κεφάλαια αυτά να κατευθυνθούν σε μεγάλα έργα υποδομών, δικτύων και τουριστικής ανάπτυξης (ξενοδοχεία, τουριστική κατοικία) που μπορούν να κάνουν τη διαφορά και μεσοπρόθεσμα να κινητοποιήσουν τους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας.

3. Απελευθέρωση περιουσιακών στοιχείων από τις τράπεζες, τα οποία είναι δεσμευμένα λόγω των μη-εξυπηρετούμενων εταιρικών δανείων. Η απελευθέρωσή τους θα προσελκύσει πρόσθετη ρευστότητα καθώς τα περιουσιακά στοιχεία θα επανενεργοποιηθούν μέσα στον παραγωγικό κύκλο. Για το σκοπό αυτό θα μπορούσαν να δοθούν επιπλέον στις τράπεζες φορολογικά κίνητρα συμβατά με τη Βασιλεία ΙΙΙ, έτσι ώστε να μην επηρεασθεί κατά το δυνατό η κεφαλαιακή τους επάρκεια.

4. Αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων για τη χρηματοδότηση μεγάλων έργων υποδομών μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων (financial instruments) αντί του παραδοσιακού τρόπου των επιδοτήσεων. Θα πρέπει επίσης να εξετασθούν τρόποι μείωσης της γραφειοκρατίας και επιτάχυνσης των διαδικασιών απορρόφησης των κοινοτικών πόρων μέσα από συνεργασία του δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα.

5. Αλλαγή της αρχιτεκτονικής του δημοσίου τομέα με διαχωρισμό των παραγωγικών δραστηριοτήτων (trading activities) με τις διοικητικές (non-trading). Στην περίπτωση των παραγωγικών δραστηριοτήτων, το δημόσιο θα πρέπει να αποσυρθεί αφήνοντας την αγορά να λειτουργήσει και αναπτύσσοντας το ρόλο του ως ρυθμιστής. Αυτό θα γίνει με τις αποκρατικοποιήσεις και τη Συνεργασία μεταξύ Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ). Στον τομέα της δημόσιας διοίκησης (non-trading activities) θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν σύγχρονες πρακτικές ανθρώπινου δυναμικού που θα κινητοποιήσουν και θα δώσουν κίνητρα στους δημοσίους υπαλλήλους.

Η στρατηγική προσέγγιση της PwC εστιάζει στις αλλαγές εκείνες που θα «αλλάξουν τους κανόνες του παιχνιδιού» στην οικονομία και θα σηματοδοτήσουν μια νέα αντίληψη για τον ρόλο του δημοσίου τομέα.

Η PwC θεωρεί ότι η πορεία προς την ανάπτυξη είναι μακρά και επίπονη, όμως κάποια στιγμή πρέπει να ξεκινήσει. Γιατί η κλασσική ρήση του Θουκυδίδη είναι δραματικά επίκαιρη: “Οι καιροί ού μενετοί της ημετέρας βραδύτητος” – Ο χρόνος τρέχει και δεν περιμένει εμάς.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *