20131219
Πηγή: Deutsche Welle
Η EXIT είναι η μεγαλύτερη μη κυβερνητική οργάνωση στη Γερμανία που βοηθά μέλη ακροδεξιών οργανώσεων να εγκαταλείψουν το χώρο. Μέχρι σήμερα έχει να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες.
Η έξοδος από την ακροδεξιά απαιτεί καταρχάς θέληση και κατά δεύτερο λόγο υποστήριξη. Οι άνθρωποι που αποφασίζουν να φύγουν δέχονται απειλές και εκβιασμούς. Στην απόφασή τους αυτή έρχεται να τους στηρίξει από το 2000 μια μη κυβερνητική οργάνωση με την επωνυμία ΕΧΙΤ. Ιδρυτής της είναι ο εγκληματολόγος Μπερντ Βάγκνερ. Η ιδέα, όπως λέει, υπήρχε ήδη από το 1990 λίγο μετά την επανένωση των δυο Γερμανιών, για την οποία ένωσαν τις δυνάμεις τους και οι ακροδεξιές οργανώσεις των δύο πλευρών. Ο Μπερντ Βάγκνερ ήταν επικεφαλής της υπηρεσίας δίωξης του πολιτικού εξτρεμισμού στην Κεντρική Υπηρεσία Δίωξης του Εγκλήματος στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας και αργότερα σε μια παρόμοια υπηρεσία στην ενωμένη Γερμανία.
Η EXIT αποτελείται σήμερα από πέντε βασικά στελέχη και χρηματοδοτείται από δωρεές καθώς και από χρήματα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Στην ερώτηση πώς θα περιέγραφε την κατάσταση της ακροδεξιάς στη Γερμανία απαντά στην Deutsche Welle:
«Δεν υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα αυτή τη στιγμή. Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε, τη δεκαετία του 1990 και του 2000 είχαμε μια σημαντική αύξηση της ακροδεξιάς βίας, δηλαδή της βίας εναντίον Γερμανών που σκέφτονται διαφορετικά, αλλά και εναντίον αλλοδαπών. Παράλληλα αναπτύχθηκαν τα ακροδεξιά κόμματα. Το NPD και άλλα ακροδεξιά κόμματα ήταν σχετικά χαμηλά στα ποσοστά τη δεκαετία του 1990. Εν τω μεταξύ, όμως, κέρδισαν δύναμη, κυρίως από τα μέσα του 2000.
Παράλληλα έχει αναπτυχθεί και μια ιδιαίτερη κουλτούρα της ακροδεξιάς».
Με αυτό ο Μπερντ Βάγκνερ εννοεί πως έχουν δημιουργηθεί νέες ομάδες και δίκτυα ακροδεξιών σε ολόκληρη τη χώρα, που διατηρούν στενές επαφές μεταξύ τους.
Στην Ελλάδα πρέπει να καταπολεμηθεί η ιδεολογία της ακροδεξιάς
Ο Γερμανός νομικός γνωρίζει τις εξελίξεις και την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα. Τον ρωτάμε εάν αυτό το μοντέλο εξόδου, που ο ίδιος και οι συνεργάτες του προτείνουν, θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στο εξωτερικό και ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Μας εξηγεί πως η οργάνωσή του έχει επαφές με παρόμοιες οργανώσεις στη Σουηδία, τη Δανία, τη Νορβηγία καθώς και την Αυστρία και την Ελβετία. Επαφές υπάρχουν ακόμα με τον Καναδά και στην Αυστραλία. Στην Ελλάδα έχει εδώ και κάποιο διάστημα επαφές με μια δημοσιογράφο και εξετάζουν το ενδεχόμενο εάν κάτι τέτοιο μπορεί να εφαρμοστεί και εκεί.
Σχετικά με τις συλλήψεις των μελών της Χρυσής Αυγής θεωρεί πως τα μέτρα αυτά δεν επαρκούν για να ξεριζωθεί η ακροδεξιά ιδεολογία. «Σημασία έχει πόσο βαθιές ρίζες έχει η νεοναζιστική ιδεολογία στον κόσμο και αν αυτή τρέφεται. Εάν συμβαίνει αυτό, τότε η Χρυσή Αυγή θα παραμείνει για πολύ».
Ο Γερμανός ειδικός δεν πιστεύει όμως πως μέσα στο πλαίσιο της σημερινής δημοκρατίας είναι σε θέση να πάρει την εξουσία ή να προβεί σε πραξικόπημα.
Διαδικασία εξόδου
Πώς λειτουργεί όμως η διαδικασία με την EXIT όταν κάποιος θέλει να εγκαταλείψει το χώρο της ακροδεξιάς; «Το πρώτο φυσικά που θα πρέπει να κάνει είναι να κρυφτεί. Όσο πιο στρατιωτικό χαρακτήρα έχει η οργάνωση, τόσο πιο επικίνδυνα είναι τα πράγματα. Όταν πρόκειται για ένα κόμμα τα πράγματα δεν είναι τόσο δραματικά, αλλά και πάλι συχνά υπάρχουν μεγάλα προβλήματα. Και μετά το δεύτερο πιο δύσκολο βήμα είναι να ξεπεράσουν τον εαυτό τους και να απευθυνθούν σε μια οργάνωση σαν τη δική μας».
Στην αρχή υπάρχουν κάποια δοκιμαστικά τηλεφωνήματα, γράμματα ή email από τους ενδιαφερόμενους. Σε πρώτη φάση δεν αναφέρουν συνήθως το όνομά τους, υπάρχουν όμως και οι εξαιρέσεις. Στη συνέχεια, μαζί με τους ενδιαφερόμενους, καταρτίζουν ένα «σενάριο εξόδου» όπως το αποκαλούν. Πρώτα ελέγχουν τη δομή της οργάνωσης που ανήκαν και στη συνέχεια πρέπει να δουν εάν θα πρέπει να μετακομίσουν, να αλλάξουν όνομα ή πού μπορούν προσωρινά να μείνουν. Εξετάζουν επίσης πως μπορούν να προστατευθούν πρακτικά από επιθέσεις και απειλές. Ακόμα σημαντικό είναι να σχεδιάσουν την καινούργια τους ζωή, πού και πώς μπορούν να βρουν δουλειά, εάν μπορούν να σπουδάσουν κάτι, τι επαφές χρειάζονται για να ξεκινήσουν από την αρχή.
Τέλος, όπως λέει ο Μπερντ Βάγκνερ, θα πρέπει να δουν ποιες είναι οι προσωπικές τους ελλείψεις. «Υπάρχουν πολλοί που έχουν ψυχολογικά προβλήματα. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν πρόβλημα με το ακροδεξιό παρελθόν τους. Άνθρωποι που σκότωσαν, που τραυμάτισαν, που προκάλεσαν βλάβες στους γύρω τους».
Οι άνθρωποι αυτοί θα πρέπει ακόμα να καταλάβουν το πως και το γιατί προσχώρησαν στην ακροδεξιά και αυτό γίνεται με ψυχολογική υποστήριξη αλλά όχι μόνο.
Οι λόγοι που οδηγούν στην ακροδεξιά
Ο Γερμανός ειδικός λέει πως από τη μέχρι τώρα εμπειρία του οι άνθρωποι που προσχώρησαν στην ακροδεξιά επικαλούνται δύο κυρίως λόγους. Ο ένας είναι ότι βίωσαν έντονα την πολιτική και οικονομική αδικία, ότι βιώσαν την περιθωριοποίηση, για παράδειγμα, από την παιδεία και ένιωσαν την καταπίεση. Και η δεύτερη αιτία που επικαλούνται ως λόγο προσχώρησης στην ακροδεξιά είναι ότι αυτή τους έδωσε μια «νέα αλήθεια». Μια κατάσταση πίστης που ο Μπερντ Βάγκνερ παρομοιάζει με τον Χριστιανισμό. Πιστεύουν αληθινά πως οι άνθρωποι μεταξύ τους δεν είναι ίσοι και πως υπάρχουν ανώτεροι και κατώτεροι. Για το λόγο αυτό πιστεύουν πως «νομιμοποιούνται» να σκοτώσουν έναν σκουρόχρωμο.
Ο χρόνος που κατά μέσο όρο συνοδεύει και βοηθάει η ΕΧΙΤ τους «μετανοημένους» ακροδεξιούς είναι δύο χρόνια. Μέχρι σήμερα έχει βοηθήσει 500 άτομα. Όλες οι περιπτώσεις -εκτός από έντεκα- ήταν επιτυχημένες. Από αυτούς τους έντεκα κάποιοι επέστρεψαν στην ακροδεξιά, άλλοι έγιναν ισλαμιστές, ορισμένοι μεταπήδησαν στην άκρα αριστερά και δύο έγιναν έμποροι ναρκωτικών. Όλοι οι υπόλοιποι, όμως, μπόρεσαν να ξεκινήσουν μια καινούργια, πολύ καλύτερη ζωή, μακριά από ακρότητες και μισαλλοδοξία.