Νοσταλγία

FtS90

Ευθυμίου Β. Μερτζάνη, από το Παλαιοχώρι
σε απόδοση Μαρίας Ηλ. Γαλανοπούλου
αναδημοσίευση από την Εφημερίδα «Παλαιοχώρι» Φύλλο Νο 125 Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2006

Πεθύμισα μανούλα μου κοντά σου να γυρίσω,
τη ζεστασιά σου να γευτώ, ευχή και καλοσύνη.
Μακριά από το άγχος το βαρύ και την πολυκοσμία.
Να ‘ρθω κοντά σου μάνα μου, νοστάλγησα,
το σπίτι, την αυλή μας,
τη βιταλιά σου τη ζεστή, τη νόστιμη την πίττα.

fournosgiagia
Και στο μυαλό να μού ‘ρθουνε τα παιδικά τα χρόνια,
που πήγαινα στης Τρίζαγας τη βρύση, τα ζα για να ποτίσω.
Και στο σχολιό πουρνό – πουρνό,
που έτρεχα με το κασκόλ μου στο λαιμό,
στο χέρι τα βιβλία,
και από παραμάσχαλα το ξύλο
για τη σόμπα, να ζεσταθούμε λίγο.
Και σα σχολνούσε το σχολειό, και σπίτι ξαναγύριζα, τα βιβλία έπιανα για να
διαβάσω, ώσπου να τελειώσω.
Και ύστερα, πήγαινα με τους φίλους μου στις γειτονιές, παιχνίδι να χορτάσω.
Και σα βράδιαζε γερο-Βασίλω μου, και άναβες τη λάμπα
τη ρόκα έπαιρνες εσύ και εγώ χαρτιά βιβλία,
μόνο μια χάρη σου ζήταγα, μάνα μου το θυμάσαι.
Δεν ήθελα αναστενάγματα, κατάρες για το χάρο,
μον’ ήθελα τραγούδια να μου λες και να με κανακεύεις,
κι εγώ έλεγα καμαρωτός, στον γέρο Φέλα τον παππού μ’ θέλω να μοιάσω,
και τ’ ακέριο όνομά του, ποτέ μάνα μ’ δε θα ντροπιάσω.

Αχ και να βρισκόμουνα, πάντα κοντά σου, χωριό μ’ αγαπημένο
μακριά από τα σπίτια τα ψηλά, στο πατρικό το σπίτι, δίπλα στο τζάκι, να ‘βλεπα
τις σπίθες να χορεύουν, και τη γιαγιά μ’ τη γερο – Ζωή τη Φέλαινα, στη
παραστιά, τη θράκα να συμπάει,
να ‘βλεπα και τον πατέρα μου, για τη γιορτή του, να φτιάν’ τα κοντοσούβλια.
Και την αδελφή μου τη Ζωή να στρώνει το τραπέζι,
να ‘βλεπα την Όθρη, τον Καλλίδρομο, τη δασωμένη Οίτη
και τον ψηλό τον Παρνασσό με χιόνια στολισμένο.

Πούνε τα χρόνια τα παλιά, τ’ αγνά, τ’ αγαπημένα, τα δίχως έγνοιες και καημούς,
σκοτούρες και φροντίδες, όπου αγάπη αδελφική, στοργή και καλοσύνη
φώλιαζε μέσα στις καρδιές όλων των χωριανών μας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *