20131110
Ο Μακεδών
Με την δημοσιοποίηση της κατ’ ουσία πτώχευσης της Ελλάδας -ενός «μυστικού» που όλοι το γνωρίζαμε και προσποιούμασταν πως θα το ξεπεράσουμε αβρόχοις ποσί- από τον Οκτώβριο του 2009, όταν άρχισαν τα πρώτα δημοσιεύματα πως ο κ. Γ. Παπανδρέου οδηγεί την χώρα στο ΔΝΤ, γίνεται λόγος στον ξένο Τύπο κατ’ αρχήν για «εμφύλιο πόλεμο» στην Ελλάδα, μετά δε το θέρος του 2012 και την παρουσία της Χρυσής Αυγής στο Κοινοβούλιο, ο εμφύλιος αντικαταστάθηκε από την«Δημοκρατία της Βαϊμάρης».
Όπου η Γερμανία, μετά τον καταστροφικό γι’ αυτήν Α’ παγκόσμιο πόλεμο, οδηγήθηκε σε συνταγματική αλλαγή, που πήρε το όνομά της από την πόλη Βαϊμάρη, στην οποία υπεγράφη το τελικό συνταγματικό κείμενο. Η «Δημοκρατίας της Βαϊμάρης», παρότι απέκτησε Σύνταγμα το οποίο χάρισε στους Γερμανούς περισσότερη πολιτική ελευθερία, όμως -όπως παρατηρεί ο Χάινριχ Βίνκελ, το βιβλίο του οποίου κυκλοφορεί και σε ελληνική μετάφραση- σε περίπτωση που οι καιροί άλλαζαν προς το χειρότερο, δεν θα ήταν σε θέση να τους την διασφαλίσει.
Φυσικά, η πολιτική ελευθερία σε καθεστώς πενίας θεωρείται περιττή πολυτέλεια. Και η οικονομική κρίση που αντιμετώπιζε η Γερμανία, το πολεμικό χρέος που υποχρεωνόταν να καταβάλει και η διατήρηση των οργάνων εξουσίας του παλαιού καθεστώτος μέσα στο σώμα της νέας δημοκρατίας, ευνοούσαν την αναβίωση του εθνικισμού και κομμουνισμού και έφθειραν τα δημοκρατικά κόμματα.
Τα οποία, δεν έδειξαν ότι ήσαν ικανά να σηκώσουν το βάρος της διακυβέρνησης, με τα συνήθη ελαττώματα διαφθοράς και λαϊκισμού, γι’ αυτό και οι απογοητευμένοι Γερμανοί -αλλά και ταπεινωμένοι, αφού η Συνθήκη των Βερσαλλιών, προέβλεπε εδαφικές παραχωρήσεις στην Γαλλία, στο Βέλγιο και στην Πολωνία, διοίκηση εδαφών από τους νικητές, αποστρατικοποίηση περιοχών, απαγόρευση ύπαρξης οπλικών συστημάτων- στράφηκαν προς τα «δύο άκρα».
Μέχρι την εμφάνιση του Χίτλερ, το κομμουνιστικό κόμμα Γερμανίας αποκτούσε καθημερινώς και μεγαλύτερη ισχύ, δίνοντας στους Γερμανούς ελπίδες για βελτίωση της οικονομικής κατάστασης. Ο Χίτλερ όμως υποσχέθηκε κάτι παραπάνω. Πέρα από την οικονομική ανόρθωση της χώρας, μίλησε και για επαναφορά της εθνικής αξιοπρέπειας. Οι Γερμανοί -ιδιαίτερα- δεν μπορούσαν να ανεχθούν την ταπείνωση του έθνους τους, πολλώ δε μάλλον την επικυριαρχία των Αγγλογάλλων, που καθόριζαν ουσιαστικώς την πορεία της Γερμανίας.
Πιστεύουν λοιπόν πολλοί, ότι η σημερινή κατάσταση στην χώρα μας προσομοιάζει μ’ αυτήν της προ Χίτλερ Γερμανίας, και πως το έδαφος είναι εύφορο για συνταγματικές εκτροπές. Προχθές, οι Financial Times δημοσίευσαν άρθρο με τίτλο: «Προσοχή στην Ελλάδα – μπορεί να είναι η νέα Βαϊμάρη». Το άρθρο δεν το υπογράφει Βρετανός αναλυτής, αλλά ο κ. Αριστείδης Χατζής, αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο κ. Αρ. Χατζής προβαίνει σε διαπιστώσεις, με τις οποίες λίγο-πολύ συμφωνούμε οι περισσότεροι. Γράφει ότι η σύνθεση της ελληνικής Βουλής η οποία προέκυψε από τις εκλογές της 16ης Ιουνίου 2012, είναι ίσως η χειρότερη στην σύγχρονη ελληνική ιστορία.
«Νεοναζί, σταλινικοί και μαοϊκοί μαζί με ριζοσπάστες αριστερούς, λαϊκιστές δεξιοί και πολυάριθμοι υπερασπιστές παρανοϊκών θεωριών συνωμοσίας εισήλθαν στο κοινοβούλιο», αναφέρει ο κ. Αρ. Χατζής, συμπληρώνοντας ότι την ίδια στιγμή οι πλέον προσεκτικοί παρατηρητές θεωρούν ότι οι αποτυχίες των κυβερνητικών πολιτικών ξεπερνούν κατά πολύ τα επιτεύγματα του τελευταίου έτους, ενώ η αντιπολίτευση, έχει υπερβεί «κάθε όριο δημαγωγίας και λαϊκισμού».
Σε αυτό το πλαίσιο κατάθλιψης και απαισιοδοξίας, ο εξτρεμισμός ανθεί, σημειώνεται στο άρθρο των FT. Και παράλληλα, επαινείται η αντίδραση της κυβέρνησης Σαμαρά στον φόνο του Παύλου Φύσσα, η οποία χαρακτηρίζεται τολμηρή και ντροπιαστική ταυτόχρονα. Τολμηρή σε ό,τι αφορά την έλλειψη δισταγμών να προφυλακιστούν βουλευτές της Χρυσής Αυγής, αλλά και ντροπιαστική επειδή, σύμφωνα με τους FT, δεν έγινε με τον προσήκοντα σεβασμό στο γράμμα του νόμου και στα δικαιώματα των κατηγορουμένων.
Σε όλα τα παραπάνω έχω να πω, πως κάθε κατάσταση πρέπει να αναλύεται λαμβάνοντας υπόψη την εποχή της δημιουργίας της. Κατά τα χρόνια της Βαϊμάρης, η Ευρώπη ήταν γεμάτη από δικτατορικές και αυταρχικές κυβερνήσεις, η δε επέμβαση του Στρατού στα πολιτικά πράγματα δεν εξέπληττε κανέναν. Άλλωστε, στα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο ελληνικός δημοκρατικός αστικός Τύπος δεν καλούσε «έναν λοχία να μας σώσει»;
Σήμερα, με την πολυπολικότητα που επικρατεί στην υφήλιο, κάθε πόλος έχει τον «αυθέντη» του, που καθορίζει ακόμη και πότε θα γίνουν εκλογές, αλλά για πολλούς και ποιος θα εκλεγεί. Επομένως, κίνδυνος συνταγματικής εκτροπής θα υπάρξει μόνον σε περίπτωση που οι αντιδράσεις των λαών θα είναι τέτοιες, ώστε να υπάρξει ανάγκη κλήσης του στρατού για να τις καταστείλει. Άλλωστε, σε κάθε χώρα του ΝΑΤΟ, ο Στρατός ασκείται στην καταστολή ταραχών.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει, πως ο κίνδυνος αναταραχών που θα εμποδίζουν την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος δεν είναι υπαρκτός, όσο καιρό τα δύο άκρα θα παραβιάζουν συνειδητά τους νόμους.