Αρχαία Δωρίδα: Αρχαιολογικές μαρτυρίες της περιοχής I+II

FtS64+65

υπό Ερωφίλης Κόλια,
Αρχαιολόγου / ΣΤ΄Εφορείας προϊστορικών &
κλασσικών αρχαιοτήτων Πατρών

Η αρχαία Δωρίδα περιλάμβανε το ανώτερο, δυτικό τμήμα της κοιλάδας του Κηφισσού και τις ορεινές απολήξεις του Παρνασσού, της Γκιώνας, της Οίτης και του Καλλίδρομου. Την κοιλάδα αυτή διασχίζουν δύο ποταμοί ο Κανιανίτης, ο αρχαίος Πίνδος και ο Αποστολιάς που ανατολικά εισχωρούν στην Φωκική κοιλάδα και σχηματίζουν τον Κηφισό. Στην αρχαιότητα συνόρευε με την Αιτωλία και τη δυτική Λοκρίδα προς τα Δ, με τη Φωκίδα προς τα Α, με την ανατολική Λοκρίδα προς τα ΒΑ, με τις χώρες των Οιταίων και των Αινιάνων προς τα ΒΔ.

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, το Θουκυδίδη, το Στράβωνα και άλλους συγγραφείς ήταν η μητρόπολη των Δωριέων που από εκεί μετακινήθηκαν προς την Πελοπόννησο. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Δωριείς αρχικά κατοικούσαν στη Φθιώτιδα με βασιλιά το Δευκαλίωνα, ενώ όταν βασιλιάς τους ήταν ο Δώρος εγκαταστάθηκαν στην Ιστιαιώτιδα, στις υπώρειες του Ολύμπου και της Όσσας. Από εκεί τους έδιωξαν οι Καδμείοι και μετακινήθηκαν στην Πίνδο, όπου ονομάσθηκαν «Μακεδνόν έθνος». Από την Πίνδο οι Δωριείς κατέβηκαν στην κοιλάδα του Κηφισού, στη Δωρίδα, που ονομαζόταν τότε Δρυοπίδα και από κει στην Πελοπόννησο, όπου πήραν το όνομά τους «Δωρικόν έθνος».

Στους ιστορικούς χρόνους η Δωρίδα δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις στον ελληνικό χώρο, ενώ λιγοστές είναι και οι πληροφορίες που μας δίνουν οι αρχαίοι συγγραφείς. Καθώς η περιοχή βρισκόταν πάνω στο σημαντικό δρόμο που ένωνε την Πελοπόννησο και Δυτική Ελλάδα με τις βορειότερες περιοχές του ελληνικού χώρου, συχνά ήταν εκτεθειμένη στο πέρασμα στρατών και βρέθηκε στη δίνη των γεγονότων της εποχής, όπως με την κατάκτησή της από τον Φίλιππο Β΄, τους Αιτωλούς και τους Αθαμάνες.

Σύμφωνα με τις πιο αξιόπιστες αρχαίες πηγές η Δωρίδα είχε τρεις ή τέσσερις πόλεις, ενώ οι μεταγενέστερες πληροφορίες που κάνουν λόγο για δωρική εξάπολη μάλλον θα πρέπει να ελεγχθούν ως αβάσιμες. Με βάση τις πηγές, αλλά και τις μαρτυρίες των επιγραφών βέβαιο είναι ότι στη Δωρίδα ανήκαν οι εξής πόλεις: Πίνδος ή Ακύφας, Βοίον ή Βοιόν ή Βόϊον, Ερινεός και Κυτίνιον ή Κύτινον.

Ι. Κυτίνιον

[Κυτίνιον, στην ευρύτερη περιοχή Παλαιοχωρίου]

kitinion

Η σχετικά πρόσφατη ανακάλυψη τριών επιγραφών στο Παλιοχώρι, στις νότιες κλιτύες του Καλλιδρόμου και στο βόρειο άκρο της κοιλάδας του Κηφισού, επιτρέπει την ταύτιση των εκτεταμένων αρχαίων ερειπίων στην περιοχή αυτή με το Κυτίνιο, ίσως τη σημαντικότερη πόλη της Δωρίδας. Οι τρεις επιγραφές που βρέθηκαν το 1988 ήταν χαραγμένες σε δύο από τις λιθοπλίνθους μνημειακής εξέδρας που τον περασμένο αιώνα χρησιμοποιήθηκαν για το κτίσιμο της αψίδας της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου και πρόκειται για τιμητικά ψηφίσματα της πόλης του Κυτινίου που χρονολογούνται στην ελληνιστική εποχή.

Τα αρχαία κατάλοιπα εκτείνονται σε μία ζώνη μήκους 1 χλμ. ΝΑ. του σύγχρονου χωριού, ανάμεσα στην εκκλησία του Αγ. Γεωργίου στο νεκροταφείο και το δρόμο, στη θέση που χαρακτηριστικά ονομάζεται Μάρμαρα. Στην περιοχή αυτή επιφανειακά υπάρχει πυκνή κεραμική και λιθόπλινθοι από αρχαία κτίρια, ενώ το 1926 είχε βρεθεί κεφάλι Αφροδίτης που μεταφέρθηκε στο Μουσείο της Θήβας. Επίσης έχουν βρεθεί θραυσμένα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη από μνημειώδες κτίριο με ραβδωτούς κίονες.

Ο πλούτος και η έκταση των αρχαίων λειψάνων στην περιοχή του Παλαιοχωρίου δικαιολογούν την ταύτιση της θέσης με το Κυτίνιο.

ΙΙ. Πίνδος ή Ακύφας

Η Πίνδος από τους περισσότερους ερευνητές τοποθετείται στο Άνω Καστέλλι, ορεινή θέση με αρχαιότητες στις βορειοανατολικές υπώρειες της Γκιώνας. Η ταύτιση αυτή είναι ασφαλής, καθώς βασίζεται στην πολύτιμη τοπογραφική παρατήρηση του Στράβωνα ότι η Πίνδος βρισκόταν πιο πάνω από τον Ερινεό και κοντά σε ομώνυμο ποτάμι που χυνόταν στον Κηφισό στο ύψος της Λιλαίας. Πράγματι ο σύγχρονος Κανιανίτης είναι το μοναδικό ποτάμι στην περιοχή που κοντά στις όχθες του και σε μικρή απόσταση μεταξύ τους σώζονται δύο θέσεις με αρχαιότητες: στο Άνω Καστέλλι και στην Ευαγγελίστρια στα Καστέλλια λίγο νοτιότερα, αντίστοιχα. Συνεπώς το ποτάμι μπορεί να ταυτιστεί με τον Πίνδο και οι δύο θέσεις αντίστοιχα με τις αρχαίες πόλεις Πίνδο και Ερινεό. Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει ότι η πόλη από κάποιους ονομαζόταν και Ακύφας.

Στην περιοχή του Άνω Καστελλίου σε υψόμετρο 750 μ., όπου επί Τουρκοκρατίας βρισκόταν το χωριό Καστέλλια, πριν μεταφερθεί στην κοιλάδα του Κηφισού υπάρχουν σημαντικά και εκτεταμένα αρχαία λείψανα: κεραμική, κυρίως ελληνιστική, θεμέλια κτιρίων και τάφοι, από τους οποίους εντυπωσιακός είναι ο θαλαμωτός τάφος, λαξευμένος στο βράχο με τέσσερις θήκες εσωτερικά σε απόσταση 1 χλμ ΝΔ. της ακρόπολης στον Πύργο. Δυστυχώς ο τάφος έχει συληθεί και συνεπώς δεν είναι δυνατή η χρονολόγησή του.

Η ακρόπολη βρισκόταν σε μικρή απόσταση από την πόλη, στο κέντρο της μικρής κοιλάδας που σχηματίζει ο ποταμός Πίνδος, σε κωνικό λόφο με ύψος 200 μ. που ονομάζεται Πύργος, καθώς στην κορυφή του σώζεται φραγκικό φρούριο, “Castellum”, από το οποίο πήρε το όνομά του το χωριό Καστέλλια. Το φράγκικο φρούριο ωστόσο είναι κτισμένο πάνω στα ερείπια αρχαίας ακρόπολης με κυκλικό τείχος. Τμήμα τού αρχαίου τείχους είναι ορατό κυρίως στη δυτική πλαγιά του λόφου.

ΙΙΙ. Ερινεός

Όπως αναφέραμε παραπάνω σύμφωνα με τα τοπογραφικά στοιχεία στο χωρίο του Στράβωνα τα ερείπια αρχαίας πόλης στα Καστέλλια, στην είσοδο της χαράδρας που διασχίζει ο ποταμός Κανιανίτης, ο αρχαίος Πίνδος, ταυτίζονται με τη δωρική πόλη Ερινεό. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναφορά του Ερινεού σε απόσπασμα του ποιητή Τυρταίου ως η πόλη απ΄ όπου ξεκίνησε η κάθοδος των Δωριαίων στην Πελοπόννησο. Συνεπώς η πόλη ήταν ήδη γνωστή κατά την πρώιμη αρχαϊκή εποχή, στο β΄μισό του 7ου αι. π.Χ. που έζησε ο διάσημος λυρικός ποιητής.

Τα κατάλοιπα ακρόπολης βρίσκονται στις υπώρειες της οροσειράς της Οίτης, στη θέση «Άγιος Βασίλειος», απ΄ όπου εκτείνεται προς Α. η κοιλάδα του Κηφισού. Σώζονται λείψανα του αρχαίου τείχους που ανεβαίνει κλιμακωτά στην ανηφορική κλιτή του λόφου σε μήκος τουλάχιστον 50 μ. Σύμφωνα με τον Παναγιώτη Τσακρή σε μικρή απόσταση προς Α. έχουν βρεθεί στο παρελθόν τάφοι, και βορείως της ακρόπολης λείψανα αρχαίων κτιρίων και κωνικός γήλοφος, πιθανώς τύμβος με σαρκοφάγο στην κορυφή του.

IV. Βοίον, Βοιόν ή Βόϊον

Η πόλη αυτή περιλαμβάνεται σε όλους σχεδόν τους καταλόγους των δωρικών πόλεων από αρχαίους συγγραφείς, όπως άλλωστε και το Κυτίνιον και ο Ερινεός. Συνεπώς πρέπει να ανήκε στον πυρήνα των αρχικών πόλεων της Δωρίδας. Οι πηγές ωστόσο δεν περιέχουν καμία ένδειξη για τον τοπογραφικό προσδιορισμό της πόλης. Με δεδομένη όμως την ασφαλή ταύτιση του Κυτινίου, του Ερινεού και της Πίνδου οι πιο πιθανές θέσεις είναι η Γραβιά και ο κοντινός λόφος Τσούκα Χλωμού. Το καλά διατηρημένο πολυγωνικό τείχος στο βόρειο τμήμα του λόφου Τσούκα Χλωμού ή Καλύβια Χλωμού στην Κοιλάδα του Κηφισού και σε ίση απόσταση από τα Καστέλλια και τη Γραβιά, δε θα πρέπει να ανήκε σε οικισμό, καθώς η θέση δεν είναι φυσικά οχυρή. Πιθανώς λοιπόν ήταν μεγάλο οχυρό – παρατηρητήριο για την επίβλεψη της κοιλάδας απ΄ όπου περνούσε ο στρατηγικής σημασίας οδικός άξονας προς τη σημερινή Φθιώτιδα. Αντίθετα σε μικρή απόσταση προς Ν., νοτίως και βορείως της σημερινής Γραβιάς έχουν έρθει στο φως αξιόλογα ίχνη κατοίκησης και νότια του χωριού, στις υπώρειες του Παρνασσού, σε φυσικά οχυρή και στρατηγική θέση στην είσοδο του λαγκαδιού της Γραβιάς, σώζονται τα τείχη ακρόπολης.

Η ακρόπολη στο Οινοχώρι που από τον Παν. Τσακρή ταυτίζεται με τη Δρυόπη, ταύτιση που ωστόσο δεν έχει επαληθευθεί με επιγραφικές ή άλλες μαρτυρίες, όπως αναφέραμε παραπάνω πιθανώς ανήκε στη χώρα των Οιταίων, αφού είναι κτισμένη στην Οίτη, σε υψόμετρο 900 μ. και σε αρκετά μεγάλη απόσταση από την κοιλάδα του Κηφισού, όπου βρισκόταν οι κύριες πόλεις της Δωρίδας.

Τέλος οι αρχαιότητες στη θέση Κεραμιδαριό, στο μέσον περίπου της κοιλάδας του Κηφισού, στη δεξιά όχθη του Αποστολιά, δεν είναι τόσο εκτεταμένες ή σημαντικές, ώστε να ταυτισθούν με αρχαία πόλη και μάλλον πρέπει να ανήκαν σε μικρότερο οικισμό.

Η Δωρίδα αν και έπαιξε σημαντικό ρόλο στα πρώιμα χρόνια της μετακίνησης των ελληνικών φύλων, στην ιστορική περίοδο δεν είχε ενεργό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις, όπως μαρτυρείται από τις αρχαίες πηγές. Πιθανά αίτια γι΄ αυτό ίσως να ήταν το μικρό μέγεθος της περιοχής, η απόστασή της από τη θάλασσα που δεν επέτρεψε την άνθιση του εμπορίου, αλλά και η θέση της πάνω στο στρατηγικής σημασίας δρόμο που ενώνει τη Λαμία – Άμφισσα-Ιτέα, που την άφηνε εκτεθειμένη στο πέρασμα των διαφόρων στρατευμάτων στις ταραγμένες περιόδους της αρχαίας ελληνικής ιστορίας με καταστροφικές συχνά συνέπειες για τις πόλεις της. Αναμφίβολα η ανασκαφική έρευνα στις δωρικές πόλεις, ουσιαστικά ανύπαρκτη ως σήμερα, πιστεύουμε ότι στο μέλλον θα φωτίσει πολλές σκοτεινές πτυχές της ιστορίας της Δωρίδας, αλλά και των γειτονικών περιοχών και θα μας δώσει πολύτιμες πληροφορίες για τους πρώιμους χρόνους και για την περίφημη κάθοδο των Δωριέων.

Αρχαία Δωρίδα: Αρχαιολογικές μαρτυρίες της περιοχής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *